Το μικρό ΠΑΣΟΚ και η δημοκρατία
Ηδιαγραφή του Κώστα Σηµίτη από τον ΓΑΠ και ο εξαναγκασµός του Βενιζέλου να αποχωρήσει από το ΚΙΝΑΛ είναι συµπτώµατα της πολιτικής συρρίκνωσης του πρώην κραταιού κινήµατος. Ισως πιο εύγλωττα και από τα χαµηλά εκλογικά του ποσοστά. Και τα εκλογικά ποσοστά της Νέας ∆ηµοκρατίας έφτασαν να συρρικνωθούν δραµατικά, όσο ποτέ άλλοτε στην ιστορία της, όµως µέσα σε µερικά χρόνια κατάφερε όχι µόνο να ανακάµψει, αλλά και να κυριαρχήσει στον µεσαίο χώρο. Για τον απλούστατο λόγο ότι η Νέα ∆ηµοκρατία δεν αντιµετώπισε ποτέ τον εαυτό της ως µικρό κόµµα του ευγενούς περιθωρίου. Το ΠΑΣΟΚ µετά από ένα ορισµένο σηµείο είχε αποφασίσει πως είναι «µικρό» κόµµα. Και ο σκληρός πυρήνας των ψηφοφόρων του αποδέχθηκε τις επιλογές του. Οι υπόλοιποι δραπέτευσαν είτε στον ΣΥΡΙΖΑ είτε στη Νέα ∆ηµοκρατία. Θα µου πείτε, ο Σηµίτης διεγράφη το 2008 και το 2009 το ΠΑΣΟΚ κέρδιζε τις εκλογές. Οµως, όπως αποδείχθηκε, είχε χάσει την εµπιστοσύνη της Κεντροαριστεράς, αλλά και της κοινωνίας. Ολ’ αυτά τα χρόνια στις συζητήσεις για ανάταξη της Κεντροαριστεράς πρωταγωνιστούσαν διάφοροι πανεπιστηµιακοί ερήµην του κόµµατος το οποίο, υποτίθεται, την εξέφραζε. Υπήρξε το πρώτο και το µεγάλο θύµα της κρίσης και της µνηµονιακής περιόδου.
Αύριο το µικρό αποφασίζει για τον νέο πρόεδρο. Κοινώς για το µέλλον του. Είτε θα παραµείνει το µικρό κόµµα που, αν και φοβισµένο απ’ τις ήττες του, κατάφερε να επιζήσει στις κακουχίες της ερήµου. Είτε θα προσπαθήσει να αποδείξει πως η πολιτική την οποία εκφράζει είναι ευρύτερη από τις σηµερινές του διαστάσεις. Τρεις οι υποψήφιοι που προσδοκούν να περάσουν στον δεύτερο γύρο: ο ΓΑΠ, ο Ν. Ανδρουλάκης και ο Ανδρ. Λοβέρδος. Ο ΓΑΠ µάς είναι γνωστός. Είναι το πιο βαρύ όνοµα. Το βράδυ της τελευταίας νίκης του, το 2009, οι οπαδοί στη Χαριλάου Τρικούπη φώναζαν: «Αντρέα, ζεις εσύ µας οδηγείς». Εδιναν ιδέες στον Τσίπρα, όµως θέλει να διεκδικήσει την Ονοµασία Προέλευσης. Το ΠΑΣΟΚ τού ανήκει, είτε µεγάλο είτε µικρό. Ο Ανδρουλάκης έχει ζήσει το «µικρό» ΠΑΣΟΚ. Και απ’ ό,τι φαίνεται, µε τη σιωπή του δεν τολµάει να το αγγίξει µπας και το ξυπνήσει.
Μένει ο Λοβέρδος. ∆εν τον θεωρούν αρκετά «αριστερό», όπως και πολλοί δεν θεωρούσαν τον Μητσοτάκη αρκετά «δεξιό». Φέρεται ως αουτσάιντερ στα στοιχήµατα, όπως και ο Μητσοτάκης. ∆εν έχει το ρητορικό χάρισµα µε τα ωραία ελληνικά του ΓΑΠ, ούτε τη «λαϊκή» προφορά του Ανδρουλάκη. ∆εν κολακεύει τους ζηλωτές του «µικρού ΠΑΣΟΚ», του «ευγενούς ΚΙΝΑΛ». Οµως οι αυριανές εκλογές δεν αφορούν µόνον αυτούς. Αφορούν τη σκηνή της δηµοκρατίας. Και αυτό είναι το πλεονέκτηµα του Λοβέρδου.