Να γίνουμε χώρα-ηγέτις στον τουρισμό
Αν αξιοποιηθεί ο θησαυρός του παραλιακού μετώπου, η πρωτεύουσα θα γίνει πάμπλουτη
Η Ελλάδα πρέπει να γίνει χώρα-ηγέτις στην παροχή υπηρεσιών, τονίζει στην «Κ» ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ Ανδρέας Ανδρεάδης, μιλώντας για τον φετινό αριθμό ρεκόρ των 25 εκατομμυρίων αφίξεων τουριστών και τη χρυσή ευκαιρία της Αθήνας, «αν αξιοποιήσουμε το παραλιακό μέτωπο».
Μεσημεράκι Τρίτης 16 Αυγούστου. Το κέντρο της Αθήνας υποδύεται ότι είναι open for business. Ο τακτικός του θαμώνας βεβαίως δεν ξεγελιέται, η πόλη είναι άδεια. Ελάχιστα μαγαζιά είναι ανοικτά, ελάχιστοι και οι περαστικοί. Κοιτάζοντας λίγο πιο προσεκτικά, παρατηρείς ότι οι περισσότεροι είναι τουρίστες.
Λίγο αργότερα, στα βάθη της άνετης σάλας του Zonar’s, ο Ανδρέας Ανδρεάδης θα μου μιλούσε για την καταπληκτική προοπτική της Αθήνας, τον ανεκμετάλλευτο πλούτο του θαλάσσιου μετώπου της. «Είναι σαν η Αθήνα να είναι στρωμένη με χαρτονομίσματα και κανείς να μην καταδέχεται να σκύψει να τα μαζέψει», θα πει γλαφυρά.
Αλλά η πρώτη ερώτηση όφειλε να είναι άλλη. Πριν από πέντε χρόνια, ο κ. Ανδρεάδης, πρόεδρος του ΣΕΤΕ και διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Σάνη A.E., είχε «ξαναγευματίσει» με την «Κ». Οπως είχε πει τότε στον Ηλία Μαγκλίνη (6.09.11), «για να αλλάξει η Ελλάδα, θα χρειαστούν δυο γενιές». «Σήμερα πιστεύετε το ίδιο;» τον ρωτάμε. «Ναι, πίστευα όμως ότι θα είχαν ήδη μπει κάποια θεμέλια για να αρχίσει αυτό να γίνεται. Αλλά δυστυχώς πέντε χρόνια μετά, είμαστε πάλι στα ίδια. Προφανώς δεν μπορεί η Ελλάδα να γίνει μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα μέσα σε λίγα χρόνια. Θα περίμενε κανείς, όμως, ύστερα από τόσο πόνο και τόσο μεγάλα προβλήματα, να αρχίσει να κτίζεται η επόμενη ημέρα, να μπαίνουν κάποιες βάσεις, κάθε κυβέρνηση να έρχεται, να χτίζει και να το προχωράει ο επόμενος. Ομως δεν το βλέπουμε, και το ερώτημα είναι γιατί».
Σε ό,τι αφορά τον τουρισμό, το πεδίο ενδιαφέροντος και εξειδίκευσής του (αν και θα μου τονίσει πολλές φορές ότι ο τουρισμός δεν είναι αυθύπαρκτος, ενισχύεται και ενισχύει μια σειρά από άλλους κλάδους), συμβαίνει το παράδοξο τα χρόνια της κρίσης να έχει παρουσιάσει αλματώδη ανάπτυξη. Αυξήθηκε 50%, όταν άλλοι τομείς παρουσίασαν πτώση 25% και 70% οι κατασκευές. Ομως μοιάζει να μην εκμεταλλευόμαστε πλήρως τη δυναμική του. «Κι αυτό γιατί δεν υπάρχει ξεκάθαρο όραμα. Ρίξτε μια ματιά στον χάρτη, τη γεωστρατηγική θέση της χώρας. Είμαστε μια όαση σταθερότητας στην περιοχή, με έναν ομοιογενή λαό και έναν μοναδικό τρόπο ζωής. Είμαστε μέλος ενός ισχυρού κλαμπ που λέγεται Ευρώπη, της –παρά την κρίση– ισχυρότερης παγκόσμιας ένωσης. Είμαστε ένας φιλόξενος, εργατικός και σε μεγάλο βαθμό εκπαιδευμένος λαός, με δημιουργικότητα. Εχουμε το καλύτερο κλίμα, το πλουσιότερο πολιτιστικό απόθεμα. Πόσο δύσκολο είναι να καθίσουμε και να συλλάβουμε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο;».
Για τον ίδιο αυτό το όραμα είναι ξεκάθαρο. «Η Ελλάδα πρέπει να γίνει ηγέτης στην παροχή υπηρεσιών. Να γίνει ιδανική χώρα να ζει ο Ελληνας και ο ξένος μόνιμα ή προσωρινά». Χρειάζεται συνολική αλλαγή νοοτροπίας, ξεκινώντας φυσικά από την Παιδεία. «Σε μια χώρα, για παράδειγμα, που θα ήθελε να γίνει ηγέτης στις υπηρεσίες, θα έπρεπε να καλλιεργείται τουριστική συνείδηση από το δημοτικό, να δημιουργηθούν και ανώτατες σχολές, όχι μόνο στο πεδίο των τουριστικών επαγγελμάτων, αλλά και σε συναφείς τομείς. Ξέρετε ότι ένας καλός ζαχαροπλάστης, επιπέδου Γάλλου πατισιέ, βγάζει σήμερα στην Ελλάδα 2.000 ευρώ καθαρά; Κι όμως δεν υπάρχουν. Βγαίνουν ατέλειωτοι μηχανικοί, χωρίς να έχουμε κατασκευή να τους απορροφήσει».
Κανείς όμως δεν φαίνεται πρόθυμος να αναλάβει το όποιο πολιτικό ρίσκο και να χαράξει αυτή την πορεία. «Ο λόγος είναι η βραχυπρόθεσμη προσέγγιση του Ελληνα, που θέλει να βλέπει το άμεσο και όχι το μεσομακροπρόθεσμο, καθώς και η ιστορική μας αδυναμία να δούμε το προσωπικό όφελος μέσα από την κοινή ευκαιρία για το γενικότερο καλό, το λεγόμενο win win. Δεν καταλαβαίνουμε ότι, κλέβοντας τον ΦΠΑ, κάνουμε ζημιά στον εαυτό μας. Αν δεν καταφέρουμε να τα αλλάξουμε αυτά, δεν μπορεί να λειτουργήσει η χώρα. Και δυστυχώς πρέπει να πούμε ότι η πνευματική και οικονομική ελίτ δεν βοηθήσαμε όσο θα έπρεπε προς αυτή την κατεύθυνση. Εχουμε κι εμείς ευθύνη». Τα πάντα «ρίχνονται» στους δανειστές. «Ομως το όραμα γεννιέται από τον λαό και ανήκει στον λαό, δεν ανήκει στους δανειστές. Είναι δικό μας θέμα και των επόμενων γενεών».
Αν έπρεπε να ξεχωρίσει κάποιο από τα θετικά των τελευταίων πέντε χρόνων είναι ότι ο κόσμος έχει γίνει σοφότερος. «Από τη φάση της άρνησης περνάς στον συμβιβασμό και μετά στη λύση. Ετσι δεν γίνεται σε μια αρρώστια; Μια αρρώστια χωρίς εύκολο φάρμακο που το παίρνεις και γίνεσαι καλά. Τώρα χρειάζεται να έρθει κάποιος να συμβάλει να δημιουργηθεί το όραμα και να συλλάβει τον χάρτη υλοποίησης. Είναι τεράστια ευκαιρία να αρχίσουμε να χτίζουμε και να καταλάβουμε όλοι ότι πρέπει να επιλέγουμε αυτούς που μας διοικούν με βάση ποιος μπορεί να το υλοποιήσει αποτελεσματικότερα».
Η Ελλάδα πρέπει να κατευθύνει το all inclusive σε αμιγώς τοπικά προϊόντα και να εντάξει εστιατόρια και άλλες τοπικές επιχειρήσεις και εκτός ξενοδοχείων στην προσφορά. Θα περίμενε κανείς, ύστερα από τόσο πόνο και τόσο μεγάλα προβλήματα, να αρχίσει να χτίζεται η επόμενη ημέρα, κάθε κυβέρνηση να έρχεται, να χτίζει και να το προχωράει ο επόμενος. Ομως δεν το βλέπουμε...