Το κρίσιμο στοίχημα για τη δημόσια υγεία
ΔΩΡΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ
Οθεσμός του προσωπικού γιατρού, που ενεργοποιείται από σήμερα, είναι ένα κρίσιμο στοίχημα για την προαγωγή της δημόσιας υγείας και για την αποκατάσταση μιας περισσότερο ορθολογικής λειτουργίας του δημόσιου συστήματος υγείας. Μία από τις μεγαλύτερες παθογένειες που κυριάρχησαν σταδιακά στις υπηρεσίες υγείας, είναι το γεγονός ότι τα νοσοκομεία καλούνται να παρέχουν υπηρεσίες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Για όλα, από έναν απλό πονοκέφαλο, ένα μικροατύχημα, μια αδιαθεσία, μεγάλος αριθμός πολιτών τρέχει στο νοσοκομείο. Η επιβάρυνση και οι στρεβλώσεις που προκαλούνται από αυτή την κατάσταση, πολύ μεγάλες. Τα νοσοκομεία, αναλώνοντας ανθρώπινο δυναμικό, μέσα, πόρους, χρόνο και χώρους για την κάλυψη αναγκών πρωτοβάθμιας φροντίδας, επιβαρύνονται δυσανάλογα και υποβαθμίζεται η παροχή υπηρεσιών για την αντιμετώπιση περιστατικών σοβαρής νόσησης, που απαιτούν νοσηλεία.
Παράλληλα, στην πορεία υποβάθμισης της παροχής πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, χάθηκε η συνέχεια στην παρακολούθηση της υγείας των πολιτών. Αυτό τον ρόλο είχε παλαιότερα ο οικογενειακός γιατρός και τώρα έρχεται να αναπληρώσει ο προσωπικός γιατρός. Του επιστήμονα που παρακολουθεί σταθερά την πορεία της υγείας του πολίτη και έχει εικόνα για τυχόν μεταβολές που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής, λεπτομερέστερης εξέτασης, παραπομπής σε ειδικό ή νοσηλείας. Αυτός ο κρίσιμος κρίκος, μιας πιο προσωπικής σχέσης γιατρού - ασθενούς, είναι κρίσιμο να αποκατασταθεί.
Η ενεργοποίηση του θεσμού του προσωπικού γιατρού έτυχε μάλλον επιφυλακτικής υποδοχής τόσο από γιατρούς, που περιμένουν να δουν πώς θα υλοποιηθούν τα κίνητρα που δίνει η πολιτεία για την ένταξή τους στο σύστημα, αλλά και από τους πολίτες, οι οποίοι θα πρέπει να εξοικειωθούν με μια νέα διαδικασία πρωτοβάθμιας περίθαλψης.
Ωστόσο, στην παρούσα συγκυρία βοηθητική για την επιτυχία του θεσμού είναι η κρίση της πανδημίας. Οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν στην πρόσβαση στα δημόσια νοσοκομεία κατέδειξαν την ανάγκη να λειτουργήσει αποτελεσματικά η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας εκτός αυτών. Οσοι είχαν συνηθίσει να σπεύδουν στο νοσοκομείο «για να τους δει ένας γιατρός» βρέθηκαν αντιμέτωποι με τις απαγορεύσεις λόγω κορωνοϊού. Το αποτέλεσμα ήταν εξαιρετικά επιβαρυντικό για τη δημόσια υγεία: υποδιάγνωση σε πολλές ασθένειες και καθυστέρηση σε θεραπείες ακόμη και χρόνιων νοσημάτων.
Από αυτήν την άποψη, η συγκυρία είναι περισσότερο πρόσφορη για την εισαγωγή του νέου θεσμού. Οι πολίτες που βρέθηκαν στην πανδημία σχεδόν αποκλεισμένοι από την πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες υγείας, είναι πιο πιθανό ότι θα ανταποκριθούν τώρα καλύτερα από ό,τι στο παρελθόν στην πρόσκληση για συμμετοχή στο νέο σύστημα. Η πρόβλεψη κυρώσεων για όσους επιλέξουν ή παραμελήσουν να ενταχθούν θα δώσει κάποια δυναμική. Το στοίχημα, βεβαίως, είναι να υπάρξει ανταπόκριση πρώτα από την πλευρά των γιατρών. Διαφορετικά, δεν μπορεί να λειτουργήσει ο θεσμός. Και, σε δεύτερο επίπεδο, να αποδειχθεί περισσότερο λειτουργικός από το να τρέχει κάποιος για το παραμικρό στα νοσοκομεία.