Επιστροφή στον κόσμο των υψηλών επιτοκίων
ΣΕΡΑΦΕΊΜ ΚΩΝΣΤΑΝΤΊΝΊΔΗ Η ευημερία της διεθνούς οικονομίας τις τελευταίες δεκαετίες στηρίχθηκε σε μια ιαπωνική εφεύρεση, έναν αρνητικό αριθμό που συνήθως αναπαριστά απώλεια ή έλλειψη. Τα αρνητικά επιτόκια μετά την κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας υιοθετήθηκαν από τις αντίστοιχες της Ελβετίας, της Σουηδίας και της Δανίας, αλλά και την ΕΚΤ, και άλλαξαν τον κόσμο. Το διεθνές σύστημα στηριζόταν σε μια καινοτομία που εξόργιζε τους Γερμανούς τραπεζίτες και όσους διαχειρίζονταν μεγάλα ποσά αποταμίευσης, η απόδοση των οποίων έγινε μηδαμινή και έπρεπε πλέον να επενδυθούν σε επιχειρηματικές δραστηριότητες, σε ακίνητα, στην αγορά.
Την εβδομάδα αυτή, με την άνοδο επιτοκίων σε πολλές χώρες εξαλείφθηκαν τα αρνητικά επιτόκια, που επιβιώνουν πλέον μόνο στην Ιαπωνία, αφού τα επιτόκια είναι ανοδικά και θετικά με στόχο την αντιμετώπιση του πληθωρισμού.
Για ένα διάστημα περίπου είκοσι ετών και επειδή η ελίτ φοβήθηκε τις συνέπειες από την κρίση 2007-09, οι κεντρικοί τραπεζίτες χρησιμοποίησαν το όπλο των χαμηλών επιτοκίων για να τονώσουν την οικονομία, την παραγωγή και την απασχόληση. Ο πληθωρισμός δεν αποτελούσε πλέον απειλή και τα πραγματικά επιτόκια έγιναν αρνητικά, δηλαδή τα επιτόκια ήταν τόσο χαμηλά που αν αφαιρεθεί ο αναμενόμενος πληθωρισμός έφθαναν κάτω από το μηδέν. Η χαρά των χρηματιστηριακών αγορών...
Με την έξαρση σήμερα του πληθωρισμού, τα επιτόκια αυξάνονται και κάποιοι εκτιμούν ότι θα φθάσουν ακόμα υψηλότερα, ώστε να εξομαλυνθούν οι πληθωριστικές πιέσεις. Στο ορατό μέλλον οι καταθέτες θα έχουν καλύτερες αποδόσεις, αλλά σαφώς υψηλότερες θα παραμείνουν οι αποδόσεις κερδοφόρων επενδύσεων.
Η εποχή των αρνητικών επιτοκίων ευνοούσε τους υπερχρεωμένους, αλλά παρ' όλα αυτά υπάρχουν χώρες που οδηγήθηκαν στη χρεοκοπία. Η Ελλάδα και η Αργεντινή έπεσαν έξω σε περίοδο χαμηλών επιτοκίων κυρίως για λόγους πολιτικών αστοχιών, λαϊκισμού και ανικανότητας. Θεωρητικά, το βολικό περιβάλλον αρνητικών επιτοκίων διευκολύνει τις κυβερνήσεις, αλλά δεν προσφέρει κίνητρα για μεταρρυθμίσεις, και όταν επικρατούν ψηφοθηρικές πολιτικές η καταστροφή είναι βέβαιη. Κάτι ανάλογο συμβαίνει σήμερα στην Τουρκία, που είναι η μοναδική χώρα στην οποία το επιτόκιο μειώθηκε κατά μία μονάδα, στο 12%, σε μια οικονομία με πληθωρισμό τουλάχιστον 85%.
Το 2010 και τα επόμενα χρόνια η τραπεζική χρηματοδότηση στην Ευρωζώνη μειωνόταν σταθερά και άρχισε να ανακάμπτει από το 2016 χάρη στην πολιτική αρνητικών επιτοκίων. Βέβαια ταυτόχρονα με αυτά, οι κεντρικές τράπεζες διοχέτευαν στην αγορά τρισεκατομμύρια ενισχύοντας τις επενδύσεις σε ομόλογα, ακίνητα και μετοχές. Ετσι δημιουργήθηκε η ευημερία της εποχής, ενώ το στοίχημα σήμερα είναι να αποσοβηθεί ο κίνδυνος του πληθωρισμού, που είναι μια άδικη επιβάρυνση, και να μπει η οικονομία σε ανάπτυξη.
Η πολιτική των αρνητικών επιτοκίων μπορεί να ανήκει πλέον στο παρελθόν, αλλά τίποτα δεν αποκλείει να χρησιμοποιηθεί και πάλι ως εργαλείο ανάταξης των οικονομιών. Εως τότε πρέπει να (ξανα)μάθουμε να ζούμε με θετικά επιτόκια, στον γενναίο κόσμο υψηλών επιτοκίων που επέστρεψε. Οι τράπεζες θα κερδίζουν από τα δάνεια, οι επιχειρήσεις θα πειραματίζονται σε νέες μεθόδους, οι κυβερνήσεις θα προωθούν(;) μεταρρυθμίσεις για την καλύτερη αξιοποίηση των κρατικών πόρων. Αυτές είναι οι προσδοκίες στην αφετηρία κάθε νέας εποχής, που σπάνια επιβεβαιώνονται.
Στην πράξη, ύστερα από μακρά περίοδο χαμηλών επιτοκίων, μπαίνουμε σε άλλη εποχή. Τα κεφάλαια θα είναι πιο σπάνια, όμως χάρη στην τεχνολογία η παραγωγικότητα δεν περιορίζεται. Αυτό που αλλάζει είναι ουσιαστικά οι τομείς στους οποίους δημιουργείται η μεγαλύτερη κερδοφορία.
Η Ελλάδα και η Αργεντινή έπεσαν έξω σε περίοδο χαμηλών επιτοκίων κυρίως για λόγους πολιτικών αστοχιών, λαϊκισμού και ανικανότητας.