Απαισιόδοξη προφητεία για το μέλλον
Η ταινία «Κάτω από το ηφαίστειο» του Τζον Χιούστον με τον Αλμπερτ Φίνεϊ
Υπάρχουν μερικά αριστουργήματα στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας που ίσως δεν πρέπει να «αγγίζονται» από τον κινηματογράφο. «Ο μεγάλος Γκάτσμπι», «Ο φύλακας στη σίκαλη», «Στο δρόμο», «Ταξίδι στην άκρη της νύχτας» (τυχαίες οι αναφορές)· πώς να μεταφέρει, άραγε, κανείς πλήρως το νόημα αυτών των βιβλίων στην τόσο αλλιώτικη τέχνη του σινεμά; Σχεδόν αδύνατο. Μια τέτοια απόπειρα έκανε το 1984 και ο σπουδαίος Τζον Χιούστον γυρίζοντας το «Κάτω από το ηφαίστειο», το οποίο βλέπουμε στα θερινά αυτή την εβδομάδα σε επανέκδοση. Το φιλμ βασίζεται, φυσικά, στο θρυλικό ομώνυμο έργο του Μάλκολμ Λόουρι, ενός από εκείνους τους «καταραμένους» συγγραφείς του ενός μυθιστορήματος –έγραψε κι άλλα, όμως κανένα ισάξιο- που εμφανίζονται σκόρπιοι στην ιστορία της λογοτεχνίας για να την καθορίσουν.
Η ταινία, όπως και το βιβλίο, τοποθετεί τη δράση της στο Μεξικό του 1938 σε μία και μόνο μέρα, την Ημέρα των Νεκρών, περίφημη γιορτή στη χώρα της Λατινικής Αμερικής. Πρωταγωνιστής ο πρώην Αγγλος πρόξενος Τζόφρεϊ Φίρμιν, αλκοολικός και απελπισμένος από την απουσία της πρώην συζύγου του Ιβόν. Οταν αυτή θα καταφθάσει, με ελπίδες επανένωσης το πρωινό εκείνης της ημέρας, ο μηχανισμός του αναπόφευκτου θα μπει σε κίνηση, κουβαλώντας στα γρανάζια του τόσο τους δυο τους όσο και τον μικρότερο, ιδεαλιστή αδελφό του Τζόφρεϊ, τον Χιου. Μάστορας στην ανάλυση χαρακτήρων, ο Χιούστον κάνει ότι μπορεί για να αποδώσει τους τραγικούς ήρωες του Λόουρι στην οθόνη, ωστόσο, όπως αφήσαμε να εννοηθεί και παραπάνω, είναι μάλλον καταδικασμένος να αποτύχει, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει πως και η δική του εκδοχή στερείται αξίας.
Κατ’ αρχάς υπάρχει το σκηνικό. Η μικρή πόλη Κουερναβάκα του Μεξικού, στη σκιά των ορεινών ηφαιστείων, παρουσιάζεται σαν τόπος μαγείας, αίσθηση που ενισχύει το φόντο της Ημέρας των Νεκρών – «μόνο στο Μεξικό γελάνε έτσι με τον θάνατο» επισημαίνεται κάποια στιγμή στο φιλμ. Το τελευταίο, κατά τα λοιπά, είναι ποτισμένο στο αλκοόλ (μέχρι κι ένας κόκορας πίνει τεκίλα) και τον θρήνο για τη χαμένη αγάπη. Ο κεντρικός ήρωας, ο «Πρόξενος», παρά το αρχοντικό του παράστημα, είναι μια μορφή ρημαγμένη, η οποία μπροστά της βλέπει να ανοίγεται η κόλαση. Τρομερός πότης, με χέρι που τρέμει διαρκώς αλλά μυαλό κοφτερό και – ανά διαστήματα– διαυγές, ο Τζόφρεϊ είναι ένας τραγικός ήρωας με τα όλα του. Ο Βρετανός Αλμπερτ Φίνεϊ ερμηνεύει τον χαρακτήρα με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο, βυθισμένος διαρκώς σε ένα μεθυσμένο μεταίχμιο μεταξύ συνείδησης και ονειρικής πραγματικότητας.
Τα παραπάνω όμως αποτελούν μόνο την επιφάνεια ή, αν προτιμάτε, το πρώτο επίπεδο της ταινίας. Τοποθετημένη στην αυγή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η ιστορία του Λόουρι –και σε αρκετά μεγάλο βαθμό η ταινία του Χιούστον– είναι μια αντιφασιστική κραυγή και ταυτόχρονα μια απαισιόδοξη προφητεία για το ανθρώπινο μέλλον. Η συνεχής αυτοκαταστροφή των ηρώων του μοιάζει να καθρεφτίζει εκείνη των κρατών και των λαών, που μέσα σε τρεις δεκαετίες συγκρούστηκαν δύο φορές με τα γνωστά ολέθρια αποτελέσματα.