Τα δύο στρατόπεδα στην ΕΚΤ
Η μία ομάδα θέλει άμεσα τη λήξη της ποσοτικής χαλάρωσης – Οι αντίπαλοι θέλουν την ΕΚΤ να προχωρεί εξαιρετικά αργά.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προβληματίζεται για το πόσο γρήγορα πρέπει να κινηθεί προς την επαναφορά μιας κανονικής νομισματικής πολιτικής. Τρεις εβδομάδες πριν από την επόμενη απόφασή της, έχει ενταθεί η διαμάχη ανάμεσα στα 25 μέλη του Δ.Σ. της ΕΚΤ για το πότε θα ανακοινώσει και πότε θα εφαρμόσει την έξοδο από τη μη συμβατική νομισματική πολιτική. Το ένα στρατόπεδο συσπειρώνει όσους θέλουν να κινηθούν γρήγορα. Το αντίπαλο, όσους θέλουν να προχωρήσουν εξαιρετικά αργά. Η συνεδρίαση του Δ.Σ. της τράπεζας στις 8 Ιουνίου στο Ταλίν προσελκύει το ενδιαφέρον επενδυτών και οικονομικών αναλυτών, που αναζητούν ενδείξεις για το αν έχει ανακάμψει η Ευρωζώνη επαρκώς, ώστε να μπορεί η ΕΚΤ τουλάχιστον να συζητήσει επισήμως για την αντίστροφη μέτρηση. Ενώ, όμως, οι αξιωματούχοι συμφωνούν πως οι κίνδυνοι για την ανάπτυξη έχουν υποχωρήσει, η ανησυχία για τον επίμονα χαμηλό πληθωρισμό μπορεί να αναβάλει επί πολλούς μήνες την απόφαση για μείωση ή τερματισμό του προγράμματος αγοράς ομολόγων ύψους 2,3 τρισ. ευρώ. Το μήνυμα ότι η τράπεζα δεν βιάζεται να προχωρήσει σε αλλαγή της άκρως αναπτυξιακής πολιτικής της έχουν δώσει με δηλώσεις τους μέλη της εξαμελούς Εκτελεστικής Επιτροπής της. Στις αρχές του έτους, ο διοικητής της Τράπεζας της Αυστρίας Εβαλντ Νοβότνι εξέφρασε την άποψη ότι η ΕΚΤ θα μπορούσε να αυξήσει τα επιτόκια προτού τερματίσει την ποσοτική χαλάρωση. Η ιδέα αυτή, που έρχεται σε σύγκρουση με την πρόθεση της ΕΚΤ να περιμένει μέχρις ότου έχουν προ πολλού τερματισθεί οι αγορές ομολόγων, δεν έτυχε καμίας στήριξης. Αυτό υποστηρίζουν αξιωματούχοι της Ευρωζώνης που γνωρίζουν καλά το θέμα, αλλά προτίμησαν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους, καθώς οι σχετικές συζητήσεις είναι ανε- πίσημες και δεν ανακοινώνονται. Ο Πίτερ Πράετ, ο επικεφαλής των οικονομολόγων της τράπεζας, που παρουσιάζει στο Δ.Σ. τις προτάσεις της Εκτελεστικής Επιτροπής σχετικά με τη νομισματική πολιτική, έχει εκδηλώσει απροκάλυπτα τη στήριξή του στην υπάρχουσα κατάσταση. Προ ημερών δήλωσε πως «δεν μπορούμε να αλλάξουμε πολιτική τόσο απότομα». Εχει, άλλωστε, επανειλημμένως χαρακτηρίσει «σωστή τη συλλογιστική» της Fed, που πρώτα έδωσε τέλος στο δικό της πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και αργότερα αύξησε τα επιτόκια του δολαρίου. Στην ομιλία του, άλλωστε, ενώπιον του ολλανδικού Κοινοβουλίου, ο πρόεδρος Μάριο Ντράγκι τόνισε πως είναι πρόωρο να εκτιμήσει η τράπεζα ότι πέτυχε να τονώσει τις τιμές καταναλωτή. Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο Βίτορ Κονστάνσιο, μια παράταση της χαλαρής νομισματικής πολιτικής είναι λιγότερο επισφαλής ως στρατηγική από μια πρόωρη απόσυρση των έκτακτων μέτρων τόνωσης της οικονομίας. Ο ίδιος εκτιμά ότι η απόφαση για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης θα ληφθεί μετά το τέλος του καλοκαιριού. Οι Γερμανοί, που είναι οι δριμύτεροι επικριτές του προγράμματος, τελευταία δείχνουν συγκρατημένοι στις τοποθετήσεις τους για το πρόγραμμα. Ο Γενς Βάιντμαν, μέλους του Δ.Σ., έχει αρκεσθεί να χαρακτηρίσει «θεμιτή» τη συζήτηση επί του θέματος, ενώ η Ζαμπίνε Λοτενσλέγκερ επιμένει στις ίδιες δηλώσεις για τον τραπεζικό κλάδο, έπειτα από την παρέμβασή της τον Ιανουάριο, οπότε ζήτησε να συζητηθεί «σύντομα» η σταδιακή έξοδος από το πρόγραμμα. Η ανάκαμψη παγιώνεται, παρά τους κινδύνους όπως οι εκλογικές αναμετρήσεις στην Ευρωζώνη, οι συνομιλίες για την έξοδο της Βρετανίας από την Ε.Ε. και η αβεβαιότητα για τη στάση των ΗΠΑ στο διεθνές εμπόριο. Το επιβεβαιώνουν τα τελευταία στοιχεία, καθώς κατεγράφη το δέκατο έκτο συναπτό τρίμηνο ανάπτυξης. Το οικονομικό κλίμα βρίσκεται στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων σχεδόν 10 ετών και οι δείκτες των υπεύθυνων προμηθειών καταδεικνύουν ότι ο ιδιωτικός τομέας οδεύει καλώς. Καθοριστικό για τις αποφάσεις που θα ληφθούν τον Ιούνιο θα είναι αν τα οικονομικά στοιχεία θα επιβεβαιώνουν τις δημοσκοπήσεις και το οικονομικό κλίμα. Οπως έχει τονίσει ο κ. Πράετ, υπάρχει ένα «ερωτηματικό» ανάμεσα στις προβλέψεις και στα πραγματικά στοιχεία.