Επιστροφή στη Συρία πρώτη φορά 6 χρόνια μετά
Το ταξίδι του Γιάννη Μπισάρα, ο φόβος απαγωγής και η συνάντηση με συγγενείς Στη Δαμασκό οι τιμές έχουν αυξηθεί δραματικά, ενώ το ρεύμα κόβεται για τρεις ώρες την ημέρα και άλλες τόσες τη νύχτα.
Από τα πίσω καθίσματα του αυτοκινήτου που τον μετέφερε, ο Γιάννης Μπισάρας έβλεπε σε όλη τη διαδρομή το ίδιο όχημα να μην ξεκολλάει από την ουρά τους. «Ισως είναι για την ασφάλειά μου», σκέφτηκε. Δεν ήξερε με λεπτομέρεια τα μέτρα προφύλαξης που είχαν ληφθεί από τους συγγενείς του για την επιστροφή του στην πατρική γη. Το μόνο που είχε ζητήσει ήταν να μην αναμειχθεί με κόσμο όταν θα έφτανε από τη Bηρυτό στα σύνορα με τη Συρία. Δεν ήθελε να κατέβει από το αυτοκίνητο, φοβόταν την απαγωγή. «Οταν μαθαίνουν ότι έρχεσαι έπειτα από πολλά χρόνια ζωής στην Ευρώπη, νομίζουν ότι έχεις χρήματα και υπάρχει κίνδυνος αρπαγής», λέει.
Για τον 58χρονο γιατρό, το ταξίδι Αθήνα - Δαμασκός είχε κάθε καλοκαίρι θέση στο πρόγραμμα των διακοπών, μέχρι που ξέσπασε ο πόλεμος. Από το 2010 είχε να επισκεφθεί τη μητέρα του και τα αδέρφια του που ζουν στη Συρία. Πριν από τρία χρόνια κατάφερε να δει κάποια μέλη της οικογένειάς του στον Λίβανο, όμως μέχρι πρόσφατα απέκλειε την πιθανότητα μετάβασής του στη Δαμασκό λόγω επικινδυνότητας. Ωσπου τον περασμένο μήνα, έπειτα από αίτημά του στην πρεσβεία της Συρίας στη Βουλγαρία (οι αντίστοιχες προξενικές αρχές ανέστειλαν τη λειτουργία τους στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 2012), του δόθηκε σχετική άδεια και αποφάσισε να περάσει τα σύνορα.
Μόλις πάτησε στην παλιά του γειτονιά, Al- Koussour, η πρώτη ξενάγηση έγινε στα απομεινάρια των συγκρούσεων. «Εδώ έπεσε μια ρουκέτα», του έδειχναν συγγενείς του. «Εκεί έγινε μια έκρηξη». Κατά τη διάρκεια των εμφύλιων εχθροπραξιών θραύσματα ρουκέτας τραυμάτισαν μία από τις αδερφές του. Τα περισσότερα αφαιρέθηκαν από το σώμα της, μέχρι σήμερα όμως κουβαλάει κάποια μικρά κομμάτια. Στο διαμέρισμα της μητέρας του τα προηγούμενα χρόνια έσπασαν αρκετές φορές τα τζάμια από εκρήξεις, ενώ ακόμη φαίνεται σε έναν τοίχο η τρύπα που άφησε μια αδέσποτη σφαίρα.
Από τη Συρία στην Ελλάδα
Ο Γιάννης Μπισάρας (Γιοχάνα Μπισάρα το αραβικό όνομά του) είναι ένα από τα επτά παιδιά οικογένειας Σύρων χριστιανών της Δαμασκού. Ο πατέρας του ήταν δημόσιος υπάλληλος με διευθυντική θέση στο υπουργείο Συγκοινωνιών. «Μας μεγάλωσε καλά. Ζούσαμε πλούσια εκείνη την εποχή. Είχαμε τα πάντα από ρουχισμό, φαγητό και αυτό ήταν το μέτρο εκείνα τα χρόνια», λέει στην «Κ», όταν τον συναντάμε σε ένα αραβικό καφενείο της Καλλιθέας. Καθώς οι θαμώνες στα γύρω τραπέζια πίνουν χυμό μάνγκο ή καπνίζουν ναργιλέ, ο κ. Μπισάρας μιλάει για την ασφαλή ζωή των θρησκευτικών μειονοτήτων στη Δαμασκό προ του εμφυλίου και θυμάται τη γνωριμία του με οικογένειες Ελλήνων που έμεναν στη γειτονιά του. Το 1977 σε ηλικία 19 ετών ο ίδιος αποφάσισε να ακολουθήσει αντίστροφη πορεία και σπούδασε με υποτροφία του ελληνικού κράτους στην Ιατρική Σχολή της Αθήνας.
Για κάποιο διάστημα διετέλεσε πρόεδρος των Σύρων φοιτητών στην Ελλάδα αλλά έκτοτε, όπως λέει, απείχε από τις δράσεις της συριακής κοινότητας στην Αθήνα. Παντρεύτηκε, πήρε την ελληνική υπηκοότητα, απέκτησε μια κόρη και εργαζόταν για μεγάλο διάστημα ως γιατρός σε ιδιωτική κλινική.
«Οταν ξεκίνησαν οι συγκρούσεις στη Συρία, το 2011, όλοι εκεί ήταν σίγουροι ότι θα έληγαν σε λίγες ημέρες», λέει. Για αρκετό διάστημα το μεγαλύτερο μέρος της Δαμασκού δεν επηρεαζόταν από τις εχθροπραξίες. Η ζωή κυλούσε κανονικά, με γάμους και δεξιώσεις, γυρίσματα τηλεοπτικών σειρών και συναυλίες στην όπερα. Σταδιακά όμως η μυρωδιά του πολέμου άρχισε να ζώνει την πρωτεύουσα. Ξεσπούσαν μάχες σε προάστια, οι αντικαθεστωτικές δυνάμεις έσφιγγαν τη θηλιά τους και μέσα στην πόλη ξεφύτρωναν σημεία ελέγχου με στρατιώτες του καθεστώτος Ασαντ που έψαχναν τα οχήματα για εκρηκτικά και όπλα.
«Στα χρόνια του πολέμου απέκτησα Facebook για να έχω άμεση επαφή με τους συγγενείς μου», λέει ο κ. Μπισάρας. Αρκετά μέλη της οικογένειάς του μπορούσαν να φύγουν από τη χώρα καθώς διαθέτουν διπλή υπηκοότητα (κάποιοι αμερικανική και άλλοι καναδέζικη). Σχεδόν όλοι όμως επέλεξαν να παραμείνουν στα σπίτια τους. Μία αδερφή του μόνο έχει εγκατασταθεί στα χρόνια του πολέμου στις ΗΠΑ. «Οποτε μιλάμε όμως κλαίει και λέει ότι δεν τη νοιάζει, θα τα μαζέψει όλα και θα γυρίσει στη Δαμασκό. Μπορεί να το κάνει και αυτό το καλοκαίρι», λέει ο 58χρονος γιατρός.
«Η ζωή συνεχίζεται»
Αλλες πόλεις της Συρίας όπως η Χομς ή το Χαλέπι εμφανίζουν εικόνες εκτεταμένης καταστροφής, σε αντίθεση με τη Δαμασκό. Σε κάποια προάστιά της, όπως το Jobar, δεν έμεινε πέτρα πάνω στην πέτρα. Σε μεγάλο μέρος της όμως η πρωτεύουσα είναι ανέπαφη. Γι’ αυτό και την επισκέφθηκε ο κ. Μπισά- ρας, παρά την αγωνία συγγενών και φίλων του στην Ελλάδα. Λίγες ημέρες πριν από το ταξίδι του, στις αρχές Ιουνίου, με συνεργασία των Ηνωμένων Εθνών και του Συριακού Ερυθρού Σταυρού, μοιράστηκαν τρόφιμα –αρκετά για να θρέψουν 2.400 ανθρώπους επί ένα μήνα– στο ισοπεδωμένο προάστιο Daraya. Ηταν η πρώτη φορά έπειτα από τέσσερα χρόνια που έφτανε ανθρωπιστική βοήθεια εκεί. Το προάστιο αποτελεί βάση ανταρτών και ο συριακός στρατός το πολιορκεί από το 2012.
Στη Δαμασκό όμως ο κ. Μπισάρας βίωσε μια διαφορετική καθημερινότητα, με ανθρώπους να πηγαίνουν στις δουλειές τους, παιδιά να φοιτούν σε σχολεία και την οικογένειά του να τον υποδέχεται με μεγάλα τραπεζώματα σε συγγενικά σπίτια και μαγαζιά. Μόνο οι τιμές, σε όλα τα προϊόντα, έχουν αυξηθεί δραματικά. «Η ζωή συνε- χίζεται», λέει. «Ο κόσμος επιμένει και έχει όρεξη για ζωή. Προσπαθεί να αφήσει πίσω του τον φόβο». Πλέον το ρεύμα κόβεται για τρεις ώρες την ημέρα και άλλες τόσες τη νύχτα στη συριακή πρωτεύουσα. Τα προηγούμενα χρόνια όμως οι διακοπές στην ηλεκτροδότηση συνέβαιναν αναπάντεχα και κανείς δεν γνώριζε ποια θα ήταν η διάρκειά τους. Στη Δαμασκό, πέρα από τις καθιερωμένες φωτογραφίες του προέδρου της χώρας Μπασάρ αλ Ασαντ, ο κ. Μπισάρας αντίκρισε και εικόνες του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν. Μέρος του συριακού πληθυσμού της πρωτεύουσας βλέπει θετικά τους ρωσικούς βομβαρδισμούς και την υποστήριξη στο καθεστώς Ασαντ. «Τον αποκαλούν “Αγιο Πούτιν”. Είδα φωτογραφίες του σε αυτοκίνητα και δρόμους. Θεωρούν ότι εάν δεν ήταν αυτός, η Συρία θα είχε παραδοθεί σε ισλαμιστές», λέει.