Το νομικό οπλοστάσιο και οι καταδίκες των δραστών
Σύμφωνα με δικηγόρους, τέτοιες υποθέσεις απασχολούν περισσότερο από ό,τι φανταζόμαστε την ελληνική Δικαιοσύνη. «Τα σόσιαλ μίντια διευκολύνουν αυτές τις συμπεριφορές. Και παλιότερα υπήρχε το φαινόμενο, αλλά τώρα μπαίνεις μέσα στη σφαίρα του άλλου. Τον βλέπεις κλεισμένος στο σπίτι σου», λέει η δικηγόρος και διαπιστευμένη διαμεσολαβήτρια Ροζίτα Σπινάσα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα και την επικαιροποίηση της νομοθεσίας. Το stalking ποινικοποιήθηκε το 2018, με τον νόμο 4531/18 (στο πλαίσιο της Κύρωσης της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης για την Καταπολέμηση της Βίας κατά των γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας). Σύμφωνα με την τροποποίηση του άρθρου 333 του Ποινικού Κώδικα, «...τιμωρείται και όποιος, χωρίς απειλή βίας ή άλλης παράνομης πράξης ή παράλειψης, προκαλεί σε άλλον τρόμο ή ανησυχία, με την επίμονη καταδίωξη ή παρακολούθησή του, όπως ιδίως με την επιδίωξη διαρκούς επαφής μέσω τηλεπικοινωνιακού ή ηλεκτρονικού μέσου ή με επανειλημμένες επισκέψεις στο οικογενειακό, κοινωνικό ή εργασιακό περιβάλλον αυτού, παρά την εκπεφρασμένη αντίθετη βούλησή του».
«Το αδίκημα δεν μπορούσε προηγουμένως να τιμωρηθεί αφού δεν υπήρχε σχετική πρόβλεψη για αυτό το σύνολο των συμπεριφορών που συνιστούν stalking. Τώρα το νομικό πλαίσιο είναι επαρκές, ενώ υπάρχει πρόβλεψη και για την παρενοχλητική συμπεριφορά σε ενδοοικογενειακό πλαίσιο», αναφέρει η κ. Σπινάσα. Πράγματι, με την τελευταία τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα το 2019, ποινικοποιήθηκε και το λεγόμενο spouse stalking, δηλαδή η ενδοοικογενειακή έμμονη παρενοχλητική παρακολούθηση. «Πολλές γυναικοκτονίες ξεκίνησαν από stalking», όπως υπογραμμίζει η ίδια.
Το stalking πάντως είναι πλημμέλημα το οποίο τιμωρείται με φυλάκιση έως ενός έτους. Με τον νέο νόμο καταδικάστηκε πριν από δύο χρόνια από το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Καβάλας και ο διώκτης της Αννας Κορακάκη, ένας πυγμάχος από τη Γεωργία ο οποίος για πέντε χρόνια είχε γίνει «σκιά» της Ελληνίδας πρωταθλήτριας σκοποβολής, φτάνοντας μέχρι το σημείο να κάψει το αυτοκίνητο του συντρόφου της. «Υπάρχουν καταδίκες, καθώς το αδίκημα είναι τις περισσότερες φορές εύκολο να αποδειχθεί. Δεν γίνεται να μην υπάρχουν ίχνη της ηλεκτρονικής επικοινωνίας», λέει η Ροζίτα Σπινάσα. Ακόμη και φαινομενικά «άκακα» μέιλ μπορεί να αποτελέσουν αποδεικτικό υλικό όταν είναι μαζικά.
«Η διάταξη μιλάει για επίμονη καταδίωξη. Το θέμα είναι η εμμονή, που προκαλεί όχι μόνο ενόχληση, αλλά φόβο. Νιώθεις ότι ο άλλος είναι άρρωστος και έχει αρρωστήσει μαζί σου». Συχνά πάντως ο θύτης καταδικάζεται αλλά δεν μπαίνει στη φυλακή. «Το θέμα είναι λοιπόν πως ενώ το νομικό οπλοστάσιο είναι επαρκέστατο, δεν φαίνεται να μπορεί να σταματήσει τον δράστη», αναφέρει η κ. Σπινάσα.