Κεφάλαια από την ποσοτική χαλάρωση μέσω της ΕΚΤ
κά ζητήματα απέναντι σε τεχνοκρατικά ζητήματα». Εντοπίζουν δε ευρύτερα «έλλειψη στελεχών», αλλά ξεχωρίζουν ως φωτεινά παραδείγματα «υπουργούς όπως οι Μάρδας και Τσακαλώτος, ο οποίος όμως βάζει κι εκείνος ιδεολογικά ζητήματα, την ώρα που έχει απέναντι τεχνοκράτες όπως οι Σόιμπλε και Ντέισελμπλουμ». Οσο για τον Γιάνη Βαρουφάκη; «Μόνο θεωρία. Από ένα σημείο κι έπειτα, οι Ευρωπαίοι δεν ήθελαν καν να τον ακούν, γι’ αυτό και μιλούσαν απευθείας με τον Αλέξη Τσίπρα». Σύμφωνα με τις πηγές που πρόσκεινται στον σκληρό πυρήνα του ευρώ, ο κίνδυνος του Grexit ήταν δεδομένος κατά τη διαπραγμάτευση του Ιουλίου, αλλά «επικράτησε το κλίμα που διαμόρφωσαν προς την αντίθετη κατεύθυνση οι Γάλλοι». Ως προς το τελικό περιεχόμενο της συμφωνίας, αρνούνται ότι αν δεν είχε προηγηθεί το δημοψήφισμα, θα υπήρχε ένα ευνοϊκότερο αποτέλεσμα. «Βεβαίως, επιβαρύνθηκαν τα νούμερα της ελληνικής οικονομίας, οπότε υπ’ αυτή την έννοια και μόνο ήταν όντως μια επιλογή η οποία επηρέασε τα πράγματα». Σε μια ευρύτερη συζήτηση για όσα δεν πήγαν καλά στην ελληνική υπόθεση, οι πιστωτές διαχωρίζουν τα δικά τους λάθη σε δύο επίπεδα. «Τα χρόνια πριν από την κρίση δεν υπήρξε ουσιαστικός έλεγχος για τον τελικό προορισμό και την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων που χορηγούνταν στην Ελλάδα. Τα χρόνια μετά την κρίση αποδείχτηκε λαθεμένη η προσέγγιση για γρήγορη, βίαιη λύση. Η διαδικασία ήταν τελικά πιο σύνθετη απ’ ό,τι νομίζαμε. Σημασία έχει ότι τώρα, μετά το δημοσιονομικό σκέλος, επικεντρώνουμε πλέον στο διαρθρωτικό, που έχει και τη μεγαλύτερη σημασία». Ανατρέχοντας στην περίοδο πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου, δηλώνουν: «Από τη μια πλευρά, όλοι γνώριζαν την ιδεολογία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά υπερτίμησαν τη βούληση σε το- μείς, όπως η διαφθορά και η φοροδιαφυγή. Από την άλλη πλευρά, ο Σαμαράς είχε ενημερωθεί επαρκώς από την άνοιξη για το πώς είχαν τα πράγματα σε σχέση με τη συνέχιση του προγράμματος. Μετά τις ευρωεκλογές πανικοβλήθηκε και αυτό ήταν που πλήρωσε τελικά. Το βασικό πρόβλημα στην Ελλάδα ευρύτερα είναι ότι οι κυβερνήσεις ποτέ δεν ανέλαβαν την ιδιοκτησία του προγράμματος». Ως προς τις συνθήκες κατά το πρώτο μέρος της διαπραγμάτευσης που ολοκληρώθηκε στις 12 Ιουλίου, και ειδικότερα την αναξιοπιστία την οποία έχει καταλογίσει στην Ευρωζώνη ο πρωθυπουργός, σε σχέση με την απρόσκοπτη ροή χρηματοδότησης προς τις ελληνικές τράπεζες καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας (σ.σ.: «προφορική δέσμευση» Ντέισελμπλουμ προς αυτή την κατεύθυνση στις 20 Φεβρουαρίου), στενός συνομιλητής του επικεφαλής στο Eurogroup αναφέρει συγκεκριμένα: «Πρόκειται προφανώς για κάποια παρεξήγηση. Ο Γερούν Ντέισελμπλουμ γνώριζε ότι το Eurogroup δεν μπορούσε να δώσει πολιτική εντολή στην ΕΚΤ, γι’ αυτό και ουδέποτε υποσχέθηκε κάτι τέτοιο. Μόνο η υπογραφή συμφωνίας ήταν ικανή να λύσει τα χέρια του Μάριο Ντράγκι. Τίποτα άλλο». [SID:9637218]