Προϋποθέσεις για την επιτυχή πορεία της χώρας
Κατά τον Καραμανλή, η απλή επάνοδός του δεν αρκούσε. Πάνω από όλα, έπρεπε να υπάρχει ένα σχέδιο που να οδηγεί όχι στην «επιστροφή» στην προδικτατορική δημοκρατία, αλλά στον γενναίο εκσυγχρονισμό του δημοκρατικού πολιτεύματος. Εθεσε δηλαδή, στο νέο πλαίσιο, τον ίδιο στόχο με αυτόν που είχε θέσει το 1963-67. Σε αυτή τη θέση ενέμεινε σταθερά: π.χ. στην επιστολή του προς τον βασιλιά Κωνσταντίνο τον Νοέμβριο του 1967, στη συνέντευξή του στον Monde τον ίδιο μήνα, στη συνομιλία του με τον Θεόδωρο Κουλουμπή το 1972, στις δηλώσεις του το 1973 αλλά και με άλλες ευκαιρίες.
Επιστολή προς τον βασιλιά
Η στοχοθεσία του διαφαίνεται στην επιστολή του προς τον Κωνσταντίνο στις 9 Νοεμβρίου 1967. Σε αυτήν επαναλάμβανε τις προϋποθέσεις για την επιτυχή πορεία της χώρας: «Ο βασικώτερος [λόγος για τη μη αποδοχή της πρότασης να επιστρέψει στην πολιτική το 1966] ήτο η πεποίθησίς μου ότι η Δημοκρατία δεν ήτο δυνατόν να λειτουργήση εν Ελλάδι χωρίς την εξυγίανσιν και τον εκσυγχρονισμόν της δημοσίας μας ζωής, αρχής γενομένης από το Σύνταγμα. Εις την πεποίθησίν μου, άλλωστε, αυτήν ωφείλετο και η αποχώρησίς μου από την πολιτικήν μετά την αποτυχίαν των προσπαθειών μου όπως αναμορφώσω τον δημόσιον βίον της χώρας». Πρότεινε μια συστηματική προσπάθεια ανατροπής της δικτατορίας, υπό την καθοδήγηση του βασιλιά, είτε με τον εξαναγκασμό των δικτατόρων να παραδώσουν ειρηνικά την εξουσία είτε και με τη βία – αν και ο ίδιος, όπως τόνιζε, δεν διέθετε τα δεδομένα για να αποφασίσει σχετικά με τη μέθοδο. Μετά την ανατροπή των δικτατόρων, όμως, η νέα κυβέρνηση θα έπρεπε έχει μια συγκροτημένη στόχευση: να «κατασιγάση τα πάθη και να δημιουργήση ουσιαστικάς και ψυχολογικάς προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν την αναδιάρθρωσιν και τον εκσυγχρονισμόν της πολιτικής μας ζωής»· να καταρτίσει νέο σύγχρονο Σύνταγμα· να αναμορφώσει την διοίκηση και την Παιδεία· «να εξυγιάνη διά ριζικών και αντιδημοτικών μέτρων την οικονομίαν»· να αποκαταστήσει την πειθαρχία στον στρατό, και να λύσει το Κυπριακό. Και κατόπιν να διενεργήσει δημοψήφισμα και εκλογές. Είχε ήδη τονίσει στον υπασπιστή του βασιλιά, Γ. Αρναούτη, ότι δεν θα δεχόταν να ηγηθεί αυτής της κυβέρνησης. Σχεδόν με την ίδια φρασεολογία παρουσίασε τις ίδιες σκέ- ψεις και στη συνέντευξή του στον Monde στα τέλη του μήνα.
Ωστόσο, προϋπόθεση για όλα αυτά –όπως τόνιζε έντονα– ήταν ο προσεκτικός σχεδιασμός των κινήσεων για την αποκατάσταση της ομαλότητας. Δεν έπρεπε να υπάρξουν σπασμωδικές ενέργειες και αποτυχίες. Μιλώντας με τον Αρναούτη, «επέστησα την προσοχήν του και του είπα, ότι μια τέτοια επιχείρησις [ανατροπής των δικτατόρων] θα πρέπει να έχη πλήρως παρασκευασθή διότι ενδεχομένη αποτυχία της θα είναι συμφορά». Λίγο αργότερα, έγινε ακριβώς αυτό που φοβόταν. Το σκοτάδι θα γινόταν πιο πυκνό.