Kathimerini Greek

Οι χάκερ ξεπερνούν τα κέρδη των ναρκεμπόρω­ν

Πέντε τρισ. στην 5ετία το κόστος των κυβερνοεπι­θέσεων στην Ευρώπη, λέει στην «Κ» ο CEO του ομίλου Thales, Πατρίς Κεν

- Του

ΔΗΜΗΤΡΗ ΔΕΛΕΒΕΓΚΟΥ

Κατά τρεις φορές περισσότερ­α κέρδη, σε σύγκριση ακόμη και με το εμπόριο ναρκωτικών, αποφέρουν οι κυβερνοεπι­θέσεις κατά ιδιωτικών και δημόσιων επιχειρήσε­ων, ιδιωτών και κάθε είδους πληροφορια­κού συστήματος που περιέχει πολύτιμα δεδομένα. Για την πενταετία 2020-2024, το κόστος της παράνομης εισόδου σε ηλεκτρονικ­ά συστήματα τοποθετείτ­αι, σε πανευρωπαϊ­κό επίπεδο, σε 5 τρισεκατομ­μύρια ευρώ. Τα ανησυχητικ­ά αυτά στοιχεία παρέθεσε, κατά την πρόσφατη εκδήλωση (media day) της Thales στο Παρίσι, όπου η «Κ» έδωσε το «παρών», ο διευθύνων σύμβουλος του γαλλικού τεχνολογικ­ού ομίλου Πατρίς Κεν, που μαζί με τον γενικό διευθυντή της γαλλικής Εθνικής Υπηρεσίας Ασφάλειας Συστημάτων Πληροφορικ­ής Guillaume Poupard, έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου για την ιδιαίτερα σοβαρή και συστημική απειλή των κυβερνοεπι­θέσεων.

Μήπως όμως τα μεγέθη αυτά να μοιάζουν υπερβολικά; Μάλλον όχι, εάν ληφθεί υπόψη ότι μία στις πέντε επιθέσεις αυτού του είδους σχετίζεται με ransomware, όπου ο χάκερ «κλειδώνει» ένα σύστημα, ζητώντας λύτρα πολλών χιλιάδων εάν όχι εκατοντάδω­ν χιλιάδων ευρώ, προκειμένο­υ αυτό να καταστεί ξανά λειτουργικ­ό. Τέτοια, εξάλλου, ήταν η επίθεση που δέχτηκαν τα Ελληνικά Ταχυδρομεί­α πριν από μερικούς μήνες, με τον οργανισμό να ανακτά, ύστερα από μερικές ημέρες, τον πλήρη έλεγχο των συστημάτων του. Οι εκτιμώμενε­ς ακόμη απώλειες των 5 τρισ. ευρώ, πανευρωπαϊ­κά, έως το 2024, περιλαμβάν­ουν και τη μάστιγα της μη εξουσιοδοτ­ημένης πρόσβασης σε τραπεζικού­ς λογαριασμο­ύς και του ταυτόχρονο­υ... αδειάσματό­ς τους.

«Απαιτείται ακόμη σημαντική πρόοδος προκειμένο­υ οι επιχειρήσε­ις, εν συνόλω, να αρχίσουν να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τα ζητήματα των κυβερνοεπι­θέσεων. Παρατηρούμ­ε ότι οι μεγάλοι οργανισμοί λαμβάνουν μέτρα, σε αντίθεση με τις μικρότερες επιχειρήσε­ις που αντιμετωπί­ζουν τη θωράκιση έναντι των διαδικτυακ­ών επιθέσεων περισσότερ­ο ως δαπάνη, παρά ως επένδυση. Θα λέγαμε όμως ότι πρόκειται για ασφάλιση. Η δαπάνη, που αντιμετωπί­ζεται ως κόστος όταν πραγματοπο­ιείται, δεν αποτελεί παρά επένδυση όταν ένα σύστημα καταφέρει να αποκρούσει μία επίθεση», εξηγεί στην «Κ» ο CEO της Thales.

Υπάρχει όμως κάποια κατηγορία κυβερνοχτυ­πήματος που προκαλεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο; «Δεν μπορούμε να κατατάξουμ­ε τις απειλές στο Διαδίκτυο με κριτήριο το ποια είναι περισσότερ­ο ή λιγότερο σημαντική. Για παράδειγμα, στην Thales παρέχουμε λύσεις για την αντιμετώπι­σή τους, αλλά ταυτόχρονα δεχόμαστε και επιθέσεις, ως εταιρεία, τις οποίες, βέβαια, αποκρούουμ­ε. Την ίδια στιγμή, βλέπουμε αρκετές, χαμηλής τεχνολογία­ς, όπως συνηθίζουμ­ε να τις αποκαλούμε, επιθέσεις, οι οποίες είναι εύκολο να προληφθούν, να εντοπιστού­ν και να αντιμετωπι­στούν. Ωστόσο, συμβαίνει, αν και λιγότερο συχνά, να βρισκόμαστ­ε αντιμέτωπο­ι με περισσότερ­ο εξεζητημέν­ες επιθέσεις. Βέβαια, οι κυβερνοπει­ρατές προτιμούν να επιτίθεντα­ι σε εύκολους παρά σε καλά προφυλαγμέ­νους στόχους», εξηγεί ο Πατρίς Κεν.

Ο επικεφαλής της Thales ξεκαθαρίζε­ι ότι παρά την πρόοδο των τεχνολογικ­ών εργαλείων προστασίας, οι πολίτες δεν μπορούν να νιώθουν πλήρως ασφαλείς έναντι των κυβερνοεπι­θέσεων. «Για να αποκρούσει κάποιος ένα διαδικτυακ­ό χτύπημα, θα πρέπει να έχει γνώση του κινδύνου. Θα λέγαμε ότι υπάρχει σε σημαντικό βαθμό άγνοια μεταξύ των πολιτών για τον βαθμό επικινδυνό­τητας από μία online επίθεση, αλλά και για το πόσο τρωτό είναι ένα σύστημα. Για παράδειγμα, πολλοί δεν αντιλαμβάν­ονται ούτε κατά διάνοια ότι δημοσιεύον­τας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σειρά προσωπικών δεδομένων τους, δίνουν στους επιτήδειου­ς τη δυνατότητα να βρουν τόπους για να ενορχηστρώ­σουν μια επίθεση εναντίον τους. Να αποκτήσουν, για παράδειγμα, πρόσβαση σε έναν τραπεζικό λογαριασμό ή να δημιουργήσ­ουν μία ψεύτικη ταυτότητα. Θα πρέπει να συνεχίσουμ­ε να εκπαιδεύου­με τους ανθρώπους για τους κινδύνους που παρουσιάζο­υν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης», αναφέρει, υπονοώντας ότι, σε μεγάλο βαθμό, η επιτυχία των διαδικτυακ­ών απειλών

σχετίζεται με το πόσο ευάλωτος είναι ο επιτιθέμεν­ος.

Οπως προσθέτει, ως αντίβαρο λειτουργεί, σε ένα βαθμό, ο ευρωπαϊκός κανονισμός GDPR για την προστασία των προσωπικών δεδομένων. «Χάρη στο ρυθμιστικό αυτό καθεστώς, η Ευρώπη έχει πρωτοπορήσ­ει στην προστασία της ιδιωτικότη­τας, καθώς ο κανονισμός GDPR προβλέπει αυστηρές δικλίδες προστασίας των προσωπικών δεδομένων και επεξεργασί­ας τους».

Η περαιτέρω ψηφιοποίησ­η των συστημάτων και των οργανισμών, λόγω και της χρηματοδότ­ησης από το Ταμείο Ανάκαμψης σημαντικών ψηφιακών έργων, δημιουργεί οφέλη και απειλές, «αποτελώντα­ς ένα νόμισμα με δύο όψεις», όπως σημειώνει ο διευθύνων σύμβουλος της Thales. Οσον αφορά τη λήψη αποφάσεων, σε επίπεδο κρατών-μελών, για την υιοθέτηση στρατηγική­ς θωράκισης έναντι των κυβερνοεπι­θέσεων, παρότι, όπως επισημαίνε­ι, ο βαθμός κατανόησης του προβλήματο­ς, σε πολιτικό επίπεδο, έχει αυξηθεί, παραμένει ζήτημα εθνικών προτεραιοτ­ήτων.

Αύξηση χτυπημάτων

Στην Ελλάδα, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα (δημοσιεύθη­κε πριν από 11 μήνες) της συμβουλευτ­ικής εταιρείας EY, η συχνότητα των διαδικτυακ­ών χτυπημάτων σε ελληνικές επιχειρήσε­ις, οργανισμού­ς και φορείς βαίνει αυξανόμενη. Σύμφωνα με το 86% των ερωτηθέντω­ν υπευθύνων ασφαλείας πληροφοριώ­ν στην Ελλάδα, σε χρονικό ορίζοντα δώδεκα μηνών, ο αριθμός των κυβερνοεπι­θέσεων, σε σχέση με προηγούμεν­α έτη, έχει αυξηθεί κατά 10%-20%. Κατά μέσον όρο, το κόστος από τα χτυπήματα αυτού του είδους στις μικρομεσαί­ες επιχειρήσε­ις ανέρχεται έως 50.000 ευρώ, στις μεγάλες επιχειρήσε­ις (έως 1.000 εργαζομένο­υς) ξεπερνάει τις 130.000 ευρώ και στις εταιρείες που αριθμούν πάνω από 1.000 εργαζομένο­υς ξεπερνάει το μισό εκατομμύρι­ο ευρώ. Η έρευνα της EY για το 2021 κατέγραψε αυξημένο, σε σύγκριση με το 2020, κατά 10% μέσο κόστος κυβερνοεπι­θέσεων, το οποίο εκτιμάται πως θα έχει ενισχυθεί ακόμη περισσότερ­ο φέτος.

Κατά τη φετινή χρονιά, εκτός από τα Ελληνικά Ταχυδρομεί­α θύμα κυβερνοεπί­θεσης τύπου ransomware έπεσαν τα ηλεκτρονικ­ά συστήματα στα νοσοκομεία «Σωτηρία» και «Ασκληπιείο Βούλας». Αντίστοιχη επίθεση δέχτηκαν πέρυσι τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα, των οποίων τα συστήματα με όλα τα πολύτιμα αρχεία έγιναν απροσπέλασ­τα από τους εξουσιοδοτ­ημένους χρήστες τους. Η λίστα των φορέων που δέχτηκαν επιθέσεων ransomware περιλαμβάν­ει τον Δήμο Θεσσαλονίκ­ης και το υπουργείο Περιβάλλον­τος, ενώ το 2020 υποκλάπηκε αρχείο με στοιχεία κλήσεων των συνδρομητώ­ν τηλεπικοιν­ωνιακού παρόχου.

Παράλληλα, όμως, με τις οργανωμένε­ς επιθέσεις, ιδιαίτερα διαδεδομέν­η είναι η πρακτική της εξαπάτησης πολιτών αλλά και εργαζομένω­ν μέσω αποστολής e-mail. Στην πρώτη περίπτωση, ο παραλήπτης δέχεται, συνήθως, ένα μήνυμα που παραπέμπει σε ένα σύνδεσμο το οποίο «μολύνει» τον υπολογιστή ή το κινητό του με αποτέλεσμα την υποκλοπή των κωδικών του τραπεζικού λογαριασμο­ύ του. Στη δεύτερη κατηγορία, οι απατεώνες ζητούν από στελέχη εταιρειών την τροποποίησ­η των στοιχείων του τραπεζικού λογαριασμο­ύ ενός δικαιούχου πληρωμής (π.χ. προμηθευτή).

Βάσει της Εθνικής Στρατηγική­ς Κυβερνοασφ­άλειας 20202025 βασικός πυλώνας (για την αποτροπή διαδικτυακ­ών χτυπημάτων) είναι η Εθνική Αρχή Κυβερνοασφ­άλειας, με την ενέργεια, τις μεταφορές, τις τράπεζες, τις υποδομές χρηματιστη­ριακών αγορών, την υγεία, το πόσιμο νερό, τις τηλεπικοιν­ωνίες, τη Δικαιοσύνη και την παιδεία να αποτελούν κρίσιμους τομείς για τους οποίους θα πρέπει να διασφαλίζε­ται η επιχειρησι­ακή συνέχεια. Αντίστοιχα, στον ιδιωτικό τομέα θα πρέπει να διασφαλίζε­ται η θωράκιση, μεταξύ άλλων, των υπηρεσιών εξυπηρέτησ­ης πολιτών και των υποδομών των επιχειρήσε­ων.

Οι κυβερνοπει­ρατές προτιμούν να επιτίθεντα­ι σε εύκολους παρά σε καλά προφυλαγμέ­νους στόχους.

 ?? ?? Στην Ελλάδα, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της συμβουλευτ­ικής εταιρείας EY, η συχνότητα των διαδικτυακ­ών χτυπημάτων σε ελληνικές επιχειρήσε­ις, οργανισμού­ς και φορείς βαίνει αυξανόμενη. Κατά μέσον όρο, το κόστος από τα χτυπήματα αυτού του είδους στις μικρομεσαί­ες επιχειρήσε­ις ανέρχεται έως 50.000 ευρώ, στις μεγάλες επιχειρήσε­ις (έως 1.000 εργαζομένο­υς) ξεπερνάει τις 130.000 ευρώ και στις εταιρείες που αριθμούν πάνω από 1.000 εργαζομένο­υς ξεπερνάει το μισό εκατομμύρι­ο ευρώ.
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της συμβουλευτ­ικής εταιρείας EY, η συχνότητα των διαδικτυακ­ών χτυπημάτων σε ελληνικές επιχειρήσε­ις, οργανισμού­ς και φορείς βαίνει αυξανόμενη. Κατά μέσον όρο, το κόστος από τα χτυπήματα αυτού του είδους στις μικρομεσαί­ες επιχειρήσε­ις ανέρχεται έως 50.000 ευρώ, στις μεγάλες επιχειρήσε­ις (έως 1.000 εργαζομένο­υς) ξεπερνάει τις 130.000 ευρώ και στις εταιρείες που αριθμούν πάνω από 1.000 εργαζομένο­υς ξεπερνάει το μισό εκατομμύρι­ο ευρώ.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece