200 εκτοξεύσεις δορυφόρων ετησίως Οι αναλύσεις των υπερυπολογιστών
μιας νέας γενιάς μικρών και άρα ελαφρών και φθηνών δορυφόρων, προτάθηκε για πρώτη φορά από τους καθηγητές Jordi Puig-Suari του California Polytechnic State University και Bob Twiggs του Stanford University. Οι δορυφόροι αυτοί είναι πλέον γνωστοί ως CubeSat και συνήθως έχουν διαστάσεις 10x10x11,35 εκατοστά.
Πριν από 5 χρόνια, μόλις 10 έως 20 CubeSats εκτοξεύονταν κάθε χρονιά, ενώ στις μέρες μας, ο αριθμός των εκτοξεύσεων έχει αυξηθεί στις 200 περίπου ανά έτος. Οι περισσότεροι από τους CubeSats έχουν φθάσει με τη μορφή φορτίου στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό και έχουν εκτοξευθεί από εκεί, μειώνοντας έτσι εξαιρετικά το κόστος εκτόξευσης ανά μονάδα φορτίου. Ωστόσο, τον Μάιο του 2015, η NASA ανακοίνωσε μια νέα γενιά πυραύλων, οι οποίοι θα εκτοξεύονται από το Kennedy Space Center και θα προσφέρουν δυνατότητα μεταφοράς CubeSats. Κάθε πύραυλος θα μπορεί να θέσει σε τροχιά βάρος από 30 έως 60 κιλά, το οποίο μεταφράζεται σε αρκετές δεκάδες CubeSats. Η δυνατότητα μεταφοράς των CubeSats με τη μορφή φορτίου, τους κάνει κατάλληλους για χρήση και σε αποστολές εκτός γήινης τροχιάς. Στο άμεσο μέλλον 11 μικροί δορυφόροι θα περιστρέφονται γύρω από τη Σελήνη και 2 μικροί δορυφόροι θα φτάσουν στον Αρη μέσω της αποστολής Mars Lander.
Σύμφωνα με τον Hugo Zunker, Policy Officer της Ε.Ε., ο οποίος ήταν παρών στην επίσκεψή μας στο Reading, «η Ευρώπη παρακολουθεί από κοντά την τάση των CubeSats, θεωρώντας ότι είναι κατάλληλοι για κάποιες εφαρμογές, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι μπορούν να αντικαταστήσουν το σύνολο των αποστολών που χρησιμοποιούνται οι μεγαλύτεροι δορυφόροι». Σε ερώτησή μας αν θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στο πλαίσιο του προγράμματος Copernicus, μας απάντησε ότι δεν υπάρχει προσωρινά τέτοια πρόβλεψη, καθώς η ομάδα δορυφόρων Sentinel καλύπτει επαρκώς τις ανάγκες του προγράμματος.
στην Αίγινα ίσως έχει ακόμα τη γνώση να παρατηρήσει από το προηγούμενο βράδυ τα σημάδια και να προβλέψει τι καιρό θα κάνει την επόμενη μέρα. Ομως όταν οι ανάγκες απαιτούν παγκόσμια πρόβλεψη και μάλιστα με ορίζοντα μέχρι 10 ημέρες, τα 300 TB δεδομένων που συλλέγονται από αισθητήρες και δορυφόρους καθημερινά, είναι αδύνατο να αναλυθούν από τον οποιονδήποτε ανθρώπινο εγκέφαλο.
Αυτή την εργασία έχει αναλάβει, ο «ΑΝΕΜΟΣ», ένας από τους δίδυμους υπερυπολογιστές που χρησιμοποιεί το ECMWF για να αναλύει σε καθημερινή βάση αυτόν τον ασύλληπτο όγκο δεδομένων και παράλληλα να κάνει οποιαδήποτε άλλη ανάλυση είναι απαραίτητη για τις απαιτήσεις της ναυτιλίας, των αγροτών, των κυβερνητικών οργανισμών, των αεροπορικών εταιρειών, ερευνητικών προγραμμάτων και οποιουδήποτε ιδιωτικού ή δημόσιου οργανισμού που η πρόβλεψη του καιρού παίζει καθοριστικό ρόλο στη λειτουργία του.
Οι απαιτήσεις σε υπολογιστική ισχύ του ECMWF μπορούν να συγκριθούν μόνο με αυτές του CERN, όπου λειτουργεί ο Large Hardon Collider, ο μεγαλύτερος σήμερα επιταχυντής σωματιδίων στον κόσμο. Σύμφωνα όμως με την δρα Isabella Weger, Deputy Director στο τμήμα του Computing, ενώ ο υπερυπολογιστής του CERN δέχεται ένα τεράστιο όγκο δεδομένων κάθε φορά που γίνεται ένα πείραμα στον επιταχυντή σωματιδίων, ο υπερυ- πολογιστής του ECMWF δέχεται τον ίδιο όγκο δεδομένων 365 μέρες τον χρόνο. Σχεδόν κάθε 4 έως 6 χρόνια δημιουργείται ανάγκη για την εγκατάσταση νέου υπερυπολογιστή, ενώ ενδιάμεσες αναβαθμίσεις χρειάζονται κάθε 2 με 3 χρόνια. Ο υπερυπολογιστής εγκατα- στάθηκε το 2014 και αναβαθμίστηκε το 2016. Ανάλογη είναι η ανάγκη αναβάθμισης του αποθηκευτικού χώρου. Σε τρία ερμητικά κλειστά γυάλινα δωμάτια, ρομποτικοί βραχίονες χειρίζονται κουτιά μνήμης, τα οποία στο σύνολό τους δημιουργούν τη μεγαλύτερη ψηφιακή βιβλιοθήκη μετεωρολογικών δεδομένων που υπάρχει σήμερα στον κόσμο με συνολική χωρητικότητα που ήδη ξεπερνά τα 200 Petabytes και αυξάνεται με ρυθμό ένα Petabyte ανά εβδομάδα. Ενα Petabyte είναι χίλιες φορές μεγαλύτερο από τη χωρητικότητα που έχει ο σκληρός δίσκος ενός μέσου υπολογιστή.
Οι απαιτήσεις σε υπολογιστική ισχύ του ECMWF μπορούν να συγκριθούν μόνο με αυτές του CERN.