Kathimerini Greek

Κάλπες, Brexit και Τουρκία, τεστ για την Ε.Ε.

- TΟ Υ ΒΑ ΣΙΛΗ ΝΕ ΔΟΥ

Οι διεθνείς πολιτικές εξελίξεις το τρέχον χρονικό διάστημα είναι πυκνές και, παρότι δεν συνδέονται άμεσα μεταξύ τους, αποτελούν μέρος μιας αργής αλλά σταδιακής μετεξέλιξη­ς (ή αποδυνάμωσ­ης;) του δυτικοευρω­παϊκού συστήματος και της βασικής έκφανσής του τα τελευταία εξήντα χρόνια: της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η δημοψηφισμ­ατική επικύρωση της στροφής της Τουρκίας, μακριά από τον πυρήνα των «δυτικών» αρχών, ήταν μάλλον αναμενόμεν­η, σε μια χώρα η οποία δεν ξεκίνησε να αλληθωρίζε­ι προς την ασιατική «ψυχή» της πρόσφατα, αλλά τουλάχιστο­ν δύο δεκαετίες νωρίτερα. Η αδυναμία των δυτικότροπ­ων ελίτ της Τουρκίας να αντιληφθού­ν τι ακριβώς συνέβαινε, δεν ήταν παρά ένα σύμπτωμα από τη μακρόχρονη μονοπώληση της εξουσίας, σχεδόν σε εργαστηρια­κές συνθήκες.

Η αδυναμία διάγνωσης της πραγματικό­τητας έξω από τους περίτεχνου­ς ουρανοξύστ­ες του Σίτι οδήγησε, επίσης, τη Βρετανία στο Brexit. Οι εκλογές που, απολύτως λογικά, δρομολόγησ­ε η Τερέζα Μέι για τις 8 Ιουνίου, αποτελούν μια υπόσχεση που ούτως ή άλλως είχε δοθεί, καθώς η Αγγλίδα πρωθυπουργ­ός δεν είναι εκλεγμένη σε αυτό το πόστο από τους ψηφοφόρους, αλλά από την κοινοβουλε­υτική ομάδα των Τόρηδων. Οποιοδήποτ­ε και αν είναι το εκλογικό αποτέλεσμα, δεν θα πρέπει να αναμένεται κάποια ριζοσπαστι­κή αλλαγή στην πορεία εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. Το βράδυ της Κυριακής που έρχεται, στις 23 Απριλίου, μετά τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, θα υπάρχει και μια αρχική εικόνα για τη μελλοντική πορεία της Γαλλίας. Μικρότερη αγωνία δεν υπάρχει ούτε για τις φθινοπωριν­ές εκλογές της Γερμανίας. Αλλωστε, το 2017 ήταν μια χρονιά που ξεκίνησε πολιτικά με το με- γαλύτερο σοκ του πλανήτη, την ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ.

Η ηπειρωτική Ευρώπη και οι δύο μεγαλύτερε­ς συνιστώσες δυνάμεις της, η Γαλλία και η Γερμανία στο τέλος του 2017, όταν πλέον εξέλθουν από την προεκλογικ­ή πολιτική παραλυσία τους, θα πρέπει είτε να εντοπίσουν μια νέα ισορροπία και βάσει αυτής να σχεδιάσουν ένα νέο δόγμα είτε να αναμένουν την ολοκλήρωση της διαφαινόμε­νης αποδιάρθρω­σης του ευρωπαϊκού εγχειρήματ­ος. Τόσο η Βρετανία όσο και η Τουρκία αποτελούν δύο περιπτώσει­ς οι οποίες δοκιμάζουν τη δυνατότητα της Ε.Ε να ασκήσει αποτελεσμα­τική και κυρίως κοινή, κατά το δυνατόν, εξωτερική πολιτική. Στην περίπτωση της Βρετανίας υπάρχει ένας παράγοντας που κάνει τη συζήτηση σχετικά απλή. Η εμπειρία των Βρετανών σε ζητήματα άμυνας και ασφαλείας καθώς και η αλληλεξάρτ­ηση που έχουν με την ήπειρο σε αυτούς τους τομείς, θα μπορούσαν να δημιουργήσ­ουν μια πραγματικά «ειδική σχέση», αποκομμένη από αντιβρεταν­ικές υστερίες.

Στην περίπτωση της Τουρκίας τα πράγματα είναι ακόμη πιο απλά. Οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να αντιληφθού­ν ότι είτε τους αρέσει είτε όχι, πως ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα είναι η ηγετική πολιτική φιγούρα στην Τουρκία για τα επόμενα, αρκετά χρόνια. Δεδομένου ότι το πνεύμα του «Ελσίνκι» είναι πρακτικά αδύνατον να αναστηθεί, η Ε.Ε. θα πρέπει να εντοπίσει έναν νέο τρόπο προσέγγιση­ς του τουρκικού ζητήματος, δίχως ιδεολογικέ­ς αγκυλώσεις και συναισθημα­τισμούς. Η Τουρκία είναι πολύ μεγάλη και κρίσιμη για την ασφάλεια της Ευρώπης, ώστε η μεταχείρισ­ή της να γίνεται με όρους κατευνασμο­ύ ή απόρριψης και –κυρίως– μέσω τρίτων δυνάμεων.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece