Αδιέξοδη συζήτηση
ΟΙταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι το πρότεινε στη σημαντική παρέμβαση που έκανε προ μηνός στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, το ζήτησε προχθές. Το θέμα δεν είναι άλλο από την κατάργηση της ομοφωνίας στην Ε.Ε. για τις αποφάσεις που αφορούν κατ' αρχήν την εξωτερική πολιτική. Η σχετική συζήτηση έχει φουντώσει για τα καλά και κύριοι υπαίτιοι γι' αυτό είναι ο Πούτιν, που αποφάσισε την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, και ο Ορμπαν, με τη φιλορωσική στάση που επιδεικνύει.
Οι συμβιβασμοί στη λήψη των αποφάσεων με εκατέρωθεν υποχωρήσεις υπήρξαν ο κανόνας στη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η συμπεριφορά, όμως, της Ουγγαρίας μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία και η ανάγκη να επιδείξει η Ευρώπη ενιαίο μέτωπο έναντι του Πούτιν έχουν αρχίσει να εξαντλούν τα όρια της υπομονής πολλών. Η Βουδαπέστη καθυστέρησε επί εβδομάδες το πακέτο των
ευρωπαϊκών κυρώσεων κατά της Ρωσίας, ενώ την περασμένη εβδομάδα έφτασε την κατάσταση στα άκρα όταν μπλόκαρε, κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, την πρόταση της γαλλικής προεδρίας για την υιοθέτηση παγκόσμιου ελάχιστου εταιρικού φόρου.
Κάποιοι πιστεύουν ότι επρόκειτο για πράξη αντεκδίκησης προς το Παρίσι, που είχε υποχρεώσει την Ουγγαρία να παραδεχθεί δημοσίως ότι μπλόκαρε το πακέτο κατά της Μόσχας επειδή σε αυτό συμπεριλαμβανόταν ο επικεφαλής της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας κ. Κύριλλος. Αλλοι θεωρούν ότι δεν είναι τίποτε άλλο παρά άλλη μία κλασική περίπτωση, που κάποιος χρησιμοποιεί την αρχή της ομοφωνίας ως μέσο ομηρίας για να πετύχει άλλους στόχους.
Οπως και να έχει, τα ουγγρικά παιχνίδια επαναφέρουν στο προσκήνιο ένα ερώτημα, που έχει απασχολήσει
την Ε.Ε. και παλαιότερα. Η όποια συζήτηση, όμως, φαίνεται ότι και πάλι θα εξαντληθεί σε θεωρητικό επίπεδο. Η αλλαγή του κανόνα της ομοφωνίας απαιτεί τη σύμφωνη γνώμη όλων των κρατών-μελών της Ενωσης, κάτι που θεωρείται αδύνατον.
Δεν είναι μόνον οι μικρότερες χώρες, που ανησυχούν ότι η εγκατάλειψη της αρχής θα τις καταστήσει έρμαιο στις ορέξεις των ισχυροτέρων. Ούτε οι περιπτώσεις της Ελλάδας και της Κύπρου, που δεν μπορούν να απεμπολήσουν το βέτο στην εξωτερική πολιτική όσο η Τουρκία συμπεριφέρεται όπως συμπεριφέρεται. Είναι και τα ισχυρά κράτη, που είτε βολεύονται με το δικαίωμα αρνησικυρίας σε θέματα όπως οι εμπορικές σχέσεις τους με άλλες περιοχές του πλανήτη είτε δεν θα συναινούσαν ποτέ να λαμβάνονται αποφάσεις με «ειδική πλειοψηφία» για θέματα δημοσιονομικής πολιτικής. Οπότε το πρόβλημα θα μετατεθεί, ως είθισται, για το απώτερο μέλλον και η Ευρώπη θα συνεχίσει να επιδεικνύει την αδυναμία της.