Η ΕΟΚ, η Ελλάδα και οι χώρες της Ιβηρικής
Η προοπτική ένταξης της Ισπανίας και της Πορτογαλίας στην Κοινότητα περιπλέκει την ελληνική προσχώρηση
Οταν οι διαπραγματεύσεις με τη Δανία, την Ιρλανδία, τη Νορβηγία και το Ηνωμένο Βασίλειο ολοκληρώθηκαν τον Ιανουάριο του 1972, η ΕΟΚ κατήργησε την ειδική ομάδα διεύρυνσης, καθώς δεν ανέμενε να ασχοληθεί εκ νέου με το ζήτημα αυτό στο εγγύς μέλλον. Ωστόσο, σύντομα το ζήτημα ανέκυψε ξανά το 1975, μετά την κατάρρευση των ακροδεξιών αυταρχικών καθεστώτων σε Ελλάδα, Ισπανία και Πορτογαλία. Η Κοινότητα έπρεπε να εξετάσει για πρώτη φορά τον διαφορετικό χαρακτήρα των υποψήφιων μελών – από μακρόβιες δημοκρατίες και οικονομίες της αγοράς όπως το Ην. Βασίλειο σε πρόσφατα εκδημοκρατισμένα κράτη με εύθραυστες οικονομικές δομές. Επιπλέον, οι ευρύτερες πολιτικές αλλαγές και οι διεθνείς γεωπολιτικές ανακατατάξεις της δεκαετίας του 1970 ήρθαν πολύ πιο έντονα στο
προσκήνιο και για πρώτη φορά συνδέθηκαν ρητά με τη διαδικασία διεύρυνσης.
Το 1975, ειδήμονες, δημοσιογράφοι και πολιτικοί ήταν πεπεισμένοι πως οι εξελίξεις στη Νότια Ευρώπη είχαν φτάσει σε σημείο καμπής. Στον άμεσο περίγυρο της Δυτικής Ευρώπης δυνάμωνε η τέλεια καταιγίδα, με διαφορετικά στοιχεία να αλληλεπιδρούν ταυτόχρονα – και μάλιστα ενάντια στο μετασχηματιστικό περιβάλλον
της ύφεσης του Ψυχρού Πολέμου. Παρά τον συντηρητικό χαρακτήρα της, δηλαδή τη σταθεροποίηση του status quo ανάμεσα στις υπερδυνάμεις και στους αντίστοιχους συνασπισμούς, η ύφεση είχε επιπτώσεις στο περιβάλλον της νότιας Ευρώπης: εκεί, η χαλάρωση του ψυχροπολεμικού πλαισίου είχε ενισχύσει περαιτέρω την εσωτερική αστάθεια. Ο μεγαλύτερος φόβος για τις δυτικές ελίτ κατέστη η ελλιπής
πολιτική νομιμοποίηση λόγω της πρόσληψης των νέων εξελίξεων του Ψυχρού Πολέμου σε αυτές τις προσφάτως εκδημοκρατιζόμενες χώρες, καθώς και οι πιθανές επιπτώσεις λόγω της μείωσης της εγχώριας λαϊκής στήριξης προς την (υπό αμερικανική ηγεσία) δυτική τάξη πραγμάτων. Αυτή η πιθανή απώλεια πίστης της κοινής γνώμης της Νότιας Ευρώπης για τα οφέλη της ενσωμάτωσης στη Δύση τροφοδοτούνταν από εξελίξεις όπως οι
παγκόσμιες νομισματικές και ενεργειακές κρίσεις ή η κρίση στους διατλαντικούς δεσμούς, εξελίξεις που απειλούσαν να ανατρέψουν τους βασικούς πυλώνες που είχαν συμβάλει στη «δημιουργία της Δύσης». Ο κίνδυνος αυξανόταν ακόμη περισσότερο εφόσον στο εσωτερικό των κοινωνιών των τριών αυτών κρατών της Νότιας Ευρώπης κέρδιζε έδαφος η αντίληψη ότι η κύρια απειλή δεν προερχόταν από το ανατολικό μπλοκ.