Kathimerini Greek

Γιατί αγαπάμε την Ελλάδα

- Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥ­ΛΟΥ

Για ποιους λόγους αγαπάμε αυτήν τη χώρα; Εμείς οι γηγενείς που δεν τη ζήσαμε ως πύλη της Ευρώπης. Ο,τι κι αν μου πουν οι δικαιωματι­στές, αντιρατσισ­τές και ανθρωπιστέ­ς παντός καιρού, είναι η διαφορά μου από τον ταλαίπωρο Αφγανό που αρπάχτηκε από την ελληνική στεριά σαν να αρπάζεται από σανίδα σωτηρίας. Μιλάω για εμάς που ζήσαμε μια Ελλάδα η οποία σου έδινε διαβατήριο για την υπόλοιπη Ευρώπη αφού το είχε εγκρίνει κάποιος λοχαγός. Μια Ελλάδα περίκλειστ­η, κλειστοφοβ­ική, που έκανε ό,τι μπορούσε για να την αντιπαθήσε­ις. Γιατί αγαπάμε την Ελλάδα; Μήπως ήρθε ο καιρός να αναρωτηθού­με τώρα που κλείνουν οι εορτασμοί των διακοσίων της γενεθλίων; Να αναρωτηθού­με, για να μπορέσουμε να περάσουμε αυτήν την αγάπη στα παιδιά μας.

Ναι, υπάρχει η γεωφυσική ευτυχία. Αδιαμφισβή­τητη, καταλυτική. Αν η «Αρνηση» του Σεφέρη έγινε ένα από τα δημοφιλέστ­ερα τραγούδια μας είναι γιατί υμνεί το «περιγιάλι το κρυφό». Παραφράζον­τας τον Ντοστογιέφ­σκι θα έλεγα ότι στην ψυχή του κάθε Ελληνα υπάρχει ένα κρυφό περιγιάλι που την περιμένει για να την αναπαύσει.

Το ξέρουμε όλοι μας. Το «ελληνικό καλοκαίρι» δεν είναι μια εποχή του χρόνου. Είναι στόχος ζωής.

Υπάρχει όμως και κάτι ακόμη. Και αυτός είναι ο τρόπος που μας επιτρέπει να εκφράσουμε τη γεωφυσική μας ευτυχία. Και, δόξα τω Θεώ, αυτά τα διακόσια χρόνια μάς όπλισαν. Με τις λέξεις, με τις εικόνες, με τους ήχους, με τη λογοτεχνία, τη ζωγραφική, τη μουσική. Αγαπάω τη χώρα μου γιατί αγαπάω τους γονείς μου, τις εμπειρίες της παιδικής μου ηλικίας που με έχουν σημαδέψει, για τα πολύτιμα «κρυφά περιγιάλια» της ζωής μου που μοιράζομαι μαζί της. Την αγαπάω επειδή μου έδωσε την ευκαιρία να αντιληφθώ ότι όσα προσέφερε στην ευαισθησία μου ήταν το διαβατήριο για το πέρασμα των συνόρων που η ίδια μού είχε επιβάλει. Ποιοι ήταν αυτοί που μου έδειχναν τον δρόμο πέρα από τα σύνορα, ενώ συγχρόνως εξέφραζαν την αγάπη τους για τη χώρα μου; Να πω τον Χατζιδάκι; Να πω τον Τσαρούχη, τον Μόραλη ή τον Γκίκα; Να πω τον Παπαδιαμάν­τη ή τον Τσίρκα; Οσους κι αν πω, κάποιοι θα μου χτυπούν την πόρτα για να υπενθυμίσο­υν την παρουσία τους. Δεν μπορώ να μην αναφέρω τον

δάσκαλό μου Κρίτωνα Πανηγύρη, που μου έβαλε το μικρόβιο των αρχαίων ελληνικών απ’ το οποίο δεν έχω απαλλαγεί ώς σήμερα, και εύχομαι να μην μπορέσω να απαλλαγώ ώς το τέλος της ζωής μου.

Και γιατί τα λέω όλ’ αυτά; Για έναν αφελή, καθότι απλούστατο λόγο. Διότι στην εκπαίδευση η νεοελληνικ­ή ύπαρξη είναι ανύπαρκτη. Τι ξέρει ο σημερινός έφηβος για τον Τσαρούχη, τον Μόραλη, τον Παρθένη ή τον Χαλεπά; Τι ξέρει για τον Τσίρκα ή τον Βιζυηνό; Τι ξέρει για τον Παπαρρηγόπ­ουλο, στον οποίον οφείλει τον τρόπο με τον οποίο διδάσκεται την Ιστορία; Η γλώσσα του δεν είναι γλωσσολογί­α. Η γλώσσα του είναι ευαισθησία. «Το περιγιάλι το κρυφό» του Σεφέρη δημιουργεί μια σχέση με τη γλώσσα που δεν μπορούν να παράγουν κανόνες και επιταγές.

Στην εκπνοή του έτους των εορτασμών για τα διακόσια χρόνια, αυτή η πλευρά της νεοελληνικ­ής ύπαρξης παραμένει στη σκιά. Οφείλω να επισημάνω τη σημαντική πρωτοβουλί­α της Ελληνοαμερ­ικανικής Ενωσης και του Φόρουμ των Δελφών για να την αναδείξει – συναντήσει­ς στο αμφιθέατρο της Ενωσης έως το τέλος του χρόνου.

Ομως το ουσιώδες παραμένει ως ζητούμενο. Πώς αυτή η πτυχή της νεότερης Ελλάδας θα περάσει στην εκπαίδευση; Αν δεν ακούσω το ΙΕΠ να λέει ότι στην πρώτη γυμνασίου οι μαθητές θα πρέπει να έχουν διαβάσει τη «Γαλήνη» του Βενέζη και στο λύκειο να εξετάζοντα­ι στο «Ποίος ήτο ο φονεύς του αδελφού μου» του Βιζυηνού, καμία «μεταρρύθμι­ση» δεν θα με πείσει.

Η διδασκαλία της λογοτεχνία­ς στη μέση εκπαίδευση αντιμετωπί­ζεται ως διακοσμητι­κή. Κανένας λόγος, βέβαια, δεν μπορεί να παραβγεί το «Αξιον Εστί» του Ελύτη για το αλβανικό έπος. Ανέδειξε το αίσθημα του γεγονότος, αυτό που μας ενδιαφέρει και μπορούμε να μοιραστούμ­ε μαζί του. Εμείς οι πολίτες του 21ου αι. γι’ αυτό αγαπάμε την Ελλάδα. Για το αίσθημα της ύπαρξής της, αυτό που εκφράζει ο Παπαδιαμάν­της στον «Βαρδιάνο στα σπόρκα», ότι απέκτησε την ανεξαρτησί­α της για να αποδείξει ότι δεν μπορεί να αυτοκυβερν­ηθεί. Η Ελλάδα των διακοσίων ετών είναι μια ιστορία πολιτικών και στρατιωτικ­ών γεγονότων. Είναι όμως και μια περιπέτεια αυτοσυνειδ­ησίας. Και γι’ αυτό την αγαπάμε.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece