Το ΝΑΤΟ, η Σούδα και η Ελλάδα
Ηπροχθεσινή σύνοδος ηγετών του ΝΑΤΟ δεν πρόσφερε κάτι νέο ως προς τους στόχους της Συμμαχίας. Οσα συμβαίνουν τους τελευταίους μήνες σε όλη την περιφέρεια της Ευρώπης και οι πολλαπλές, ασύμμετρες απειλές που αντιμετωπίζει ο χώρος του Βορειοατλαντικού Συμφώνου σε συνδυασμό με την αναταραχή που έχει επιφέρει η επιθετική τακτική που ακολουθεί ο Ντόναλντ Τραμπ, έχουν μετατρέψει το ΝΑΤΟ σε έναν οργανισμό με αρκετά αβέβαιο προσανατολισμό. Ισως η μόνη βεβαιότητα, όπως αυτή εκδηλώθηκε από τον Γ.Γ. της Συμμαχίας Γενς Στόλτενμπεργκ, αφορά τη μεγαλύτερη «συμμετοχή» του ΝΑΤΟ στις επιχειρήσεις εναντίον του Ισλαμικού Κράτους. Ο Στόλτενμπεργκ τόνισε ότι δεν πρόκειται να υπάρξει απευθείας στρατιωτική εμπλοκή. Πράγματι. Ωστόσο, οι δυνάμεις χωρών που είναι κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ θα εμπλακούν.
Πασιφανώς, λόγω γεωγραφικής θέσης, η συζήτηση για τον τρόπο και τη φύση των επιχειρήσεων εναντίον του ISIS αφορά και την Ελλάδα. Τα συχνά άρρητα, αλλά παρασκηνιακά πολύ σοβαρά προβλήματα της Τουρκίας με τη Συμμαχία, καθώς και τις ΗΠΑ, έχουν δημιουργήσει ουσιαστική ανάγκη για εξεύρεση βάσεων οι οποίες μπορεί να υποστηρίξουν τις αμερικανικές και τις υπόλοιπες δυτικές δυνάμεις στην περιοχή. Πρόσφατα ο υπ. Εξωτερικών της Κύπρου Γιάννης Κασουλίδης επιβεβαίωσε μία πληροφορία που κυκλοφορούσε αρκετούς μήνες. Το Βερολίνο, από πέρυσι, αναζητούσε τόπο μετεγκατάστασης του σχετικά μικρού στρατιωτικού αποσπάσματος που εδρεύει στη βάση του Ιντσιρλίκ στην Τουρκία. Οι Γερμανοί είχαν εξετάσει ακόμη και τη λύση της βάσης «Ανδρέας Παπανδρέου» στην Κύπρο. Το γεγονός ότι μια χώρα του ΝΑΤΟ αναζήτησε λύση σε ένα νησί που έχει βάσεις με σχετικά μικρές δυνατότητες χωρικής επέκτασης, αποτελεί ένδειξη της έντασης που υπάρχει στη Συμμαχία. Εκ των πραγμάτων, η συγκεκριμένη πραγματικότητα φέρνει στην επιφάνεια την υπόθεση της βάσης της Σούδας, η οποία λειτουργεί ως το κατεξοχήν λιμάνι επισκευών και μεταστάθμευσης πολεμικών πλοίων. Επί τούτου, η Σούδα ήδη επεκτείνεται. Παράλληλα, λόγω της τακτικής μεταστάθμευσης μικρών, εξαιρετικά εκπαιδευμένων αμερικανικών μονάδων στην περιοχή, οι ελληνικές δυνάμεις κερδίζουν σε εμπειρία, αλλά και στο πολύ σημαντικό επίπεδο του στρατιωτικού «networking». Πρόκειται για εμπειρία πολύ σπάνια και εξαιρετικά χρήσιμη για τις οικονομικά χειμαζόμενες Ε.Δ. οι οποίες επιστρέφουν δυναμικά στο διεθνές πεδίο, αποδεικνύοντας ότι το μικρό μέγεθος της χώρας δεν αποτρέπει την ανάπτυξη σημαντικών ικανοτήτων σε διάφορους τομείς.