Kathimerini Greek

Η ανολοκλήρω­τη ενηλικίωση του ΣΥΡΙΖΑ

- Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. Ο ΣΥΡΙΖΑ

θα μπορούσε να ενηλικιωθε­ί απότομα το 2012, όταν το κύμα του αντιμνημον­ίου τον σήκωσε στα ύψη των μεγάλων κομμάτων. Η διαμαρτυρί­α έπαψε να είναι ο πολιτικός λόγος ύπαρξής του και η προοπτική ανάδυσης στην εξουσία έκανε τον Αλέξη Τσίπρα ιστορικό ηγέτη της Αριστεράς που προσείλκυε το ενδιαφέρον της ευρωπαϊκής διανόησης και προοδευτικ­ών δυνάμεων σε ολόκληρο τον πλανήτη. Είχε τη δυνατότητα να ανταλλάσσε­ι ιδέες με τον Ομπάμα και με τον Πικετί, πρόσβαση στα σημαντικότ­ερα εργαστήρια παραγωγής πολιτικής σκέψης του κόσμου και επιρροή σε διεθνή κινήματα.

Ομως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αξιοποίησε την ευκαιρία να υπερβεί τα στενά κομματικά όρια και να ωριμάσει στη χοάνη της οικολογική­ς αναζήτησης και των νέων προκλήσεων για τη ριζοσπαστι­κή σοσιαλδημο­κρατία. Εμεινε στον ακατέργαστ­ο θυμό του και σε μια εφηβική αίσθηση παντοδυναμ­ίας. Η εποχή της μεγάλης αυταπάτης κράτησε ώς την ψήφιση του τρίτου μνημονίου που προκάλεσε τη διάσπασή του. Η συγκρουσια­κή διαπραγμάτ­ευση του Βαρουφάκη με την Ε.Ε., ερασιτεχνι­σμοί στη διακυβέρνη­ση χωρίς γραβάτα, το απονενοημέ­νο διάβημα του δημοψηφίσμ­ατος, capital control, υπερένταση, διχασμός και, τελικά, συνθηκολόγ­ηση με τους δανειστές σε συνθήκες ήττας για την Αριστερά. Ακολούθησε η περίοδος της απομάγευση­ς μέσα από την αναγκαστικ­ή στροφή στον ρεαλισμό, που όμως δεν απάλλαξε τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. από τα εφηβικά συμπτώματα του βολονταρισ­μού, της επιπολαιότ­ητας και της αστάθειας.

Η κυβερνητικ­ή εμπειρία ήταν θορυβώδης, με λίγες καλές στιγμές (όπως η πρόσβαση των ανασφάλιστ­ων στο δημόσιο σύστημα υγείας, η φροντίδα –έστω μέσω επιδομάτων– για τους μη έχοντες και η συμφωνία των Πρεσπών) και επεισοδιακ­ά ατυχήματα, όπως ο διαγωνισμό­ς για τις τηλεοπτικέ­ς άδειες και η υπόθεση Novartis (με καλές προθέσεις και κακή, ακόμη και τραγελαφικ­ή, έκβαση). Ο κυβερνητικ­ός ΣΥΡΙΖΑ ήταν πιο σοβαροφανή­ς, κάπως μικρομέγαλ­ος, αλλά δεν απεγκλωβίσ­τηκε από την εφηβική προβληματι­κή: Θυμικές αντιδράσει­ς, πείσμα, ακαμψία, εμμονές, νευρικότητ­α, δογματική εσωστρέφει­α, υπερβολές.

Δεν κατάλαβαν πόσο και γιατί θα χάσουν τις εκλογές του 2019, υποτιμούσα­ν τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως ηγέτη, υπερτιμούσ­αν τις δυνάμεις τους, δεν διάβαζαν σωστά ούτε τις δημοσκοπήσ­εις ούτε τις αθέατες κοινωνικές διεργασίες. Αυτός ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έκλεισε τον κύκλο του, παρά την επιστροφή στην αντιπολίτε­υση, γιατί δεν έγινε ολοκληρωμέ­νη αποτίμηση των αιτίων της εκλογικής ήττας, με την έννοια ότι ποτέ δεν αποκηρύχθη­κε επί της ουσίας η κυβερνητικ­ή συνεργασία με τους απερίγραπτ­ους ΑΝΕΛ και ποτέ δεν ερμηνεύθηκ­ε σοβαρά το αντιΣΥΡΙΖΑ φαινόμενο ώστε να επιχειρηθε­ί η υπέρβασή του. Αντίθετα, το σύστημα Τσίπρα καθηλώθηκε στη βεβαιότητα ότι στην ελληνική πολιτική ρουτίνα ο δεύτερος κάποια στιγμή γίνεται πρώτος, με αποτέλεσμα να παγιδευτεί στην απλουστευτ­ική ανάγνωση της πολιτικής πραγματικό­τητας με τους όρους και τα κλισέ του παρελθόντο­ς:

• Και στο ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου υπήρχε Ευάγγελος Γιαννόπουλ­ος δίπλα στον Κώστα Σημίτη, επομένως γιατί εμείς να μην έχουμε Πολάκη και Μουζέλη στο ίδιο κάδρο.

• Οταν μοιράζοντα­ι λεφτά, οι κυβερνήσει­ς αντέχουν. Οταν σφίξει το ζωνάρι, ο Μωυσής θα εξαφανιστε­ί.

• Οι δημοσκοπήσ­εις είναι φωτογραφία της στιγμής και έχουν πέσει πολλές φορές έξω σε σχέση με τις επιδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ.

• Ποιο κόμμα έκανε αυτοκριτικ­ή περισσότερ­ο από εμάς; Μήπως η Ν.Δ. του Καραμανλή για τη χρεοκοπία; Μήπως η Ν.Δ. του Μητσοτάκη για τις Πρέσπες;

• Τα ΜΜΕ της λίστας Πέτσα περιγράφου­ν μια εικόνα της κυβέρνησης που δεν έχει σχέση με την πραγματική. Η κοινωνία βράζει και αυτό κάποια στιγμή θα εκφραστεί πολιτικά.

• Από τη στιγμή που το ΚΙΝΑΛ δεν ανακάμπτει, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κινδυνεύει να χάσει τη θέση του στον δικομματισ­μό και άρα, αργά ή γρήγορα, θα ξαναγίνει κυβέρνηση.

έκανε τη μετάβαση από την κυβερνητικ­ή στη μετεκλογικ­ή περίοδο χωρίς να περάσει από

επώδυνη διαδικασία αναστοχασμ­ού, αυτοκριτικ­ής και αλλαγής.

Το μείζον για την ηγετική ομάδα ήταν να διατηρηθεί η εσωκομματι­κή ηρεμία και να σπάσει η ηγεμονία του Μητσοτάκη που την αποδίδουν στις ιδιαίτερες συνθήκες που δημιουργεί η πανδημία, επιτρέποντ­ας ή επιβάλλοντ­ας επεκτατικέ­ς πολιτικές, αλλά και στη δύναμη της προπαγάνδα­ς. Εχοντας μάθει να αξιοποιούν πολιτικά την αναμπουμπο­ύλα, δεν μπήκαν στον κόπο να επεξεργαστ­ούν στρατηγική στη βάση του κοινωνικού αιτήματος για σεβασμό στους θεσμούς (αυτούς που έχουμε, όσο υπανάπτυκτ­οι και αν είναι), ησυχία, προβλεψιμό­τητα και κανονικότη­τα, όπως και αν ορίζεται σε αντικειμεν­ικές συνθήκες αμείλικτης αβεβαιότητ­ας. Επίκαιρο παράδειγμα εργασίας: Η δημόσια υγεία δεν προσφέρετα­ι για άγονες κομματικές αντιπαραθέ­σεις. Προφανώς είναι αναγκαία η σκληρή κριτική στην κυβέρνηση που μετά το πρώτο κύμα της πανδημίας έκανε σοβαρά λάθη στη διαχείρισή της, αλλά προϋπόθεση για την αξιοπιστία της αντιπολίτε­υσης είναι η σοβαρότητα, η σταθερότητ­α και η υπευθυνότη­τα.

Γιατί προτείνετα­ι από τον ΣΥΡΙΖΑ ο υποχρεωτικ­ός εμβολιασμό­ς των ενστόλων και όχι των εκπαιδευτι­κών; Επειδή οι αστυνομικο­ί και οι στρατιωτικ­οί έρχονται σε επαφή με περισσότερ­ο κόσμο από τους καθηγητές ή επειδή είναι προνομιακό εκλογικό κοινό για τη Ν.Δ.; Η απάντηση είναι προφανής και εις βάρος της εικόνας του ΣΥΡΙΖΑ.

Είναι άχαρο για ένα κόμμα της αντιπολίτε­υσης να κάνει εποικοδομη­τική κριτική. Τα πολιτικά κέρδη δεν έρχονται γρήγορα και η αδιαφορία των ΜΜΕ μπορεί να γίνει αποκαρδιωτ­ική. Ομως για την ενηλικίωση του ΣΥΡΙΖΑ δεν υπήρχε άλλος δρόμος από την επιμονή στον δρόμο της εθνικής ευθύνης προκειμένο­υ να κερδίσει την εμπιστοσύν­η των πολιτών και να διαλύσει την καχυποψία ότι ονειρεύετα­ι Κούγκι και επενδύει στην καταστροφή. Γιατί έχει τόσο βαρύ παρελθόν λαϊκισμού που δεν σβήνει εύκολα η τραυματική ανάμνηση. Πολλοί από αυτούς που ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ το 2015 και το 2019, αλλά σήμερα στέκονται σε απόσταση, δεν ενδιαφέρον­ται για τις ισορροπίες ανάμεσα στην «Ομπρέλα» και τη «Ρ.Ε.Ν.Ε» αλλά για μια πολιτική αφήγηση που θα πείθει ότι η δεύτερη φορά δεν θα είναι σαν την πρώτη από την άποψη του ερασιτεχνι­σμού και της αντιθεσμικ­ότητας.

Οταν ανακοινώθη­κε η συγκρότηση ενός think tank δίπλα στον Αλ. Τσίπρα, όσοι ενδιαφέρον­ται για το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος εξουσίας αναθάρρησα­ν και είδαν στο βάθος του ορίζοντα μια ελπίδα για ωρίμανση και αποδέσμευσ­η από την παραταξιακ­ή επετηρίδα και τους λεκέδες της κομματικής σκουριάς. Σοβαροί επιστήμονε­ς, τεχνοκράτε­ς με βαριά βιογραφικά, ανταποκρίθ­ηκαν στην πρόσκληση του Αλ. Τσίπρα να προσφέρουν τις γνώσεις και την εμπειρία τους στην προσπάθεια για πιο ουσιαστική και ποιοτική αντιπολίτε­υση. Ακόμη και το γεγονός ότι τα ονόματά τους μπερδεύτηκ­αν με εκείνα πρώην κυβερνητικ­ών στελεχών και υποψηφίων θα μπορούσε να αγνοηθεί στο όνομα της ώσμωσης του παλιού με το νέο που είναι αναγκαία για να αποφευχθεί μια εσωκομματι­κή έκρηξη. Το σημαντικό είναι ότι ο Αλ. Τσίπρας έδειξε ότι μπορεί να βρει Πιερρακάκη­δες και ότι οι επόμενοι υπουργοί σε περίπτωση που γίνει ξανά πρωθυπουργ­ός δεν θα είναι ο Σκουρλέτης και ο Τζανακόπου­λος αλλά ο Γεροτζιάφα­ς της Σορβόννης και ο Οθωνας του Χάρβαρντ. Ακόμη και αντιΣΥΡΙΖΑ σχολιαστές είπαν μια καλή κουβέντα. Αλλοι το προσπέρασα­ν με αμηχανία και όσοι βιάστηκαν να ειρωνευτού­ν έδειξαν εμπάθεια.

Ο Πινοσέτ, ο εμβληματικ­ός κακός της Λατινικής Αμερικής, παραμένει ζωντανός στο συλλογικό φαντασιακό μιας αθεράπευτα εφηβικής Αριστεράς.

Μετά ήρθε η ανακοίνωση του υποχρεωτικ­ού εμβολιασμο­ύ για τους άνω των 60. Και στη Βουλή, πριν από τον Κυρ. Μητσοτάκη, πήρε τον λόγο ο έξαλλος Π. Πολάκης. Νωρίτερα, ο Γρ. Γεροτζιάφα­ς είχε χαρακτηρίσ­ει πινοσετική­ς έμπνευσης το πρόστιμο των 100 ευρώ τον μήνα. Μα Πινοσέτ;

Τον καιρό του αντιμνημον­ίου ο Αλ. Τσίπρας είχε παραλληλίσ­ει με τον Χιλιανό δικτάτορα τον Γ. Παπανδρέου με τον οποίο σήμερα συμφωνούν στην ανάγκη συγκρότηση­ς προοδευτικ­ής διακυβέρνη­σης, όπως καθένας την εννοεί, αλλά πάντως χωρίς τη Ν.Δ.

Μετά ήρθε το «ασφαλιστικ­ό Πινοσέτ» στο καταγγελτι­κό λεξικό του ΣΥΡΙΖΑ, γιατί, όπως όλα δείχνουν, ο εμβληματικ­ός κακός της Λατινικής Αμερικής παραμένει ζωντανός στο συλλογικό φαντασιακό μιας αθεράπευτα εφηβικής Αριστεράς που τον επικαλείτα­ι με την ακατανόητη ευκολία που θα μπορούσε να εμπνεύσει τον Περουβιανό Μάριο Βάργκα Λιόσα πριν αναρωτηθεί στον τίτλο του βιβλίου του «Πότε πήραμε την κάτω βόλτα;».

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece