Διεθνής οικονομία.
Η συνέχιση της ύφεσης είναι το μεγάλο αγκάθι για το Μνημόνιο, λέει το ΔΝΤ
Κλίμα γενικευμένης αισιοδοξίας για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας μεταφέρουν με τις εκτιμήσεις τους για το 2014 τόσο ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ, Ζαν-Κλοντ Τρισέ, όσο και η διευθύντρια του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, καθώς προεξοφλούν ότι στη διάρκεια του επόμενου έτους θα επιταχυνθούν οι ρυθμοί ανάπτυξης.
Θετικά σχόλια για την εφαρμογή του Μνημονίου από την κυπριακή κυβέρνηση, αλλά και προειδοποιήσεις για απειλές που θα μπορούσαν να εκτροχιάσουν το πρόγραμμα, περιλαμβάνει η δεύτερη έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την Κύπρο.
Οι τεχνοκράτες του ΔΝΤ θεωρούν ότι οι κυπριακές αρχές έχουν δημιουργήσει καλό ιστορικό εφαρμογής του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και θεωρούν ότι τα επόμενα χρόνια θα αποτελέσει πρόκληση η εξίσου ικανοποιητική απόδοση. Παράλληλα, πολύ θετική εξέλιξη θεωρείται η πλήρης επανακ εφαλαιοποίηση της Τράπεζας Κύπρου και της Ελληνικής Τράπεζας και γενικότερα η πρόοδος που έχει σημειωθεί στην επανακεφα λαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος συνολικά.
Η κυπριακή κυβέρνηση ακολουθεί «συνετή» δημοσιονομική πολιτική στοχεύοντας στην επίτευξη χαμηλότερων δημοσιονομικών ελλειμμάτων απ’ αυτά που είχαν αρχικά προβλεφθεί.
Ο προϋπολογισμός του 2014 χαρακτηρίζεται συντηρητικός, δηλαδή οι τεχνοκράτες του Ταμείου θεωρούν ότι η υλοποίησή του θεωρείται εφικτή, και περιλαμβάνει μικρό αριθμό επιπλέον μέτρων σε σχέση με τον αρχικό σχεδιασμό. Τα μέτρα λιτότητας θα πρέπει να συμπληρωθούν με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και ιδιωτικοποιήσεις, τονίζουν οι ελεγκτές του ΔΝΤ, και προσθέτουν ότι είναι ανάγκη να καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή και να εκσυγχρονιστεί η φορολογική διοίκηση. Η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων θεωρείται πολύ σημαντική, όχι απλώς για να εξασφαλιστεί η χρηματοδότηση του προγράμματος, αλλά και για να βελτιωθεί η συνολική οικονομική αποδοτικότητα.
Ωστόσο, οι τεχνοκράτες του ΔΝΤ τονίζουν ότι παρά τα καλύτερα από το αναμενόμενο δημοσιονομικά αποτελέσματα, οι προκλήσεις που θα αντιμετωπίζουν οι κυπριακές αρχές κατά την υλοποίηση του προγράμματος το επόμενο διάστημα θα είναι σημαντικές. Η συνέχιση της ύφεσης επί μακρόν θα έχει αλυσιδωτές αρνητικές επιπτώσεις στα δημόσια οικονομικά της Κύπρου και στον χρηματοπιστωτικό τομέα, οι οποίες θα προκαλέσουν πρόσθετες χρηματοδοτικές ανάγκες και θα θέσουν υπό αμφισβήτηση τη βιωσιμότητα του κυπριακού δημοσίου χρέους.
Επιπλέον, η λεγόμενη μεταρρυθμιστική κόπωση, δηλαδή η σταδιακή απροθυμία του πληθυσμού και της διοίκησης να αποδεχθούν και να εφαρμόσουν μεταρρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα και κατά κανόνα προκαλούν πολύ σημαντικές αλλαγές στον τρόπο ζωής μεγάλου μέρους του πληθυσμού (απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, αλλαγές στο συνταξιοδοτικό σύστημα, αλλαγές στη δημόσια διοίκηση κτλ.), και παρατεταμένες εσωτερικές εντάσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πολύ αργή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων υποσκάπτοντας την εμπιστοσύνη
Η κυβέρνηση έχει να αντιμετωπίσει τον αντίκτυπο της τραπεζικής κρίσης στην οικονομία, την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα και την πολύ αργή ανάκαμψη των καταθέσεων.
προς την Κύπρο. Οι τρεις βασικοί κίνδυνοι που θα πρέπει να αντιμετωπίσει το ερχόμενο διάστημα η κυπριακή κυβέρνηση και η κυπριακή κοινωνία είναι ο μεγαλύτερος από το προβλεπόμενο αντίκτυπος της τραπεζικής κρίσης στην πραγματική οικονομία, η αδυναμία αποκατάστασης της εμπιστοσύνης προς το τραπεζικό σύστημα και τρίτον η πολύ αργή ανάκαμψη των καταθέσεων συνεπώς και της πιστωτικής επέκτασης ως απόρροια των δύο πρώτων κινδύνων.
Ενδεχόμενη χρονική παράταση της διαδικασίας απομόχλευσης των κυπριακών τραπεζών θα μπορούσε να οδηγήσει σε παράταση της ύφεσης και σε πιο αργή ανάκαμψη της κυπριακής οικονομίας, γεγονότα τα οποία με τη σειρά τους θα επηρεάσουν αρνητικά την ποιότητα ενεργητικού των τραπεζών και την κερδοφορία τους, γεννώντας πρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες.
Ενα ακόμη ακανθώδες ζήτημα είναι η άρση των περιοριστικών μέτρων στην κίνηση κεφαλαίων. «Η καθυστέρηση στην άρση των περιοριστικών μέτρων μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την τραπεζική δραστηριότητα, ενώ η πρόωρη άρση τους μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα», αναφέρεται στην έκθεση του ΔΝΤ.
Μια άλλη αιχμή του Ταμείου αφορά τις τεταμένες σχέσεις μεταξύ κυβέρνησης και κεντρικού τραπεζίτη, σύγκρουση η οποία μπορεί να οδηγήσει σε καθυστερήσεις στην εφαρμογή των αναγκαίων μέτρων στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Φυσικά, η συνεχώς αυξανόμενη ανεργία και η επιδείνωση των κοινωνικών συνθηκών θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντικό εμπόδιο στην εφαρμογή του προγράμματος.
Τέλος, το ΔΝΤ εκτιμά ότι η εξυπηρέτηση του κυπριακού δημοσίου χρέους αναμένεται να παραμείνει διαχειρίσιμη και είναι εξασφαλισμένη η χρηματοδότηση του προγράμματος για το 2014. Το κυπριακό χρέος αναμένεται να κορυφωθεί το 2015 φτάνοντας στο 126% του ΑΕΠ και να μειωθεί σταδιακά στο 105% του ΑΕΠ μέχρι το 2020.