Πώς να πάρουμε τη χώρα μας πίσω
Είναι αλήθεια: αν ψάχνετε τώρα για να κλείσετε δωμάτιο σε κάποιο νησί ή στην Πελοπόννησο, θα τρομάξετε. Οι τιμές έχουν σκαρφαλώσει σε πρωτόγνωρα ύψη και η αίσθηση είναι ότι το πληθωριστικό κύμα συμπαρασύρει και άλλους, λιγότερο δημοφιλείς προορισμούς.
Η ψυχρολουσία οδηγεί τους περισσότερους στα πληκτρολόγια· ο κόσμος μοιράζεται τον καημό του, περιπτωσιολογεί, κάνει πλάκα. Οσοι διαθέτουν λιγότερο χιούμορ κλωθογυρίζουν έναν αφορισμό που γεννήθηκε στην κορύφωση του ελληνικού τουριστικού success story, το ξένοιαστο, προ COVID, καλοκαίρι του 2019: ότι με τους «εξωπραγματικούς» τιμοκαταλόγους της premier league των Κυκλάδων (Μύκονος, Σαντορίνη) η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων αποκλειόμαστε διά παντός από τους νησιωτικούς μας παραδείσους.
Τα μέσα (κυρίως οι τηλεοράσεις και τα sites) πλειοδοτούν σε τουριστικό πατριωτισμό με καυτά ρεπορτάζ για την
ασυδοσία και τον εκμαυλισμό. «Κυκλάδες χωρίς Ελληνες;» ή ακόμα καλύτερα: «Μας διώχνουν από τη χώρα μας».
που όντως συνέβη τα προηγούμενα χρόνια, στο μεσοδιάστημα ανάμεσα στην κορύφωση της κρίσης και την πανδημία, ήταν ότι δύο ελληνικά νησιά αναρριχήθηκαν στην παγκόσμια τουριστική ελίτ. Είναι μια εξέλιξη που μπορεί κανείς να δει από πολλές γωνίες. Δεν μπορεί, πάντως, να τα βάφουμε μαύρα επειδή δύο ελληνικοί προορισμοί συγκαταλέγονται στους 10 ή 15 πιο δημοφιλείς στον πλανήτη. Ναι, αυτό φέρνει στρεβλώσεις και αναδεικνύει παθογένειες που προϋπήρχαν, αλλά ας συμφωνήσουμε για αρχή ότι κάνει καλό στη χώρα· στην οικονομία της και στο brand name της. Επίσης δεν είμαστε οι πρώτοι που μας τυχαίνει τέτοια... συμφορά.
Ο μέσος Ιταλός δεν μπορεί να κάνει καλοκαιρινές διακοπές στο Κάπρι, όπως και ο μέσος Ισπανός δεν μπορεί να ξεσαλώνει αυγουστιάτικα στην Ιμπιζα. Ωστόσο οφείλουμε να προστατεύσουμε τη Μύκονο και τη Σαντορίνη από τις παράπλευρες βλάβες της υπέρμετρης
τουριστικοποίησης; Ασφαλώς. Οχι μόνο γιατί αγαπάμε και αγωνιούμε για το κυκλαδίτικο τοπίο, αλλά και γιατί χωρίς τη φυσιογνωμία που τα έκαναν διάσημα σε κάθε γωνιά της Γης τα δύο αυτά αγαπημένα μας νησιά θα «πέσουν» κατηγορία. Κι αυτό δεν το θέλουμε.
λοιπόν, που τα περισσότερα κυκλαδονήσια θυμίζουν (από άποψη τιμών) τους τουριστικούς πρωταθλητές μας, ας ξανασκεφτούμε από την αρχή την κουλτούρα των διακοπών μας. Γιατί θα πρέπει όλοι να παίρνουμε την άδειά μας σε μια περίοδο 20-25 ημερών; Γιατί κράτος και επιχειρήσεις δεν επεξεργάζονται ένα σχέδιο κινήτρων έτσι ώστε η σεζόν να αρχίζει στα μέσα Ιουνίου και να ολοκληρώνεται με το άνοιγμα των σχολείων; Μόνο αν μειώσουμε τη ζήτηση εκείνο το μαρτυρικό εικοσαήμερο θα δούμε άσπρη μέρα. Αν θέλουμε, λοιπόν, να «πάρουμε τη χώρα μας πίσω» δεν έχουμε παρά να δείξουμε λίγη ευελιξία. Εκτός κι αν μας αρέσει να ξεσπάμε στα πληκτρολόγια.
Χρειάζονται κίνητρα ώστε η σεζόν να αρχίζει μέσα Ιουνίου και να ολοκληρώνεται τον Σεπτέμβριο.
• O Μιχάλης Τσιντσίνης απουσιάζει.