Δεν της κάνει like πια, μήπως τα χάλασαν;
Φλερτ και χωρισμοί από την οθόνη του κινητού – Οι αυταπάτες που δημιουργούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης
«Σαν πολλά like του κάνεις αυτουνού». «Ηταν ο πρώτος που είδε το story μου. Είναι κολλημένος». «Δεν με ακολουθεί πια στο Instagram». «Την έκανα follow, αν με κάνει κι αυτή θα της στείλω». «Από χθες με έχει στο “διαβάστηκε”». «Είδες τι ανέβασε σήμερα;». «Κάτι τρέχει με αυτούς, δεν της κάνει like πια, μήπως χωρίσανε;». Οι ανθρώπινες σχέσεις είναι ούτως ή άλλως εύθραυστες, την εποχή των σόσιαλ μίντια όμως θυμίζουν χορό σε ναρκοθετημένο πεδίο. Ολα σημαίνουν τα πάντα και τίποτα ταυτόχρονα, κάθε κίνηση είναι εξίσου ύποπτη και αθώα, σημαντική και ανούσια. Και το unfollow εκεί, να μας θυμίζει ότι το τέλος είναι πάντα ένα κλικ μακριά.
«Εχω φάει ghosting, έχω κάνει ghosting, έχω κάνει sexting και έχω δεχτεί revenge porn bullying», λέει η Α., 43 ετών, ιδιωτική υπάλληλος, θυμίζοντας το πώς θα ακουγόταν η Κάρι Μπράντσο αν το «Sex and the city» γυριζόταν σήμερα. «Μέχρι εκεί. Δεν έχω βγει ποτέ ραντεβού με κάποιον από το Instagram, λόγου χάρη, καθώς, πολύ απλά, δεν με έλκει αυτή η μέθοδος φλερτ. Ναι, έχω φλερτάρει μέσω του chat του Insta, αλλά δεν ήλπιζα ποτέ σε συνάντηση μέσα από φλερτ που ξεκίνησε με ένα like σε φωτογραφία μου. Η σκέψη και μόνον ότι το ίδιο μήνυμα που έστειλε σε μένα μπορεί να το έχει στείλει σε 100 άλλες κοπέλες, με ξενερώνει. Δεν μπαίνω καν στη διαδικασία να απαντώ σε αγνώστους, ή να τους ακολουθώ, με την προσδοκία φλερτ». Για την Α., το μεγαλύτερο πρόβλημα με τα σόσιαλ μίντια ήταν ότι δημιούργησαν την αυταπάτη ότι έχουμε περισσότερες επιλογές από ό,τι στην πραγματικότητα. «Μπορούμε να γνωρίσουμε περισσότερο κόσμο, αλλά πάλι με τους ίδιους –λίγους– ταιριάζεις».
Τα σόσιαλ μίντια δημιουργούν και μια ακόμη αυταπάτη, ότι γνωριζόμαστε. Σύμφωνα με την κλινική ψυχολόγο - ψυχοθεραπεύτρια Αννα Κανδαράκη, συχνά επιλέγουμε συντρόφους με βάση τη φαντασίωση που φτιάχνουμε γι' αυτούς από τα ψήγματα των πληροφοριών που εκείνοι προβάλλουν δημόσια. «Το Διαδίκτυο υπόσχεται ότι μπορεί να προσφέρει ό,τι σου λείπει. Και όταν πονάει η ψυχή νομίζεις ότι όλα τρώγονται. Αν έχεις βιώσει βαθιά τη μοναξιά και λαχταράς απεγνωσμένα σχέση –σύμβουλος ήδη λανθασμένος, καθώς η σχέση πρέπει να βασίζεται στην επιθυμία και όχι στην ανάγκη– θα προσδώσεις στον άγνωστο Αλλο ιδιότητες που δεν τις έχει ή τουλάχιστον δεν έχεις αρκετές ενδείξεις για να τις επιβεβαιώσεις». Τα σόσιαλ μίντια, επισημαίνει η ίδια, προσδίδουν μια ψευδοοικειότητα. «Μέσα σε υπερβολικά σύντομο χρονικό διάστημα νιώθεις ότι μπορείς να ανοίξεις την καρδιά σου μένοντας κρυμμένος πίσω από ένα πληκτρολόγιο, χωρίς την παραμικρή επί της ουσίας έκθεση, άρα και κοντινότητα. Ομως οικειότητα χωρίς κοντινότητα δεν μπορεί να υπάρξει». Γι' αυτό, όπως λέει η κ. Κανδαράκη, συχνά πυκνά η πραγματική συνάντηση είναι μια απότομη προσγείωση.
«Οι συναντήσεις είναι εύκολες μέσω Διαδικτύου και οθόνης. Γρήγορες, αστραφτερές, γυαλισμένες και αυτόματες. Ολα ταιριάζουν απόλυτα. Ο άλλος μοιάζει διαθέσιμος και πάντα παρών, δίχως να συνειδητοποιούμε ότι την ίδια στιγμή που “είναι εκεί” δεν χρειάζεται να σηκωθεί από τον καναπέ ή το κρεβάτι του. Δεν χρειάζεται καν να είναι μόνος. Οι σχέσεις πάλι είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Είναι μια περίπλοκη διαδικασία που προϋποθέτει έκθεση, μοίρασμα και οικειότητα. Τσαλάκωμα και, κυρίως, χρόνο και παρουσία. Πραγματική παρουσία. Με σάρκα και οστά. Εκεί μπερδευόμαστε. Νομίζουμε ότι συσχετιζόμαστε επειδή συναντήσαμε μια στημένη εικόνα, ένα “φτιασιδωμένο” προφίλ που έχει στηθεί με αυστηρή επιλογή τού τι θα προβληθεί προς τα έξω. Μονάχα που στα διαδικτυακά προφίλ λείπει η φυσικότητα, ο αυθορμητισμός και τελικά η αλήθεια. Είναι σαν να συναντάμε κάποιον συνεχώς με τα καλά του. Ομως δεν είμαστε αυτό, ή τουλάχιστον μόνο αυτό. Ενα προφίλ μπορεί να δείχνει ένα μέρος από εμάς, το καλύτερό μας ίσως, σε καμία περίπτωση όμως δεν αρκεί για να γνωριστούμε και να ταιριάξουμε με κάποιον. Ποσό συχνά έχετε δει κάποιον στα κοινωνικά προφίλ του να διαφημίζει την αποτυχία του; Σπάνια. Ισως ποτέ. Ομως οι άνθρωποι είμαστε και οι αποτυχίες μας. Και μάλιστα ο τρόπος που θα αντιμετωπίσουμε τις αποτυχίες και τις δυσκολίες μας είναι σημαντικός καθρέφτης τού ποιοι είμαστε».
Η Φ., 37 ετών, δημοσιογράφος, έχει προσγειωθεί πολλές φορές απότομα μετά τη διά ζώσης συνάντηση με τον άνδρα που φλέρταρε. «Οι περισσότεροι χτίζουν το πρόσωπο που θέλουν να βγάζουν προς τα έξω. Γίνονται “ο αστείος”, “ο κουλ”, “ο έξυπνος”. Στην πορεία διαπιστώνεις ότι αυτό δεν ισχύει, είναι ένα προπέτασμα καπνού για να κρύψουν μια ανασφάλεια, μια φοβία, κάποιο άλλο χαρακτηριστικό. Χρειάζεται αρκετός χρόνος προκειμένου να αποβάλεις από το μυαλό σου τις βεβαιότητες που είχες για τον άλλο, που ήταν στην πραγματικότητα ψευδαισθήσεις».
Οπως λέει η ίδια, και η εμπειρία του χωρισμού είναι σήμερα διαφορετική, περίπλοκη. «Παλιότερα, μετά ένα χωρισμό έλεγες “δεν θέλω να μου ξαναμιλήσεις, δεν θέλω να σε ξαναδώ” και τελείωνες. Το πολύ πολύ χώριζες τα μπαρ και τις παρέες, σταματούσες να περνάς από τα δικά του στέκια και αυτό ήταν. Σήμερα δεν έχεις αυτή τη δυνατότητα, δεν μπορείς να προστατευθείς αποτελεσματικά. Βλέπεις τι κάνει, με ποιους βγαίνει, πώς περνάει. Ο πόνος κρατάει περισσότερο γιατί νομίζεις ότι όλα γίνονται για σένα. Οτι όλα είναι ένα σημάδι. Γι' αυτό εγώ προτιμώ να κάνω ένα block και να τελειώνω».
Ο χωρισμός είναι ένας μικρός θάνατος και, όπως λέει η κ. Κανδαράκη, η καθημερινή οπτική επαφή, έστω και μέσω οθόνης, δεν βοηθάει στη διαδικασία του πένθους. «Για να έρθει η συνειδητοποίηση, να φύγουμε από την άρνηση, πρέπει να βιώσουμε την απουσία και την έλλειψη. Με τον συνεχή βομβαρδισμό πληροφοριών, εικόνων και γεγονότων της ζωής του άλλου, δυστυχώς παραμένει παρών και καθιστά αυτή τη διαδικασία κάποιες φορές όχι μόνο πολύ αργή, αλλά και παθολογική. Και δυστυχώς η ζωή τρέχει και εμείς μένουμε προσκολλημένοι σε μια ανάμνηση».
«Το Διαδίκτυο υπόσχεται ότι μπορεί να προσφέρει ό,τι σου λείπει. Και όταν πονάει η ψυχή νομίζεις ότι όλα τρώγονται».