Μήνυμα αποστασιοποίησης από την ηγεσία του στρατού
Την άμεση αντίδραση των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων προκάλεσαν δηλώσεις κυβερνητικών παραγόντων και δημοσιεύματα του φιλοκυβερνητικού Τύπου, που έκαναν λόγο για πιθανότητα πραξικοπήματος με στόχο την ανατροπή του Ερντογάν.
«Δεν επιθυμούν ανάμειξη»
«Οι ένοπλες δυνάμεις της Τουρκίας δεν επιθυμούν να αναμειχθούν σε πολιτικές διαμάχες», τονίζεται στη σχετική ανακοίνωση της στρατιωτικής ηγεσίας. «Εκτελούμε τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητές μας όπως ορίζονται από το Σύνταγμα και τους νόμους», σημειώνουν οι συντάκτες του ανακοινωθέντος, προσθέτοντας ότι «παρακολουθούν τις εξελίξεις προσεκτικά, στο βαθμό που αυτές αφορούν απόστρατους ή εν ενεργεία αξιωματικούς του στρατεύματος».
Είχε προηγηθεί άρθρο του Γιαλτσίν Ακτογκάν, ενός εκ των συμβούλων του Ερντογάν, στην τακτική στήλη του, στην εφημερίδα «Σταρ», όπου υποστηριζόταν η εκδοχή ότι το σκάνδαλο διαφθοράς αποτελεί συνωμοσία η οποία θα μπορούσε να πυροδοτήσει στρατιωτικό πραξικόπημα. Τα προηγούμενα χρόνια, η κυβέρνηση Ερντογάν οδήγησε στη φυλακή ανώτερους αξιωματικούς του στρατεύματος οι οποίοι καταδικάστηκαν για συνωμοσία εναντίον της κυβέρνησης, στο πλαίσιο των πολύκροτων υποθέσεων Εργκένεκον και «Βαριοπούλα». Οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις πραγματοποίησαν τρία πραξικοπήματα από τη δεκαετία του 1960, αλλά τα τελευταία χρόνια έχουν σε μεγάλο βαθμό αποσυρθεί από την εσωτερική πολιτική διαπάλη.
Επί του παρόντος, τα προβλήματα του Ερντογάν προέρχονται όχι τόσο από τον στρατό όσο από τον μηχανισμό της Δικαιοσύνης. Με χθεσινή απόφασή του, το Συμβούλιο της Επικρατείας ανέστειλε προσωρινά την εφαρμογή του νέου κανονισμού της αστυνομίας που θέσπισε η κυβέρνηση στις 21 Δεκεμβρίου, τέσσερις ημέρες μετά την έκρηξη του σκανδάλου διαφθοράς. Ο νέος κανονισμός υποχρεώνει τις αστυνομικές δυνάμεις να ενημερώνουν
Θεωρίες συνωμοσίας περί επικείμενου πραξικοπήματος από το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης.
άμεσα τους προϊσταμένους τους για τα πορίσματα των ερευνών που διενεργούν κατ’ εντολήν των δικαστικών αρχών. Η απόφαση, η οποία ελήφθη ύστερα από προσφυγή του δικηγορικού συλλόγου, αναστέλλει την εφαρμογή του επίμαχου κανονισμού μέχρις ότου εκδοθεί τελεσίδικη δικαστική απόφαση. Μια ημέρα νωρίτερα, το Ανώτατο Συμβούλιο Δικαστών και Εισαγγελέων -ανεξάρτητη αρχή- είχε υιοθετήσει την κριτική εναντίον του νέου κανονισμού, υποστηρίζοντας ότι «παραβιάζει ξεκάθαρα τη διάκριση των εξουσιών και το ίδιο το Σύνταγμα».