Το ελληνικό πλεονέκτημα δημοσιονομικής σταθερότητας
Μια αρνητική παράδοση «έσπασε» τα τελευταία χρόνια, σχεδόν αθόρυβα. Είναι ίσως αυτονόητο πλέον ότι σε εκλογικές χρονιές η δημοσιονομική κατάσταση δεν εκτροχιάζεται, το πρωτογενές έλλειμμα του Δημοσίου δεν αυξάνεται απότομα. Δεν μπορούμε να ξέρουμε τη διάρκεια της ευεργετικής αυτής πρακτικής, αλλά εφόσον διατηρηθεί τα επόμενα χρόνια, μπορεί να προσφέρει ισχυρό πλεονέκτημα για τη χώρα.
Για όσους θέλουν να μην έχουν ενοχές, σημειώνουμε ότι το φαινόμενο του «εκλογικού ελλείμματος του Δημοσίου» δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό. Σε πολλές χώρες υπάρχουν κυβερνήσεις που δεν διστάζουν να εκτροχιάσουν την οικονομία τους για να κερδίσουν εκλογές. Μελέτες του ΔΝΤ δείχνουν ότι ιστορικά στις εκλογικές χρονιές, τα δημοσιονομικά αποτελέσματα ξεπερνούν τις αρχικές προβλέψεις σε σημαντικό ποσοστό. Κι όλα αυτά προκαλούν μια εύλογη ανησυχία επειδή φέτος γίνονται εκλογές σε χώρες που εκπροσωπούν πάνω από το μισό του παγκόσμιου πληθυσμού. Η σημερινή
συγκυρία έρχεται μετά την πανδημία που ενίσχυσε τις κρατικές δαπάνες παντού, αλλά και την επαναφορά στην κανονικότητα με περιστολή δαπανών, ωστόσο εμφανίζονται νέες πηγές ενίσχυσης κρατικών δαπανών. Οι ανάγκες πράσινων επενδύσεων, η άνοδος επιτοκίων στους τόκους του δημοσίου χρέους, αλλά κυρίως η στήριξη με μέτρα και επιδοτήσεις της βιομηχανικής πολιτικής προκαλούν νέες ανάγκες. Το παγκόσμιο δημόσιο χρέος είναι σήμερα εννέα ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τα επίπεδα πριν από την πανδημία.
Η συνταγή του ΔΝΤ για την αποτροπή της αποσταθεροποίησης των οικονομιών είναι να καταργηθούν επιδοτήσεις συμπεριλαμβανομένων και των ενεργειακών επιχορηγήσεων και να προωθηθούν μεταρρυθμίσεις ειδικά στις ανεπτυγμένες χώρες που αντιμετωπίζουν τη γήρανση του πληθυσμού και συνεπώς μεγάλες πιέσεις για δαπάνες στα συστήματα υγείας και συνταξιοδότησης. Και νέοι φόροι; Οι συστάσεις του ΔΝΤ αφορούν τη φορολόγηση των υπερβολικών κερδών, όπως έγινε στην Ελλάδα με τα κέρδη των διυλιστηρίων, την ένταξη σχετικών ρυθμίσεων στο φορολογικό σύστημα εταιρειών αλλά και διεύρυνση της φορολογικής βάσης στις αναπτυσσόμενες χώρες που έχουν υψηλή φοροδιαφυγή καθώς και χρησιμοποίηση καινοτομιών με τεχνολογία που χαρακτηρίζεται GovTech. Βέβαια ήδη από τον Φεβρουάριο φέτος το Ευρωκοινοβούλιο και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν καταλήξει σε συμφωνία που αφορά την οικονομική διακυβέρνηση της Ε.Ε. και τον έλεγχο του αυξημένου δημόσιου χρέους σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες. Οι κυβερνήσεις έχουν συμφωνήσει να μειώνουν το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά 1% του ΑΕΠ εφόσον το χρέος είναι πάνω από 90% του ΑΕΠ και 0,5% εφόσον το χρέος είναι μεταξύ 60%-90% του ΑΕΠ. Οι χώρες που δεν θα πετύχουν τον στόχο αυτό θα εντάσσονται σε διαδικασίες υπερβολικού ελλείμματος, με ανάλογη παρακολούθηση. Οι τελευταίες βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα συμπίπτουν με τον περιορισμό του δημόσιου χρέους και εξαιτίας του υψηλότερου ρυθμού ανάπτυξης. Εφόσον διατηρηθεί η θετική αυτή πορεία και μάλιστα σε περίοδο που πολλές χώρες επιχειρούν δημοσιονομική σταθεροποίηση, αυτό μπορεί να είναι πλεονέκτημα για την οικονομία. Σε συνθήκες δημοσιονομικής σταθερότητας θα μπορούσε να επιχειρηθεί επιτάχυνση της ανάπτυξης. Αρκεί βέβαια να μην ανατραπεί η πολιτική σταθερότητα, να μην επικρατήσουν πολιτικές παροχών με δανεικά, η εύκολη ικανοποίηση κάθε είδους διεκδίκησης από όσους έχουν πραγματική ανάγκη αλλά και άλλους που απλώς θέλουν να διευρύνουν τα προνόμιά τους.
Αυτό που θα ήταν χρήσιμο είναι να καθιερωθεί ένας μεσοπρόθεσμος σχεδιασμός και να ενισχυθεί η ανεξαρτησία ενός βιώσιμου πλαισίου δημοσιονομικής πολιτικής που δεν θα υπονομεύσει το μέλλον της χώρας όπως έχει συμβεί στο παρελθόν.
Iστορικά στις εκλογικές χρονιές τα δημοσιονομικά αποτελέσματα ξεπερνούν τις αρχικές προβλέψεις.