Τα ιταλικά δικαστήρια κάνουν δύσκολη τη... ζωή του Ρέντσι
Απειλούν την πολιτική λιτότητας ακυρώνοντας τους νόμους για πάγωμα συντάξεων και μισθών
Τα δικαστήρια απειλούν την πολιτική λιτότητας του Ιταλού πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι. Μετά την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου που ακύρωσε νόμο του 2011 για πάγωμα των συντάξεων, στις 23 του μήνα κρίνεται η συνταγματικότητα του νόμου περί παγώματος των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων.
Οι αποφάσεις αυτές δυσχεραίνουν τις προσπάθειες του Ρέντσι για επιβολή δημοσιονομικής πειθαρχίας. Η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου τον Απρίλιο για την αντισυνταγματικότητα του παγώματος των συντάξεων, επιβαρύνει τα δημοσιονομικά της Ιταλίας με 35 δισ. ευρώ, καθώς με βάση όσα ίσχυαν πριν από το 2011 οι συντάξεις έπρεπε να ακολουθούν τον τιμάριθμο και αναπροσαρμόζονται αναλόγως.
Προς το παρόν ο Ιταλός πρωθυπουργός έχει καταφέρει να επιστρέψει μέρος μόνο των παγωμένων συντάξεων, ωστόσο είναι άγνωστο μέχρι πότε θα καταφέρνει να αποφεύγει τη συμμόρφωση της κυβέρνησης στις αποφάσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου. «Η κυβέρνηση μπορεί μόνο να περιορίσει την επί- πτωση των αρνητικών αποφάσεων όσον αφορά τα δημοσιονομικά», δηλώνει σε σχετικό ρεπορτάζ του πρακτορείου «Μπλούμπεργκ» η Λορεντάνα Φεντερίκο, οικονομολόγος στην τράπεζα UniCredit του Μιλάνου. «Μακροπρόθεσμα, έκτακτα μέτρα όπως το πάγωμα των μισθών και των συντάξεων θα πρέπει να αντικατασταθούν από μία διαρθρωτική και ενδελεχή αναθεώρηση των δημοσίων δαπανών», προσθέτει.
Στις 30 Απρίλιου το ανώτατο δικαστήριο της χώρας ακύρωσε νόμο που είχε ψηφιστεί το 2011 από τον τότε πρωθυπουρ- γό Μάριο Μόντι, ο οποίος προχωρούσε σε πάγωμα των συνδεδεμένων με τον τιμάριθμο υψηλών συντάξεων. Τα χρήματα που έπρεπε συνολικά να επιστραφούν έφθαναν έως και 19 δισ. ευρώ, με την κυβέρνηση να αποφασίζει να επιστρέψει περίπου το ένα δέκατο από τα χρήματα αυτά με έκτακτο διάταγμα που επιχείρησε να περάσει ο Ρέντσι χαρακτηρίζοντας τις επιστροφές «μπόνους» προς τους συνταξιούχους.
Τώρα ο Ιταλός πρωθυπουργός βρίσκεται μπροστά στο ενδεχόμενο μιας νέας απόφασης, καθώς στις 23 Ιουνίου κρίνεται η συνταγματικότητα νόμου ο οποίος ψηφίστηκε το 2010 από τον τότε πρωθυπουργό Σίλβιο Μπερλουσκόνι και ο οποίος προέβλεπε τριετές πάγωμα στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων. Το μέτρο παρατάθηκε από τον προκάτοχο του Ρέντσι, Ενρίκο Λέτα το 2013 και επικυρώθηκε πέρυσι από τη σημερινή κυβέρνηση.
Οι αξιώσεις στην περίπτωση που κριθεί αντισυνταγματικός και αυτός ο νόμος, μπορεί να φθάσουν στα 14 δισ. ευρώ, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Τζιοβάνι Φαβερίν, επικεφαλής του τμήματος δημοσίων υπαλλήλων του συνδικάτου CISL. Το ιταλικό πρακτορείο ειδήσεων ANSA, επικαλούμενο σημείωμα που ο δικηγόρος ο οποίος εκπροσωπεί το κράτος θα παρουσιάσει στο δικαστήριο, ανεβάζει το κόστος σε 35 δισ. ευρώ.
Είτε 14 δισ. είτε 35 δισ. ευρώ, το ποσό είναι πολύ μεγάλο για την κυβέρνηση, η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη με πολιτική λιτότητας εδώ και τρία χρόνια και προσπάθεια μείωσης του υψηλού δημόσιου χρέους. Το δημόσιο χρέος της Ιταλίας αυξήθηκε τον Μάρτιο στο ρεκόρ των 2,18 τρισ. ευρώ και είναι το δεύτερο μεγαλύτερο ως προς ποσοστό του ΑΕΠ μετά από αυτό της Ελλάδας.
Λίγο μετά την απόφαση για τις συντάξεις, ο υπουργός Οικονομικών Πιερ Κάρλο Παντοάν δήλωνε στο κοινοβούλιο ότι η πληρωμή ολόκληρου του ποσού ήταν αδύνατη γιατί «θα παραβιάζαμε όχι μόνο τους κανόνες της Ε.Ε., αλλά θα θέταμε τα δημοσιονομικά μας σε μη βιώσιμο δρόμο, με τον κίνδυνο να τεθεί η εμπιστοσύνη της αγοράς εν αμφιβόλω».
Με άλλα λόγια, στη σημερινή Ευρώπη της λιτότητας, οι αποφάσεις των Συνταγματικών Δικαστηρίων δεν έχουν καμία αξία μπροστά στις αμφιβολίες των αγορών... [SID:9514343]