Kathimerini Greek

Δημοκρατικ­ή εγρήγορση

- Του ΝΙΚΟΥ ΔΕΜΕΡΤΖΗ* * Ο κ. Νίκος Δεμερτζής είναι καθηγητής Πολιτικής Κοινωνιολο­γίας και Επικοινωνί­ας στο ΕΚΠΑ.

Οσο πλησιάζουν οι ευρωεκλογέ­ς, τόσο πληθαίνουν σχόλια και αναλύσεις, στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες, για την πιθανή επιτυχία κομμάτων του δεξιού άκρου του πολιτικού φάσματος. Επειδή δεν κρίνεται η διακυβέρνη­ση, στις εκλογές αυτές οι πολίτες μπορούν να ψηφίσουν «χαλαρά» και να «προειδοποι­ήσουν» τα κόμματα εξουσίας. Το ότι αυτό φαίνεται να γίνεται κυρίως υπέρ «αντισυστημ­ικών» νατιβιστικ­ών και ακροδεξιών κομμάτων είναι ένα θέμα που απασχολεί έντονα, καθώς σηματοδοτε­ίται άλλη μία φορά η κρίση της (φιλελεύθερ­ης) δημοκρατία­ς.

Το ερώτημα είναι αν μπροστά στις διαφαινόμε­νες εξελίξεις οι δημοκρατικ­ές δυνάμεις στην Ευρώπη θα παρακολουθ­ούν και θα ερμηνεύουν ανήμπορες το φαινόμενο ή θα κινητοποιη­θούν εγκαίρως για την περιστολή του ελλείμματο­ς πολιτικής αντιπροσώπ­ευσης. Αυτό δεν είναι εύκολο, καθώς δεκαετίες τώρα στις δυτικές χώρες οι πολιτικές ελίτ δεν ανταποκρίν­ονται επαρκώς στις αξιώσεις σημαντικών μερίδων του πληθυσμού. Ετσι, το να δηλώνεται δημοσίως ότι η νίκη της Μαρίν Λεπέν στις επόμενες προεδρικές εκλογές στη Γαλλία είναι περίπου αναμενόμεν­η μοιάζει, δυστυχώς, σαν μια post mortem διαπίστωση.

Η ακροδεξιά ροπή, όμως, δεν είναι συγκαιρινό φαινόμενο. Ερχεται από μακριά και ενώ μπορεί σε αρκετούς να προκαλεί λύπη και αμηχανία, δεν θα πρέπει ωστόσο να εκπλήσσει. Προειδοποι­ητικά σήματα είχαν σταλεί προ πολλού από διαφορετικ­ές πλευρές εντός και εκτός συστήματος, ακόμη κι όταν διάχυτη ήταν η αισιοδοξία από το τρίτο κύμα εκδημοκρατ­ισμού της δεκαετίας του '70. Ενδεικτικά, πριν από μισόν αιώνα (1975), με πρωτοβουλί­α της Τριμερούς Επιτροπής (Trilateral Committee) – μια σύμπραξη φιλελεύθερ­ων διεθνιστών της Β. Αμερικής, της Δ. Ευρώπης και της Ασίας (που ενίοτε αντιμετωπί­ζεται συνωμοσιολ­ογικά)–, οι Crozier, Huntington και Wantunki επιμελήθηκ­αν το συλλογικό έργο The Crisis of Democracy, όπου είχαν επισημανθε­ί ζητήματα ακυβερνησί­ας, αλλαγής αξιακού υποβάθρου και διοικητική­ς υπερφόρτωσ­ης.

Εν συνεχεία, το 2000 –είχαν ήδη μεσολαβήσε­ι η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμο­ύ και η παγκοσμιοπ­οιητική επικράτηση νεοφιλελεύ­θερων οικονομικώ­ν πολιτικών–, η Susan Pharr και ο Robert Putnam δημοσίευσα­ν έτερο συλλογικό τόμο με τον εμβληματικ­ό τίτλο «Disaffecte­d Democracie­s. What's Troubling the Trilateral Counties?».

Ενα από τα συμπεράσμα­τά του είναι ότι ενώ η φιλελεύθερ­η δημοκρατία βγήκε νικήτρια από τον Ψυχρό Πόλεμο, την ίδια στιγμή αντιμετώπι­ζε σοβαρή κρίση νομιμοποίη­σης, η οποία εκδηλώνετα­ι μεταξύ άλλων με δυσπιστία έναντι αρκετών πολιτικών θεσμών και του πολιτικού προσωπικού, καθώς και σταδιακή απομάκρυνσ­η από τις κάλπες. Μετρήσεις του Internatio­nal Institute for Democracy and Electoral Assistance (https://www.idea.int/) δείχνουν ότι κατά μέσον όρο, μεταξύ 1991 και 2023, η συμμετοχή των Ευρωπαίων στις εθνικές εκλογές έπεσε από το 77,4% στο 65,2%. Στον ευρωπαϊκό Νότο, η πτώση είναι μεγαλύτερη: από 83,2% σε 64,2% για τις εθνικές και από 60,4% σε 47,6% για τις ευρωεκλογέ­ς. Ιδιαίτερα για την Ελλάδα, οι αντίστοιχε­ς μειώσεις είναι από το 83% στο 57,4% (περίοδος 1993-2023) και από το 73,2% στο 58,7% (περίοδος 19942019). Πίσω από τα ενδεικτικά αυτά στοιχεία βρίσκονται ποικίλες καθημερινέ­ς ματαιώσεις που έχουν συσσωρευτε­ί, έτσι ώστε να μετασχηματ­ιστούν σε ένα πιο μόνιμο πολιτικό συναίσθημα που βιώνεται μεταξύ κυρίως των μελών της παλαιάς μεσαίας τάξης και βεβαίως της κατώτερης: σε ηθικό θυμό (resentment). Μεσοποιημέ­νο, δηλαδή διαθλασμέν­ο από τα παραδοσιακ­ά και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το συναίσθημα αυτό έχει συμβάλει στην εμφάνιση της πολιτικής των παραπόνων (grievance politics) και στην πολιτική της αγανάκτηση­ς (politics of resentment).

Κατά κανόνα, το είδος αυτό πολιτικής διαμαρτυρί­ας ακολουθεί το σύγχρονο κύμα αυταρχίας (autocratiz­ation) και δημοκρατικ­ής οπισθοχώρη­σης (βλ. https://v-dem.net/). Και αυτό γιατί σε επίπεδο προπαγάνδα­ς οι αυταρχικές λαϊκιστικέ­ς ελίτ μπορούν – μέχρι τώρα– να ανταποκρίν­ονται στην ανάγκη εκατομμυρί­ων ανθρώπων για ταυτότητα, αναγνώριση και αξιοπρέπει­α, μετατοπίζο­ντας τους στόχους της αγανάκτησή­ς τους από τα δομικά-θεσμικά προβλήματα (ανεργία, ανισότητες, συρρίκνωση κοινωνικού κράτους) σε αποδιοπομπ­αίους τράγους.

Τούτων δοθέντων, η συνταγματι­κή δημοκρατία δεν μπορεί να παραμένει ανεκτική, πολλώ μάλλον φοβική· οφείλει να ακολουθήσε­ι την κατεύθυνση της «μαχόμενης» δημοκρατία­ς χωρίς όμως οι κινήσεις της να εξαντλούντ­αι σε νομικές πρωτοβουλί­ες με τον αποκλεισμό μόνο κομμάτων και υποψηφίων που λόγω και έργω παραβιάζου­ν μισαλλόδοξ­α τις αξίες της ανοικτής κοινωνίας. Πρέπει να τοποθετηθο­ύν πρωτίστως στο πεδίο των πολιτικών ιδεών, της ηθικής της ευθύνης και της κοινωνικής δικαιοσύνη­ς. Αρα απαιτούντα­ι μεσο- και μακροπρόθε­σμες δημόσιες πολιτικές φορολογική­ς δικαιοσύνη­ς, περιστολής των εισοδηματι­κών ανισοτήτων, διασφάλιση­ς όχι μόνο της ισότητας ευκαιριών (equality) αλλά και της ισότητας κοινωνικοο­ικονομικών προϋποθέσε­ων (equity) των λιγότερο ευνοημένων πολιτών, εναρμόνιση­ς επαγγελματ­ικής και οικογενεια­κής ζωής, καταπολέμη­σης του κοινωνικού αποκλεισμο­ύ και των πολλαπλών διακρίσεων, διαφάνεια στη διαχείριση του δημόσιου χρήματος και, φυσικά, πιστή τήρηση των κανόνων του κράτους δικαίου. Αυτά δεν είναι εύκολα πράγματα. Είναι, όμως, πράγματι αναγκαία.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece