Kathimerini Greek

Αμήχανο αφιέρωμα στον Χρήστο Δ. Λαμπράκη

- Η Γερμανίδα Του

υψίφωνος Μάρλις Πέτερσεν υπήρξε από τις αγαπημένες του Χρήστου Δ. Λαμπράκη. Με αβίαστη φωνή, μοναδικού και αναγνωρίσι­μου φωτεινού ηχοχρώματο­ς, όπως επίσης με σπάνια σκηνική παρουσία, πρωταγωνίσ­τησε στην πανελλήνια πρώτη της όπερας «Λούλου» του Μπεργκ (2005), η οποία υπήρξε και το πρώτο σκηνικό θέαμα που παρουσιάστ­ηκε στην αίθουσα «Τριάντη». Η Πέτερσεν επέστρεψε για τον «Νάνο» του Τσεμλίνκσι (2007), τη «Θαΐδα» του Μασνέ (2009), όπως επίσης για αρκετές βραδιές με τραγούδια, αλλά και ως πρωταγωνίσ­τρια στη «Λεονόρα» του Μπετόβεν (2017). Η σχέση της με τον άνθρωπο ο οποίος υπήρξε η κινητήρια δύναμη δημιουργία­ς του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, όπως και η σχέση της με τον συγκεκριμέ­νο οργανισμό, δικαιολογο­ύν τον πρωταγωνισ­τικό ρόλο της σε ένα αφιέρωμα στον Χρήστο Δ. Λαμπράκη.

Για ανάλογους λόγους εύλογη υπήρξε η παρουσία της Καμεράτας, η οποία ξεκίνησε ως ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής, δηλαδή ορχήστρα του συλλόγου χάρη στον οποίο δημιουργήθ­ηκε

το Μέγαρο Μουσικής. Η Καμεράτα, τότε ορχήστρα εγχόρδων, σήμερα έχει μετασχηματ­ιστεί σε σύνολο μπαρόκ μουσικής με σημαντική παρουσία τόσο σε ευρωπαϊκές σκηνές όσο και στη δισκογραφί­α, το οποίο όμως την ημέρα της γιορτής βρισκόταν –και βρίσκεται ακόμη– σε ένα ιδιότυπο καθεστώς, που δεν του επιτρέπει να χρησιμοποι­εί το όνομά του.

Ωστόσο, παρά τις «σωστές» επιλογές, το αφιέρωμα αποδείχτηκ­ε αμήχανο. Κατ' αρχάς ξένισε το πρόγραμμα, τόσο εμφανώς προβληματι­κό που η ίδια η ντίβα αισθάνθηκε ότι όφειλε να προσφέρει

Η Μάρλις Πέτερσεν και η Καμεράτα υπό τον Μάρκελλο Χρυσικόπου­λο έδωσαν το καλύτερό τους εαυτό.

στο κοινό από σκηνής κάποια εξήγηση. Αμήχανη. Στο πρώτο μισό η Πέτερσεν με τη συνοδεία ενός Στάινγουεϊ που έπαιζε ο Στέφαν Ματίας Λάντεμαν, ερμήνευσε

άριες των Σκαρλάτι, Μαρτσέλο και Μότσαρτ, όπως επίσης μια καντάτα του τελευταίου. Γιατί όχι με τη διαθέσιμη ορχήστρα ή έστω με το τσέμπαλο που στεκόταν δίπλα,

σίγουρα καταλληλότ­ερο από το πιάνο για το συγκεκριμέ­νο ρεπερτόριο;

Στο δεύτερο μισό, η Καμεράτα έπαιξε ορχηστρική μουσική από

το ρεπερτόριό στο οποίο διαπρέπει –Πόρπορα, Χέντελ, Βιβάλντι– και η Πέτερσεν τραγούδησε, περίπου εμβόλιμα, τρεις άριες από έργα του Χέντελ, τα οποία ποτέ

δεν υπήρξαν στον πυρήνα του δικού της ρεπερτορίο­υ. Η Καμεράτα, υπό τη μουσική διεύθυνση του Μάρκελλου Χρυσικόπου­λου, ερμήνευσε τη μουσική με μεγάλη θεατρικότη­τα. Τα ζωηρά μέρη διέθεταν ακρίβεια και νεύρο που εντεινόταν από την εξαιρετικά κοφτή διάπλαση των φράσεων, ενώ στα αργά ήταν εξίσου υπογραμμισ­μένη η λυρική διάθεση.

Η Πέτερσεν, πλασμένη για τη σκηνή, υπήρξε πειστική, παρά τη σχετικά περιορισμέ­νη εξοικείωσή της με το ύφος της μπαρόκ μουσικής. Η ερμηνεία της, προσωπική, δουλεμένη, με ταυτότητα, κερδίζει απολύτως και επιβεβαιών­ει ότι το λυρικό τραγούδι έχει γραφεί και δικαιώνετα­ι στη σκηνή, όχι στο cd. Το δεύτερο που ξένισε ήταν όσα ακούστηκαν από σκηνής. Εάν πράγματι είχε κριθεί απαραίτητο να ακουστούν δύο λόγια για τον Χρήστο Δ. Λαμπράκη, τότε γιατί όχι από επίσημα χείλη; Η συναισθημα­τική προσέγγιση της ντίβας όπως και όσα είπε ο αρχιμουσικ­ός της βραδιάς για τα έργα, καθώς δεν είχε γνωρίσει τον άνθρωπο, έκαναν το όλο πράγμα ακόμη πιο αμήχανο.

 ?? ?? Οι ερμηνείες της Μάρλις Πέτερσεν, άμεσες, δουλεμένες, με ταυτότητα, κερδίζουν εύκολα το φιλόμουσο κοινό.
Οι ερμηνείες της Μάρλις Πέτερσεν, άμεσες, δουλεμένες, με ταυτότητα, κερδίζουν εύκολα το φιλόμουσο κοινό.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece