Ενταση μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας
Μετά το χτύπημα στη Συρία
οι ήδη βεβαρημένες αμερικανορωσικές σχέσεις ύστερα από τη χθεσινή πυραυλική επίθεση που διέταξε ο πρόεδρος Τραμπ εναντίον αεροπορικής βάσης στη συριακή επαρχία Χομς, ως απάντηση στη δολοφονία δεκάδων αμάχων με χημικά αέρια, την Τρίτη. Το Κρεμλίνο παραλλήλισε την επίθεση με τον πόλεμο εναντίον του Ιράκ, το 2003, και ακύρωσε το μνημόνιο συνεννόησης με τις Ηνωμένες Πολιτείες για την αποτροπή αεροπορικής εμπλοκής των δύο μεγάλων δυνάμεων, ενώ ανακοίνωσε ότι θα ενισχύσει τη συριακή αεράμυνα. Πάντως, το Πεντάγωνο είχε ενημερώσει τη Μόσχα, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος να σκοτωθούν Ρώσοι στρατιώτες. Την επιλογή του Ντόναλντ Τραμπ επικρότησαν η Ευρωπαϊκή Ενωση και οι παραδοσιακοί σύμμαχοι των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ η Κίνα επέμεινε στην ανάγκη πολιτικής επίλυσης του Συριακού. Ο Αμερικανός πρόεδρος έδωσε την εντολή για επίθεση ενώ φιλοξενούσε τον Κινέζο ηγέτη Σι Τζινπίνγκ στο Παλμ Μπιτς της Φλόριντα.
Σε μια δραματική στροφή της πολιτικής του στο Συριακό, η οποία ήδη ρίχνει βαριά σκιά στις σχέσεις της χώρας του με τη Ρωσία, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ διέταξε πυραυλική επίθεση εναντίον αεροπορικής βάσης του καθεστώτος Ασαντ στη Συρία – κάτι που ουδείς προκάτοχός του είχε επιχειρήσει.
Γύρω στις 3.40 τα χαράματα (τοπική ώρα) της Παρασκευής, τα αμερικανικά αντιτορπιλικά «USS Porter» και «USS Ross», που βρίσκονταν στην Ανατολική Μεσόγειο, εκτόξευσαν πυραύλους Τόμαχοκ εναντίον της αεροπορικής βάσης Σαϊράτ, στην κεντρική επαρχία Χομς. Σε διάγγελμά του από την έπαυλή του στη Φλόριντα, ο Αμερικανός πρόεδρος δικαιολόγησε την απόφασή του ως επιβεβλημένη απάντηση στην πολύνεκρη επίθεση της περασμένης Τρίτης με χημικά αέρια στη συριακή επαρχία Ιντλίμπ, για την οποία ενοχοποίησε την κυβέρνηση Ασαντ. Σύμφωνα με τoν Τραμπ, η βάση Σαϊράτ επελέγη ως στόχος
Δραματική στροφή του Αμερικανού προέδρου στην πολιτική του στο Συριακό μετά την επίθεση στην Ιντλίμπ με χημικά όπλα – Είχε ειδοποιηθεί η Μόσχα.
γιατί από εκεί ξεκίνησαν τα αεροπλάνα που εκτόξευσαν χημικά αέρια, δολοφονώντας τουλάχιστον 70 ανθρώπους, μεταξύ των οποίων και πολλά παιδιά.
Στην πρώτη εκτίμηση των απωλειών, ο κυβερνήτης της Χομς Ταλάλ Μπαραζί ανέφερε ότι έξι Σύροι έχασαν τη ζωή τους, ενώ το ρωσικό υπουργείο Αμυνας έκανε λόγο για τέσσερις νεκρούς Σύρους στρατιώτες, έξι τραυματίες και δύο αγνοουμένους. Αργότερα, τα συριακά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι μεταξύ των νεκρών συμπεριλαμβάνονται εννέα άμαχοι, εκ των οποίων τέσσερα παιδιά.
Οπως έκανε γνωστό ο εκπρόσωπος Τύπου του Πενταγώνου, λοχαγός Τζεφ Ντέιβις, η Ρωσία είχε ειδοποιηθεί έγκαιρα για την επίθεση ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος να πληγούν στρατιώτες ή αεροσκάφη της, δεδομένου ότι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις επιχειρούν στη Συρία από τον Σεπτέμβριο του 2015. Το Κρεμλίνο επιβεβαίωσε την πληροφορία, αλλά ο εκπρόσωπος του προέδρου Πούτιν, Ντμίτρι Πεσκόφ, έκανε λόγο για «επίθεση εναντίον κυρίαρχου κράτους, κατά παραβίαση του διεθνούς δικαίου, με προκατασκευασμένο πρόσχημα». Η Ρωσία ακύρωσε το μνημόνιο που είχε συνυπογράψει με τις ΗΠΑ για την αποφυγή αεροπορικής εμπλοκής στη Συρία και ζήτησε έκτα- κτη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ενώ ο Πούτιν συγκάλεσε το ρωσικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας. Από την πλευρά του, το ρωσικό υπουργείο Αμυνας ανακοίνωσε ότι η Μόσχα θα ενισχύσει τα συστήματα αεράμυνας της Δαμασκού.
Το πιο άμεσο ερώτημα που απασχολεί τη διεθνή κοινότητα είναι αν η επίθεση αποτελεί μεμονωμένο, προειδοποιητικό πλήγμα ή την αρχή μιας κλιμακούμενης στρατιωτικής επέμβασης των ΗΠΑ με στόχο την ανατροπή του Ασαντ. Οι πρώτες ενδείξεις συνηγορούν υπέρ της πρώτης εκδοχής. Μιλώντας με δημοσιογράφους, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Ρεξ Τίλερσον δήλωσε ότι ο Τραμπ ήταν υποχρεωμένος να δράσει, καθώς «αν έκανε τα στραβά μάτια», θα ήταν ωσάν να ενθαρρύνει τη συνέχιση της χρήσης χημικών όπλων στη Συρία· τόνισε όμως ότι η επίθεση δεν πρέπει να μεταφράζεται ως ριζική αλλαγή στρατηγικής. «Δεν θα έσπευδα να ερμηνεύσω αυτό το συμβάν ως αλλαγή της πολιτικής μας ή του στρατιωτικού μας ρόλου στη Συρία», σημείωσε.
Λίγες ώρες προτού διατάξει την επίθεση, ο Τραμπ είχε μεταβεί στην έπαυλή του, στη Φλόριντα, όπου υποδέχθηκε τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ και τη σύζυγό του, για μια σημαντική διήμερη συνάντηση κορυφής. Η απόφαση να πληγεί η συριακή αεροπορική βάση ελήφθη στη διάρκεια σύσκεψης του Τραμπ με τους κορυφαίους επιτελείς του για θέματα άμυνας και ασφάλειας, οι οποίοι τον συνόδευαν στη Φλόριντα. Αμέσως μετά, ο Αμερικανός πρόεδρος παρέθεσε δείπνο στον Κινέζο ηγέτη. Η χρονική σύμπτωση ήταν και μήνυμα προς το Πεκίνο ότι η αμερικανική κυβέρνηση δεν θα διστάσει να δράσει μονομερώς στην κορεατική χερσόνησο, όπως το έπραξε στη Συρία, εάν η Κίνα δεν καταφέρει να συνετίσει τη Β. Κορέα αναφορικά με το πυρηνικό και πυραυλικό της πρόγραμμα.
Ενίσχυση της εικόνας του
Διατάσσοντας πυραυλική επίθεση την 77η ημέρα της προεδρίας του και μόλις δύο ημέρες μετά το μακελειό στην επαρχία Ιντλίμπ, ο Τραμπ ενίσχυσε, τουλάχιστον προσωρινά, την εικόνα του στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Ακόμη και οι πιο σκληροί εσωκομματικοί του αντίπαλοι, όπως οι γερουσιαστές Τζον Μακέιν και Λίντσεϊ Γκράχαμ, εγκωμίασαν την αποφασιστικότητά του, σε αντιδιαστολή με την ατολμία που καταλογίζουν στον Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος άφησε αναπάντητη τη χρήση χημικών αερίων σε ανάλογη επίθεση σε προάστιο της Δαμασκού το 2013. Ωστόσο, η χάραξη συνεκτικής πολιτικής για το Συριακό και τις σχέσεις ΗΠΑ - Ρωσίας παραμένει ζητούμενο για τη νέα αμερικανική κυβέρνηση.