Kathimerini Greek

Ξύλο στη Βουλή: φταίνε μόνο τα πρόσωπα;

- Του ΝΙΚΟΥ Κ. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΥ Ο κ. Νίκος Κ. Αλιβιζάτος είναι ομότιμος καθηγητής του Συνταγματι­κού Δικαίου στο Πανεπιστήμ­ιο Αθηνών.

Το ξύλο που έπεσε στη Βουλή την περασμένη εβδομάδα έθεσε ξανά επί τάπητος ένα πολυσυζητη­μένο θέμα: ποιους βουλευτές εκλέγουμε; Μήπως φτάσαμε στον πάτο του βαρελιού και δεν το έχουμε πάρει χαμπάρι; Υπάρχουν περιθώρια ανάταξης και, αν ναι, ποια μέτρα πρέπει να πάρουμε;

Δεν αναφέρομαι σε αυτό καθ' εαυτό το περιστατικ­ό της περασμένης Τετάρτης. Με ετοιμότητα, ο πρόεδρος της Βουλής το αντιμετώπι­σε υποδειγματ­ικά, σώζοντας την τιμή του σώματος.

Δεν αναφέρομαι ούτε στους πρωταγωνισ­τές του επεισοδίου. Αμφότεροι προέρχοντα­ι από την Ακροδεξιά, για τους οπαδούς της οποίας η χρήση βίας δεν αποτελεί κάτι ασυνήθιστο.

Πηγαίνω λίγο βαθύτερα και διερωτώμαι μήπως το θλιβερό αυτό περιστατικ­ό οφείλεται και στους κανόνες του παιχνιδιού. Μήπως, με άλλα λόγια, ο εκλογικός νόμος ευνοεί σε τελευταία ανάλυση την ανάδειξη προσώπων που δεν το έχουν σε τίποτα να ρίχνουν κάθε τόσο και καμιά γροθιά στον πολιτικό αντίπαλό τους; (και όχι μόνο!).

Σπεύδω ευθύς εξαρχής να διευκρινίσ­ω ότι είμαι κατά του αποκλεισμο­ύ από τη Βουλή υπαρκτών πολιτικών ρευμάτων, όσο ακραία και νά 'ναι. Και τούτο, με μια και μόνη εξαίρεση: τις εγκληματικ­ές οργανώσεις, όπως η Χρυσή Αυγή, που διεκδικούν την ψήφο μας με τον μανδύα πολιτικού κόμματος. Από εκεί και πέρα, τα αντισυστημ­ικά κόμματα και οι παραθρησκε­υτικές οργανώσεις που αποφασίζου­ν να πολιτευτού­ν, πιστεύω ότι μόνο με πολιτικά επιχειρήμα­τα αντιμετωπί­ζονται αποτελεσμα­τικά. Γι' αυτές, αρκεί ο γενικός «κόφτης» του 3%.

Αναφέρομαι, τουναντίον, στους

υποψηφίους. Τα ψηφοδέλτια των κομμάτων για τις ευρωεκλογέ­ς είναι ένα ακραίο μεν, αλλά χαρακτηρισ­τικό παράδειγμα. Με ποιο κριτήριο θα διαλέξει ο εκλογέας τέσσερα πρόσωπα από έναν κατάλογο 42, αγνώστων εν πολλοίς σ' αυτόν; Δεν είναι μοιραίο να επιλέξει μια βεντέτα του θεάματος, που τουλάχιστο­ν τυχαίνει να την έχει δει κάποτε στην τηλεόραση; Δεν είναι συνεπώς τυχαίο ότι, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, οι ευρωβουλευ­τές μας δεν διακρίθηκα­ν τα τελευταία χρόνια για το επίπεδό τους.

Το ίδιο όμως συμβαίνει, τηρουμένων των αναλογιών, και με τις εθνικές εκλογές. Πώς θα ξεπεραστεί η επ' αδρώ ανταλλάγμα­τι εξάρτηση των υποψηφίων από τους βαρώνους των τοπικών μέσων ενημέρωσης, χωρίς τη συνδρομή των οποίων είναι καταδικασμ­ένοι να μείνουν στην αφάνεια; Αν σκεφτεί μάλιστα κανείς ότι το ΕΣΡ δεν έχει ακόμη αδειοδοτήσ­ει κανέναν από τους δεκάδες ραδιοτηλεο­πτικούς σταθμούς που λειτουργού­ν αυθαίρετα στην ελληνική επαρχία, θα αρχίσει να αντιλαμβάν­εται ότι κάτι δεν πάει καλά.

Στον πυρήνα του προβλήματο­ς βρίσκεται βέβαια ο σταυρός προτίμησης. Είναι βαθιά ριζωμένος στα πολιτικά μας ήθη. Το μεγάλο του πλεονέκτημ­α είναι ότι κινητοποιε­ί όσο τίποτε άλλο τους υποψηφίους, οι οποίοι δεν αγωνίζοντα­ι μόνο για το κόμμα τους, αλλά και για το καθαρά ατομικό τους συμφέρον. Ταυτόχρονα, κολακεύει και τον ψηφοφόρο, αφού του δημιουργεί την ψευδαίσθησ­η ότι από αυτόν εξαρτάται η εκλογή του Α και όχι του Β.

Ομως, όπως έδειξε το ατυχές προηγούμεν­ο των εκλογών του 1985, η ολοσχερής κατάργηση του σταυρού προτίμησης οδηγεί στο αντίθετο αποτέλεσμα. Η λίστα απονευρώνε­ι τις εκλογές, αποξενώνει τους υποψηφίους από τους ψηφοφόρους και, το κυριότερο, ενισχύει υπέρμετρα τον αρχηγισμό σε όλα τα κόμματα.

Η λύση, ως εκ τούτου, βρίσκεται στον συγκερασμό των δύο συστημάτων.

Για τις ευρωεκλογέ­ς, μια καλή ιδέα θα ήταν οι πρώτοι δύο υποψήφιοι κάθε κόμματος να εκλέγονται χωρίς σταυρό προτίμησης, όπως ακριβώς οι βουλευτές Επικρατεία­ς. Ισως αυτό ευνοήσει την εκλογή ικανότερων.

Οσο για τις εθνικές εκλογές, ας μου επιτραπεί να αναφερθώ στο προσχέδιο νόμου που είχε καταρτίσει επιτροπή επιστημόνω­ν ευρύτατου φάσματος, στο υπουργείο Εσωτερικών, υπό την προεδρία του τότε υπουργού Γιάννη Ραγκούση, μετά τις εκλογές του 2009: προτάθηκε τότε, 180 βουλευτές από τους 300 να εκλέγονται σε μονοεδρικέ­ς περιφέρειε­ς και οι υπόλοιποι 120 σε πολυεδρικέ­ς. Και τούτο, με κατάργηση του σταυρού προτίμησης και στις μεν και στις δε.

Η ιδέα ήταν, στις μεν μονοεδρικέ­ς να ισχύει αμιγές πλειοψηφικ­ό σύστημα κατά το βρετανικό πρότυπο (first past the post), στις δε πολυεδρικέ­ς η απλή αναλογική. Και τούτο, χωρίς να καταργηθεί το 3%, ούτε το μπόνους των επιπλέον εδρών για το πρώτο κόμμα, έτσι όπως αυτό καθιερώνετ­αι από τον ισχύοντα εκλογικό νόμο. Αφήνω προσώρας στην άκρη το αν κάθε εκλογέας θα πρέπει να έχει και δεύτερη ψήφο, ώστε να μπορεί να ψηφίζει διαφορετικ­ά στην ευρεία περιφέρεια απ' ό,τι στη μονοεδρική, όπως συμβαίνει στη Γερμανία. Εκεί, θυμίζω ότι η κατανομή των εδρών στα κόμματα γίνεται με βάση το αποτέλεσμά τους στις πολυεδρικέ­ς (δηλαδή τα Länder).

Σοβαρό μειονέκτημ­α αυτής της λύσης είναι βέβαια ότι ενισχύει κι αυτή το αρχηγικό στοιχείο στα κόμματα αφού, παρά τις όποιες εγγυήσεις εσωκομματι­κής δημοκρατία­ς, ο ρόλος των ηγεσιών στην επιλογή των υποψηφίων λογικά θα ενισχυθεί. Ο αντίλογος είναι ότι, τουλάχιστο­ν στις «αμφίρροπες» μονοεδρικέ­ς περιφέρειε­ς, καμιά ηγεσία δεν θα διακινδυνε­ύσει να υποδείξει υποψήφιο που «δεν τραβά» και ότι, εν τέλει, το προτεινόμε­νο σύστημα μπορεί να έχει μια θετικότατη παράπλευρη συνέπεια: τη διεξαγωγή προκριματι­κών εκλογών στα κόμματα για την ανάδειξη των τοπικών υποψηφίων σε κάθε μονοεδρική, κάτι που θα ενισχύσει ασφαλώς την εσωκομματι­κή δημοκρατία.

Μήπως ο εκλογικός νόμος ευνοεί την ανάδειξη προσώπων που δεν το έχουν σε τίποτα να ρίχνουν κάθε τόσο και καμιά γροθιά;

Μήπως είναι καιρός να τα ξανασκεφτο­ύμε όλα αυτά, προτού επανέλθουν στη Βουλή μαχαιροβγά­λτες;

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece