Εχει σημασία κάτι που γράφω να προκαλεί συναισθήματα
Το 2011 έκανε μία ακόμη ανατροπή. «Επιστρέφοντας στην Ευρώπη από τη Λατινική Αμερική, κι ενώ μας ξαναπήραν στις δουλειές μας, όταν έφτασαν τα Χριστούγεννα, είπαμε, αν δεν επιστρέψουμε τώρα στην Ελλάδα, δεν θα γίνει ποτέ». Οι φίλοι τους στην πατρίδα τούς έλεγαν, «τώρα που όλοι φεύγουν, εσείς επιστρέφετε;». «Η όψη της Αθήνας τότε ήταν τραγική. Γύρω από το Σύνταγμα το θέαμα ήταν σοκαριστικό, αλλά δεν το μετανιώσαμε». Ευτυχώς μπήκε αμέσως στον χώρο του κινηματογράφου κι εδώ.
Παράλληλα έπαιζε κιθάρα, μπαγλαμαδάκι, μαντόλα και κάθε τόσο έγραφε και μια μελωδία. «Και όλες αυτές τις ιδέες που είχα χρόνια, όταν άρχισα να δουλεύω για τις “Αγριες μέλισσες”, βγήκαν στο φως. Το “Χώμα βρεγμένο” που λέμε στη σειρά με τη Δανάη Μιχαλάκη είχε γραφτεί σαν μελωδία το 2010 στο Εκουαδόρ. Oλα είναι ένα συναίσθημα, στιγμές, κι εγώ καταγράφω τις στιγμές».
Ο πρώτος του δίσκος ήταν το αγγλόφωνο «Home». Παλιός λογαριασμός. Οταν ζούσε στο Λονδίνο, μία φορά την εβδομάδα βρισκόταν με τον καλύτερό του φίλο, Τομ, και αυτοσχεδίαζαν. «Με το πέρασμα των χρόνων έβαλα κάτω εκείνες τις ιδέες, έγραψα κι άλλες και προέκυψε ο πρώτος δίσκος μου, ο οποίος μιλάει για την ανάγκη φυγής μου, την επιθυμία να ταξιδέψω, τη φύση. Κυκλοφόρησε μέσα στον εγκλεισμό».
Εγραψε όμως και μουσική για πέντε παραστάσεις, για ταινίες μικρού και μεγάλου μήκους και ντοκιμαντέρ. Στις «Αγριες μέλισσες» δοκίμασε ελληνικό στίχο και έδεσε με την Ουρανία Πατέλλη. Είκοσι τραγούδια συγκεντρώθηκαν σε δύο σεζόν και θα ακολουθήσουν και άλλα. «Η Ουρανία έγραψε όλους τους στίχους, εκτός από ένα τραγούδι. Στην αρχή έγραφα τη μουσική, της την έστελνα και εκείνη έγραφε στίχους. Τελευταία μου στέλνει στίχους
και γράφω μελωδία. Εχει σημασία κάτι που γράφω ή ακούω να προκαλεί συναισθήματα. Το πρώτο τραγούδι μπήκε τυχαία στη σειρά. Μέχρι τότε ήθελα τα ορχηστρικά να έχουν κινηματογραφικό χαρακτήρα, τσέλα και βιολιά, αλλά και ελληνικό χρώμα. Κάποια στιγμή, χρησιμοποιώντας τη μαντόλα, μου ήρθε η ιδέα να βάλω και στίχο, χωρίς να το ζητήσει ο σκηνοθέτης. Τους άρεσε και το χρησιμοποίησαν ύστερα από 25 επεισόδια».
Το ύφος του δανείζεται στοιχεία από την παράδοση, το λαϊκό τραγούδι έως τη μεταμοντέρνα μπαλάντα της σημερινής διεθνούς σκηνής. «Είναι όλα αυτά μαζί. Η μελωδία με συγκινεί περισσότερο από τον ρυθμό. Αυτή θυμάται και ο ακροατής».
Η ερμηνεία του έχει μια απλότητα – δίχως φιλοδοξία τραγουδιστή. Και τα κομμάτια μοιάζουν να υπακούουν όλα διακριτικά σε μια άποψη που στέκεται απέναντι στην τυποποίηση των κινηματογραφικών, πόσο μάλλον των τηλεοπτικών σάουντρακ. «Ηθελα να τραγουδήσω, αλλά δεν το τόλμησα σε μικρότερη ηλικία». Ακόμη κι όταν άρχισε να στέλνει τραγούδια στην ομάδα των «Μελισσών», όπως το «Μάτια κλειστά» ή το «Κάθε δειλινό», τους έλεγε πως «θα βρούμε έναν καλό τραγουδιστή να το πει. Η έκθεση στο ελληνικό τραγούδι με τρόμαζε, δεν θεωρούσα ότι το είχα».
Ποιες φωνές τον συγκινούν; «Εκείνες που δεν είναι τέλειες. Από την παγκόσμια σκηνή μου αρέσουν οι Pink Floyd, ο Νικ Κέιβ, ο Μπομπ Ντίλαν, ο Τομ Γουέιτς, καλλιτέχνες που δεν θα τους έλεγε κανείς βιρτουόζους της φωνής».
Κλείνουμε τη συζήτηση με την εικόνα της επιτυχίας. Οι γονείς παρότι τον αποθάρρυναν με τη μουσική, σήμερα καμαρώνουν. «Η μητέρα μου που της άρεσε το θέατρο, το σινεμά, οι συναυλίες, το χαίρεται πολύ. Το ίδιο και ο πατέρας, αν και πιο κλειστός, όμως το γεγονός ότι ήρθε σε συναυλία μου στη Θεσσαλονίκη είναι σημαντικό».
Οσοι τον αναγνωρίζουν στον δρόμο τον ρωτούν να μάθουν για τη συνέχεια της σειράς. Κι όποτε πάει στο κρεοπωλείο, «ο χασάπης μου με ρωτάει “τι θα γίνει στο επόμενο επεισόδιο;”».
Η μελωδία με συγκινεί περισσότερο από τον ρυθμό. Αυτή θυμάται και ο ακροατής.