Στα 500 δισ. δολ. ανήλθε ο τζίρος των «μαϊμούδων» παγκοσμίως το 2015
Μάστιγα για το εμπόριο καθώς έχει διπλασιαστεί από το 2008, με την Κίνα να κυριαρχεί στην αγορά απομιμήσεων
Μεγάλο πλήγμα συνεχίζει να υφίσταται το διεθνές εμπόριο από τα πλαστά προϊόντα, το μερίδιο των οποίων στο διεθνές εμπόριο εξακολουθεί να αυξάνεται τα τελευταία χρόνια. Το εμπόριο απομιμήσεων και πειρατείας έχει επεκταθεί επικίνδυνα την τελευταία οκταετία, φθάνοντας σχεδόν τα 500 δισ. δολάρια σε ετήσια βάση ή το 2,5% των παγκόσμιων εισαγωγών, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του ΟΟΣΑ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το 2008, το ποσοστό αυτής της μορφής εμπορίου ήταν χαμηλότερα, στο 1,9%, και έφθανε τα 250 δισ. δολάρια.
Σχεδόν όλες οι μάρκες έχουν υπάρξει στόχος απομίμησης ή πειρατείας, ενώ το εμπόριο των πλαστών προϊόντων έχει εξελιχθεί ραγδαία με την ανάπτυξη προηγμένων δικτύων μεταφοράς και αποθήκευσης, σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε από τον ΟΟΣΑ και την αρμόδια υπηρεσία πνευματικής ιδιοκτησίας στην Ε.Ε. (EUIPRO).
Tα «θύματα»
Τα μεγαλύτερα «θύματα» απομιμήσεων και πειρατείας, δηλαδή παραβίασης πατέντας και πνευματικών προϊόντων, εντοπίζονται σε μάρκες και επώνυμα προϊόντα από τις ΗΠΑ, την Ιταλία και τη Γαλλία. Τις επόμενες θέσεις της λίστας των στόχων αυτής της μορφής του παρεμπορίου καταλαμβάνουν η Ελβετία, η Ιαπωνία και η Γερμανία.
Τα περισσότερα πλαστά προϊόντα –από είδη πολυτελείας μέχρι εξαρτήματα αυτοκινήτων και φάρμακα– προέρχονται από την Κίνα. Ωστόσο, πλαστά προϊόντα προέρχονται και από άλλες χώρες, κυρίως, εκείνες του αναδυό- μενου κόσμου ή χώρες μεσαίου εισοδήματος. Συγκεκριμένα, οι απομιμήσεις και τα προϊόντα πειρατείας που έχουν κατασχεθεί το 2013 προέρχονται κατά το μεγαλύτερο μέρος από την Κίνα, την Τουρκία, τη Σιγκαπούρη, την Ταϊλάνδη, την Ινδία, το Μαρόκο, το Πακιστάν, την Αίγυπτο, αλλά και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, αναφέρεται στην έκθεση με τίτλο «Εμπόριο σε απομιμήσεις και πειρατεία προϊόντων: Χαρτογραφώντας τις οικονομικές επιπτώσεις».
Οι απομιμήσεις και η πειρατεία γίνονται περισσότερο αντιληπτές στα είδη πολυτελείας, όπου το εμπόριο είναι ανθηρό. Στην κορυφή της λίστας των πλαστών προϊόντων είναι τα ρολόγια και ακολουθούν τα δερμάτινα είδη, τα γυαλιά ηλίου, τα υποδήματα και τα αρώματα. Πιο συγκεκριμένα, τα ρολόγια Rolex, τα αθλητικά παπούτσια Nike, τα γυαλιά ηλίου Ray Ban και τα αξεσουάρ του οίκου Louis Vuitton είναι τα προϊόντα που αντιγράφονται περισσότερο.
Στην Ευρωπαϊκή Ενωση, το 5% των εισαγωγών είναι πλαστά προϊόντα, με μία απομίμηση Rolex να μπορεί να πουληθεί από 4,5 ευρώ μέχρι 17.600 ευρώ. Δεν είναι, ωστόσο, μόνον οι εταιρείες των μεγάλων επώνυμων προϊόντων που είναι θύματα πειρατείας, με τη ζημία που προκαλείται να επεκτείνεται στην ευρύτερη οικονομία, τονίζουν παράγοντες της έρευνας. Οπως επισημαίνει ο Νταγκ Φρανς, αναπληρωτής γενικός γραμματέας του ΟΟΣΑ, «τα πορίσματα της νέας έκθεσης έρχονται σε αντίθεση με την ευρεία αντίληψη πως τα πλαστά προϊόντα πλήττουν μόνο τις μεγάλες εταιρείες και τους ομίλους ειδών πολυτελείας. Εκμεταλλεύονται την εμπιστοσύνη του καταναλωτή σε συγκεκριμένες μάρκες και εμπορικά ονόματα, υποβαθμίζοντας ολόκληρες οικονομίες».
Υψηλός τζίρος
Η συνολική αξία των πλαστών προϊόντων ανερχόταν το 2013 στα 461 δισ. ευρώ, ενώ οι συνολικές εισαγωγές στο διεθνές εμπόριο υπολογίζονται στα 17,9 τρισ. ευρώ. Στην έρευνα περιλαμβάνονται όλα τα πλαστά προϊόντα από την απομίμηση εμπορικών σημάτων μέχρι την παραβίαση πατέντας ή δικαιωμάτων σχεδιασμού. Ενδιαφέρον προκαλεί το γεγονός ότι ο επικρατέστερος τρόπος της διακίνησης πλαστών προϊόντων είναι μέσω ταχυδρομείου, όπως προκύπτει από την έρευνα.
«Η ταχεία ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου σε πλαστά προϊόντα σημαίνει πως είναι κρίσιμο για τις κυβερνήσεις να λάβουν μέτρα για την αποτελεσματικότερη εφαρμογή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας», σχολιάζει ο Τζέφρεϊ Χάρντι, επικεφαλής της Δράσης Επιχειρηματιών για την Καταπολέμηση των Απομιμήσεων και της Πειρατείας (BASCAP) στο Διεθνές Εμπορικό Επιμελητήριο (ICC). Συμπληρώνει πως «τα εγκληματικά δίκτυα στο παρεμπόριο έχουν τη δυνατότητα να ανταποκρίνονται άμεσα στις αλλαγές των αγορών».
Το μεγαλύτερο πρόβλημα με τις απομιμήσεις αντιμετωπίζουν εταιρείες επωνύμων προϊόντων από ΗΠΑ, Ιταλία και Γαλλία.