Το σκοτεινό Μουντιάλ της Αργεντινής
Η απροκάλυπτη προπαγάνδα ενός αυταρχικού καθεστώτος σκέπασε τη λάμψη μιας αξιόλογης ποδοσφαιρικής ομάδας
ΜΠΑΜΠΗ ΠΑΠΑΔΑΤΟΥ
Ισως έχουν δίκιο όσοι πιστεύουν πως αν δεν υπήρχε το ποδόσφαιρο, η παγκόσμια ιστορία θα ήταν αρκετά πιο... άνοστη. Και στην Αργεντινή, το απόκοσμο αυτό «αλατοπίπερο» έμελλε να το ρίξει στις ανοικτές πληγές της ο δικτάτορας Χόρχε Ραφαέλ Βιντέλα, μέσα από το Παγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρου του 1978 και την απόλυτη απάθεια της διεθνούς κοινότητας.
Στις 24 Μαρτίου του 1976, ο Βιντέλα τέθηκε επικεφαλής πραξικοπήματος
(ένα από τα δεκάδες στη Λατινική Αμερική από τις αρχές του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα μέχρι σήμερα) μαζί με τους αρχηγούς των υπολοίπων Οπλων του στρατού, σχηματίζοντας μια χούντα με τον ίδιο πρόεδρο του κράτους και ξεκινώντας τη λεγόμενη «Επιχείρηση Εθνικής Αναδιοργάνωσης», με αμείλικτη δίωξη της αριστερής αντιπολίτευσης (τρομοκρατία, συλλήψεις, βασανιστήρια, δολοφονίες). Από το 1976 έως το 1983 υπολογίζεται πως «εξαφανίστηκαν» περίπου 30.000 αντιφρονούντες.
Οπως κάθε δικτάτορας που... σέβεται τον εαυτό του, φυσικά, αξιοποίησε το, πάντα αποτελεσματικό, όπλο του ποδοσφαίρου και τη διοργάνωση του Μουντιάλ του 1978 για να προβάλει εκτός συνόρων τη διαστρεβλωμένη εικόνα μιας εύτακτης, ανοιχτής στον έξω κόσμο χώρας, ερμηνεύοντας τον ενθουσιασμό των πολιτών για τη νίκη της Εθνικής ως έγκριση των πεπραγμένων του.
«Η χούντα του Βιντέλα ήταν από τις σκληρότερες του πλανήτη και ανέτρεψε τον Περόν. Περίπου 30.000 χάθηκαν και μέχρι σήμερα κάποιοι παραμένουν αγνοούμενοι, εκατοντάδες παιδιά τα πήραν από τις μητέρες τους μόλις τα γεννούσαν και αυτές τις έβαζαν σε ένα αεροπλάνο και τις πετούσαν στον Ατλαντικό. Ηταν η πιο σκληρή χούντα ίσως όλων των εποχών. Εγώ έχασα κι έναν ξάδελφό μου. Ημασταν όλοι φακελωμένοι την εποχή που δεν υπήρχε Ιντερνετ. Ηξεραν τι ήμασταν ο καθένας μας. Πολύ κυνηγητό και δολοφονίες. Οι Αργεντίνοι υπέφεραν πάρα πολύ», εξιστορεί με
τρόμο στην «Κ» ο Χουάν Ραμόν Ρότσα, πρώην παίκτης και προπονητής του Παναθηναϊκού.
Εχοντας βιώσει το «μαρτύριο» της εθνικής ομάδας-φαντάσματος στη Βολιβία και την πρόκριση της Αργεντινής στο Μουντιάλ του '74 στη Δυτική Γερμανία, ο Χουάν Ραμόν Ρότσα έμελλε να μη δώσει το «παρών» ούτε στα γήπεδα της χώρας του τέσσερα χρόνια μετά. «Εγώ έκανα ντεμπούτο στην Εθνική Αργεντινής το 1973 με τον Ομάρ Τσίβορι και μετά είχα πολλές συμμετοχές στην εθνική “φάντασμα” με την οποία παίξαμε
προκριματικά για το Μουντιάλ της Δ. Γερμανίας. Λόγω των πολιτικών πεποιθήσεών μου, επειδή ήμουν περονιστής, με εντολή από ψηλά, με άφησαν εκτός ομάδας. Στην καλύτερη εποχή μου ως ποδοσφαιριστής, στα 24 μου, ο Μενότι με άφησε έξω από ένα Παγκόσμιο Κύπελλο. Δεν με κάλεσε ποτέ ξανά στην Εθνική, παρότι το 1979 στην Μπόκα Τζούνιορς ψηφίστηκα ως ο καλύτερος παίκτης της κατηγορίας. Θα ήθελα να τον ρωτήσω ακόμη και σήμερα, αν τον έβρισκα, για ποιον λόγο με έκοψε», μας λέει με παράπονο.