Λίγη ανεμελιά
Η ατμόσφαιρα των Χριστουγέννων μοιάζει σε πολλές περιπτώσεις αυτές τις ημέρες σαν να έβγαλε τους Αθηναίους από τα διαμερίσματα, να τους κινητοποίησε να περάσουν καλά έστω και με λιγότερα. Τα θέατρα άρχισαν να έχουν περισσότερη κίνηση –τουλάχιστον όσα είναι κοντά σε κεντρικούς δρόμους–, στις κινηματογραφικές αίθουσες το κοινό επίσης πληθαίνει, η «Μικρά Αγγλία» γλυκαίνει την ψυχή ακόμη και των ορκισμένων εχθρών του ελληνικού σινεμά, ενώ τα καταστήματα δέχονται περισσότερο κόσμο από τις άλλοτε διστακτικές βόλτες στην Ερμού. Περισσότερος κόσμος περνάει στο εσωτερικό τους και ας μην αγοράζουν ούτε οι μισοί ό,τι ποθούν, τα καφέ γεμίζουν μετά τις βόλτες, η διάθεση έχει χρώμα γιορτής, κυρίως ανάγκη για κάτι καλύτερο. Εστω προσωρινό. Το βλέπεις από τον τρόπο που αντιμετωπίζουν τους μουσικούς, πώς κοντοστέκονται να ακούσουν αγαπημένες μελωδίες και άγνωστα κλασικά μουσικά μονοπάτια, πώς λικνίζονται σαν ξεχαστούν, πιο εύκολα από άλλες ημέρες που ο θυμός και η θλίψη έχουν προβάδισμα. Βράδυ της περασμένης Παρασκευής μόλις είχαν κλείσει τα καταστήματα και η Ερμού ξανάβρισκε τη βραδινή της ησυχία, ένας έντονος ρυθμός ήταν σαν να μας καλούσε επιτακτικά στην οδό Νίκης. Οι τελευταίοι πελάτες με τις τσάντες στα χέρια αναρωτιούνταν τι συμβαίνει, μαζί και κάποιοι εργαζόμενοι που δίσταζαν· να πάνε προς τα εκεί ή στο σπίτι για ξεκούραση. Παρέες αλλά και άγνωστοι μεταξύ μας, μαγνητισμένοι από την ένταση των κρουστών, έσμιγαν από την Ερμού, τη Μητροπόλεως, τη Βουλής με κατεύθυνση στο σημείο της έντασης, εκεί όπου μας καλούσε ο δυνατός ρυθμός. Στην γωνία των οδών Νίκης και Ξενοφώντος ένα πλήθος έμοιαζε να ενώνεται μαζί με τα ομοιόμορφα αγόρια και κορίτσια που χόρευαν σε σχηματισμούς. Πλαστικά ποτήρια με κρασί περνούσαν από χέρι σε χέρι, σε όποιον ήθελε. Κανείς δεν γνώριζε τι συνέβαινε στη γειτονιά. «Τι σημασία έχει;» απαντούσαν. Ούτε τους ένοιαζε να μάθουν. Ηθελαν να αφεθούν στο κλίμα των ημερών, μα πάνω απ’ όλα στην ανεμελιά που χάσαμε. «Το οργάνωσαν τα μαγαζιά της γειτονιάς», μου είπε μία ώρα αργότερα με σπαστά ελληνικά ο χαμογελαστός υπάλληλος του πάρκινγκ στη Φιλελλήλων. Και με ένα κρυφό άχτι: «Αχ, και να ’μουν εκεί».