Η ελληνοβουλγαρική συμφωνία
Επειτα από πολύχρονη προσπάθεια εξομάλυνσης, επήλθε οριστική αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων των δύο χωρών
Τον Απρίλιο του 1976, κατά την τριήμερη επίσκεψή του στην Αθήνα (911 Απριλίου), την πρώτη Βούλγαρου προέδρου στην Ελλάδα, ο Τοντόρ Ζίβκοφ έτυχε θερμής υποδοχής από την πολιτειακή ηγεσία της χώρας. Στην προσφώνησή του, κατά το επίσημο γεύμα προς τιμήν του υψηλού προσκεκλημένου, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Τσάτσος εξήρε τα βήματα προόδου που σημειώθηκαν τα τελευταία έτη στη σύσφιγξη των διμερών σχέσεων και τόνισε ότι οι δύο χώρες άφηναν οριστικά πίσω τους τις παλαιές διαφορές: «Επί πολλές δεκαετηρίδες τον χώρο των Βαλκανίων μάστιζαν κηρυγμένοι και ακήρυχτοι πόλεμοι. Επί πολλά έτη οι λαοί μας βρέθηκαν αντιμέτωποι με αιματηρούς αγώνες... Σήμερα έγινε κοινή συνείδηση στους δύο λαούς μας ότι οι παλιές διαφορές παραγράφηκαν και πως, συνεργαζόμενοι φιλικά για την επίτευξη κοινών στόχων, έχουμε πολλά περισσότερα να ωφεληθούμε [...] οι νέες φιλικές σχέσεις μας θεμελιώθηκαν σε βάσεις εδραίες και μόνιμες και αναπτύσσονται έκτοτε εις όφελος και των δύο λαών μας». Στην αντιφώνησή του ο πρόεδρος της Βουλγαρίας ευχαρίστησε τον ελληνικό λαό για τη θερμή υποδοχή και διαβεβαίωσε ότι η χώρα του και στο μέλλον θα εργαζόταν για την ανάπτυξη των ελληνοβουλγαρικών σχέσεων με εποικοδομητικό πνεύμα και στη βάση του πλήρους σεβασμού της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας, της ισοτιμίας και του αμοιβαίου συμφέροντος. «Εμείς θέλουμε να ζούμε σε ειρήνη, κατανόηση και συνεργασία με όλους τους λαούς», κατέληξε. Η τελευταία αυτή αποστροφή του Βούλγαρου προέδρου ερχόταν να προστεθεί στη δεδηλωμένη διάθεσή του να εργαστεί υπέρ της διαβαλκανικής συνεννόησης. Είναι χαρακτηριστική από αυτή την άποψη η δήλωσή του στο 11ο Συνέδριο του ΚΚΒ, που έλαβε χώρα στη Σόφια από τις 29 Μαρτίου έως τις 2 Απριλίου 1976, ότι «θα εξακολουθήσουμε να εργαζόμαστε με συνέπεια για να μεταβάλουμε τα Βαλκάνια σε περιοχή σχέσεων καλής γειτονίας, συνεννόησης και συνεργασίας».