Είμαι θύμα της μεγαλομανίας, το βιβλίο είναι η ομολογία της πτώσης μου
Ο πρωταγωνιστής του «Τηλεφωνήματος» είναι ένας νεαρός, ρακένδυτος, φτωχός φουκαράς, ένας αλήτης «με την ειδική έννοια της λέξης που αποδίδουμε στον πλάνητα, τον ανέστιο». Περπατάει σε ένα πάρκο τουρτουρίζοντας, βρίσκει καταφύγιο σε έναν τηλεφωνικό θάλαμο, εμφανίζεται καλοντυμένος νεαρός που θέλει να τηλεφωνήσει, βγαίνει και επιστρέφοντας βρίσκει στο έδαφος ένα νόμισμα των δέκα σεντς. Oλο χαρά βουτάει το νόμισμα, τρέχει στον θάλαμο, αρπάζει το ακουστικό, με το που πάει να σχηματίσει ένα ψηφίο στο καντράν σταματάει. Η έκφραση του προσώπου του αλλάζει, αφήνει το ακουστικό, και ξαναβγαίνει. Γιατί δεν τηλεφωνεί; Η ταινία είχε «ανοιχτό τέλος». «Πιστή στο πνεύμα του σκοτεινού μοντερνισμού, δεν δίνει απάντηση, καθώς ένας άδικος κόσμος δεν δίνει συνήθως πειστικές απαντήσεις», γράφει ο συγγραφέας στο βιβλίο.
«Το σινεμά το αγάπησα πάρα πολύ στην εφηβεία μου και πιο εγκεφαλικά αργότερα», λέει ο Απόστολος Δοξιάδης, που ως σκηνοθέτης έχει υπογράψει δύο μεγάλου μήκους ταινίες («Υπόγεια διαδρομή» και «Τεριρέμ»), στη δεκαετία του '80, την περίοδο που κυριαρχούσε ο ΝΕΚ...
– Γιατί είστε τόσο αυστηρός με
τον Νέο Ελληνικό Κινηματογράφο (ΝΕΚ) στο βιβλίο σας; Μιλάτε για «εγγενή αρχοντοχωριάτικη μεγαλομανία», που «την έθρεφε χωρίς αξιοκρατικά κριτήρια ο κρατικός κορβανάς».
– Είμαι αυστηρός με τον ΝΕΚ, γιατί δεν ήταν αυστηρός με τον εαυτό του. Γιατί οι περισσότεροι άνθρωποί του δεν είχαν αυτογνωσία, εσωτερική ταπεινότητα, αυτοκριτική διάθεση. Γιατί ήταν ένας χώρος όπου ήμασταν όλοι, ατομικά και συλλογικά, ψωνισμένοι με τον εαυτό μας. Υπήρχε ένας μικρομεγαλισμός. Οι περισσότερες ταινίες του ΝΕΚ, χάρη και στην ψυχολογία των σκηνοθετών και από την ιδεολογικο-κοινωνική δομή του χώρου, ήταν έρμαια στον ναρκισσισμό των δημιουργών τους. Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος ήταν ένα τεράστιο ταλέντο και ένας ιδιοφυής άνθρωπος που δεν τον άφησε, κατά τη γνώμη μου, να πάει στα ύψη που μπορούσε η μεγαλομανία του. Η «Αναπαράσταση» ήταν ένα διαμάντι. Τα μετέπειτα έργα του γίνονταν όλο και πιο ναρκισσιστικά.
– Κρίνετε τη μεγαλομανία. Στέκεστε απέναντί της ή είστε θύμα της;
– Είμαι θύμα της και το βιβλίο είναι η ομολογία της δικής μου πτώσης. Κανείς δεν μπορεί να υπάρξει ουσιαστικά στην τέχνη αν απεμπολήσει το αίτημα της επικοινωνίας και βάλει στο κέντρο την αναζήτηση της δόξας.
– Αν γυρνούσατε σήμερα το «Τηλεφώνημα», ο ήρωας θα ήταν και πάλι ένας αλήτης και θα κατέληγε στο τηλεφώνημα που δεν έγινε;
– Εψαξα πάρα πολύ επί μέρες να βρω την κόπια της ταινίας και
δεν τη βρήκα. Νομίζω πως αυτό που θυμάμαι ότι ήταν η ταινία, τότε, εξέφραζε την ψυχή μου περισσότερο από τις μετέπειτα ταινίες
μου. Μετά έχασα τον δρόμο της απλότητας, την έπνιξε η μεγαλομανία. Την απλότητα σ' τη δίνει και η ταπεινή ανάγκη να φτιάξεις κάτι που να το καταλάβει ο άλλος, να μην είναι ύμνος στον ναρκισσισμό σου.
– «Αν είχα σήμερα τη δυνατότητα να κάτσω με τον 14χρονο Αποστόλη, να υπάρξουμε δηλαδή μαζί έστω και για λίγο...», γράφετε. Αν είχατε, λοιπόν, τη δυνατότητα, τι θα του λέγατε;
– Θα του έλεγα ότι δεν έχει τόση σημασία ούτε να σε αναγνωρίσουν ούτε να σου πουν «μπράβο», ούτε να θεωρηθείς διάσημος. Τώρα ακολούθησε τον δρόμο σου, μάθε την τέχνη σου, άσκησέ τη, βελτιώσου σε αυτήν και καλλιέργησε την ψυχή σου. Τα «μπράβο» και η δόξα, αν έρθουν, καλοδεχούμενα. Αλλά ποτέ δεν πρέπει να δουλεύεις για αυτά.