Μικρές «φωλιές» ταξιδιωτών
Στο Κουκάκι, ο Εντουαρντ και ο Ντάνιελ έκαναν ένα hostel με άρωμα Αυστραλίας
Ολο και περισσότερα youth hostels «ξεφυτρώνουν» στην Αθήνα, προσελκύοντας ταξιδιώτες από όλο τον κόσμο. Πέρα από τα σακίδια, φέρνουν μαζί τους κέφι και ζωντάνια στις αθηναϊκές συνοικίες, που δοκιμάζονται από την κρίση, καθώς γύρω τους «στήνονται» νέες επιχειρήσεις όπως πλυντήρια, καφέ, εστιατόρια. Τα εγκωμιαστικά σχόλια για τα ελληνικά youth hostels τα ανεβάζουν στις πρώτες θέσεις των παγκόσμιων κατατάξεων.
Νεαροί με ψάθινα καπέλα και μια μπίρα ανά χείρας παρακολουθούν έναν ποδοσφαιρικό αγώνα, τουρίστες άρτι αφιχθέντες με σακίδια και ψάθες στην πλάτη αναζητούν υπομονετικά το κατάλυμά τους, παιδιά απολαμβάνουν το παγωτό τους μετά την... επιβεβλημένη επίσκεψη στο Μουσείο της Ακρόπολης.
Είναι μεσημέρι Ιουλίου στο Κουκάκι, που τα τελευταία χρόνια προσελκύει όλο και περισσότερο ξένους – ειδικά νέους. Στην αρχή των οδών Δημητρακοπούλου, Βεΐκου, Μακρή, στον πεζόδρομο του Μακρυγιάννη αλλά και στις κάθετες οδούς, ο μέσος όρος ηλικίας που συναντά κάποιος μετά βίας ξεπερνά τα 28 χρόνια. Στα πέριξ του Μουσείου της Ακρόπολης, που, όπως ήταν αναμενόμενο, συγκεντρώνει το ενδιαφέρον τουριστών κάθε ηλικίας και εθνικότητας, προσφέρονται στέγη και συνοδευτικές υπηρεσίες για ξένους backpackers, τους ταξιδιώτες-περιηγητές με τα σακίδια. Επίσης, λειτουργούν επιχειρήσεις εστίασης που απευθύνονται σε νεανικό κοινό χαμηλού εισοδήματος, αλλά υψηλής αισθητικής και μόρφωσης, ενώ ταυτόχρονα πολλοί ιδιοκτήτες υπενοικιάζουν συστηματικά τα διαμερίσματά τους μέσω airbnb. Το αποτέλεσμα είναι η μία πλευρά του Κουκακίου να βιώνει μια πρωτοφανή άνθηση.
Το μυστικό; Εδωσε «βήμα» σε μια κατηγορία τουριστών, των νέων με το σακίδιο στους ώμους και το περιορισμένο βαλάντιο, που οι εγχώριοι της βιομηχανίας του τουρισμού μέχρι πρότινος αντιμετώπιζαν με επιφύλαξη. Και οι backpackers τους αντάμειψαν για την εμπιστοσύνη!
Ολα άρχισαν το 2003
«Το καλοκαίρι του 2003, λίγο προτού επισκεφθώ την Ελλάδα, άρχισα να ψάχνω στο Ιντερνετ για hostels», περιγράφει στην «Κ» ο Εντουαρντ Φίσερ, πάλαι ποτέ backpacker. Την όχι και τόσο μακρινή εκείνη εποχή λειτουργούσαν ορισμένα hostels στην Αθήνα χωρίς, όμως, ιντερνετική παρουσία. Δυνατότητα για online κράτηση δεν υπήρχε, ούτε βέβαια για έλεγχο της κάθε επιχείρησης μέσω της αξιολόγησης των προηγούμενων πελατών. «Εκδίδονταν ετήσιοι τουριστικοί οδηγοί με λίστες ξενοδοχείων και δωματίων, ενώ πληροφορίες κυκλοφορούσαν από στόμα σε στόμα» προσθέτει ο ίδιος. Κάπως έτσι αποφάσισε αρχικά με τον αδελφό του, Ντάνιελ, να νοικιάσουν ένα ακίνητο, όπου εφαρμόζουν το αυστραλιανό μοντέλο με την επωνυμία Athens Backpackers. Τα δώδεκα δωμάτια φιλοξένησαν το «χρυσό» καλοκαίρι των Ολυμπιακών Ολλανδούς εθελοντές, αλλά χρόνο με τον χρόνο το πελατολόγιο άρχισε να εμπλουτίζεται. «Μέχρι και το 2010, το 40% ήταν Αμερικανοί, το 30% Αυστραλιανοί και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι και Ασιάτες (Ιάπωνες και Κορεάτες), από 18 έως και 35 ετών» θυμάται ο Eντουαρντ, που έπειτα από τα πρώτα θετικά «σημάδια» μετακόμισε μόνιμα στην Αθήνα. Μετά την έναρξη της ελληνικής οικονομικής κρίσης, η «πίτα» μοιράζεται διαφορετικά, με τους Ευρωπαίους να κατέχουν τη μερίδα του λέοντος.
Για πολλούς το ελληνικό hostel αυστραλιανής φιλοσοφίας έγινε γνωστό το 2006, όταν έλαβε τη διάκριση του 5ου καλύτερου παγκοσμίως. «Ο κόσμος μας αξιολόγησε τόσο θετικά, γιατί εμείς εδώ τον κάνουμε να νιώθει ευπρόσδεκτος» διευκρινίζει στη σχετική ερώτηση ο 39χρονος Αυστραλός, «μέσω των πολλών κοινών χώρων ενθαρρύνουμε την κοινωνικοποίηση, επίσης δίνουμε οδηγίες και συνεχώς επικαιροποιημένες οδηγίες, ώστε οι επισκέπτες να απολαύσουν τη διαμονή τους στην Αθήνα». Το 32μελές προσωπικό του είναι ως επί το πλείστον Ελληνες. «Τους προτιμώ μακράν, γιατί είναι πολύ μορφωμένοι και δουλεύουν με εμένα, όχι για εμένα» διευκρινίζει.
Ελληνικές εμπειρίες
Σύμφωνα με τον Εντουαρντ, οι πελάτες του ενδιαφέρονται να έχουν «πιο πολύ ελληνικές εμπειρίες». Στη λογική αυτή, άλλωστε, τα δύο αδέλφια επέκτειναν τη δραστηριότητά τους σε νέα δωμάτια-στούντιο, πλυντήρια και στεγνωτήρια, δωμάτιο φύλαξης αποσκευών, εστιατόριο για fish ‘n’ chips, αλλά και το περίφημο «Αthens Sports Bar», που βρίσκονται το ένα δίπλα στο άλλο και είναι ανοικτά και σε μη πελάτες, συστήνοντας ατύπως μια μικρή «κοινότητα». «Πρόκειται για χώρους συνάντησης Ελλήνων και ξένων, που άλλοτε παρακολουθούν από κοινού αγώνες και άλλοτε τρώνε μαζί και ανταλλάσσουν απόψεις». «Οι νέοι Ελληνες είναι ευγενικοί, ανοικτοί και επικοινωνιακοί, έχουν ταξιδέψει πολύ και έτσι αποκτήσει μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση στη ζωή» επισημαίνει ο ίδιος. Οπως είναι αναμενόμενο, στο hostel χάρη στο παρεΐστικο κλίμα που προσφέρει συχνάζουν πολλοί μοναχικοί ταξιδιώτες, αλλά και μεγάλες παρέες φοιτητών. «Τα ζευγάρια προτιμούν τα διαμερίσματα από το airbnb», συμπληρώνει ο Ντέιβιντ, «δεν είμαστε ανταγωνιστές, λειτουργούμε συμπληρωματικά και έχουμε έναν κοινό στόχο: οι πελάτες μας να αγαπήσουν εμάς και την Αθήνα, ώστε να ξαναέρθουν».
Στο μικρό ξενοδοχείο, χάρη στο παρεΐστικο κλίμα που προσφέρει, συχνάζουν πολλοί μοναχικοί ταξιδιώτες, αλλά και μεγάλες παρέες φοιτητών.