Naftemporiki

«Κοκτέιλ» QE και φθηνού ευρώ επανεκκίνη­σε την οικονομία

- Των Αγγελικής Κοτσοβού και Έφης Τριήρη

Με την οικονομία της Ευρωζώνης εγκλωβισμέ­νη σε αναιμική ανάπτυξη και με ορατό τον κίνδυνο του αποπληθωρι­σμού, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έγραψε το 2015 ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία, εγκαινιάζο­ντας πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) με αγορές κρατικών ομολόγων. Σχεδόν δύο χρόνια αργότερα και έχοντας αγοράσει κρατικό χρέος αξίας άνω του ενός τρισ. ευρώ, η πορεία της οικονομίας και του πληθωρισμο­ύ δείχνουν ότι το QE, σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα μη-συμβατικά μέτρα νομισματικ­ής χαλάρωσης, απέδωσε καρπούς. Πώς όμως κατάφερε η ΕΚΤ να συμβάλει στην επανεκκίνη­ση της οικονομίας και του πληθωρισμο­ύ; Σύμφωνα με τις μελέτες οικονομικώ­ν ινστιτούτω­ν, αλλά και της ίδιας της ΕΚΤ, το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης κατάφερε να μειώσει σημαντικά το επιτόκιο δανεισμού των χωρών-μελών της Ευρωζώνης και τις αποδόσεις των εταιρικών ομολόγων. Με αυτόν τον τρόπο, η ΕΚΤ προσέφερε ένα δυνατό κίνητρο τόνωσης του δανεισμού προς επιχειρήσε­ις και νοικοκυριά, αλλά και για αύξηση των επενδύσεων, υπογραμμίζ­ουν σε μελέτη οικονομολό­γοι του Bruegel για την αποτελεσμα­τικότητα του προγράμματ­ος αγορών ενεργητικο­ύ της ΕΚΤ. Ταυτόχρονα, η άσκηση χαλαρής νομισματικ­ής πολιτικής οδήγησε σε εξασθένηση του ευρώ, καθιστώντα­ς πιο ανταγωνιστ­ικές τις εξαγωγές χωρώνμελών της Ευρωζώνης. Η ΕΚΤ ανακοίνωσε στις 22 Ιανουαρίου 2015 ότι από τον Μάρτιο θα αρχίσει τις αγορές ομολόγων του δημόσιου τομέα (Public Sector Purchase Programme), το οποίο αποτελούσε επέκταση του Προγράμματ­ος Αγορών Ενεργητικο­ύ (Asset Purchase Programme). Στο πλαίσιο του προγράμματ­ος ποσοτικής χαλάρωσης, η ΕΚΤ άρχισε να αγοράζει κρατικά ομόλογα χωρών της Ευρωζώνης και χρεόγραφα άλλων ευρωπαϊκών θεσμών και οργανισμών. Τον Δεκέμβριο του 2015, ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, ανακοίνωσε την παράταση του προγράμματ­ος ποσοτικής χαλάρωσης έως τον Μάρτιο του 2017 έναντι αρχικής προθεσμίας τον Σεπτέμβριο του 2016. Επίσης, διεύρυνε τον κατάλογο επιλέξιμων τίτλων, με την προσθήκη ομολόγων από περιφέρειε­ς και τοπικές αυτοδιοική­σεις. Τον Μάρτιο του 2016, η ΕΚΤ ανακοίνωσε περαιτέρω επέκταση του προγράμματ­ος, αυξάνοντας τις μηνιαίες αγορές ομολόγων από τα 60 στα 80 δισ. ευρώ, καθώς και ένα νέο πρόγραμμα αγοράς εταιρικού χρέους (Corporate Sector Purchase Programme), που προέβλεπε τις αγορές Investment­grade εταιρικών ομολόγων (από το πρόγραμμα εξαιρούντα­ι τραπεζικά ομόλογα). Στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου 2016, η ΕΚΤ ανακοίνωσε την επέκταση του προγράμματ­ος έως τον Δεκέμβριο του 2017, από τον Απρίλιο όμως επαναφέρει τις μηνιαίες αγορές ομολόγων στα 60 από 80 δισ. ευρώ. Έως το τέλος του 2017, οι αγορές μέσω του προγράμματ­ος θα έχουν υπερβεί τα 2,2 τρισ. ευρώ. Στη μελέτη των οικονομολό­γων του Bruegel, αλλά και του Ινστιτούτο­υ Οικονομικώ­ν Ερευνών του Βερολίνου (DIW), το QE είχε θετικό αντίκτυπο στις συνθήκες και τον όγκο δανεισμού προς επιχειρήσε­ις και νοικοκυριά της Ευρωζώνης. Ως εκ τούτου, ανακάμπτου­ν κατανάλωση και επενδύσεις, δύο βασικές παράμετροι που συνεισφέρο­υν στην ανάπτυξη του ΑΕΠ της Ευρωζώνης. Ο δανεισμός προς επιχειρήσε­ις υποχωρούσε σταθερά από το 2012, προτού σταθεροποι­ηθεί στο δεύτερο ήμισυ του 2015, μετά την έναρξη του QE. Ο δανεισμός προς νοικοκυριά άρχισε να αυξάνεται αμέσως μετά την ανακοίνωση των αγορών κρατικού χρέους, για να φθάσει σε ετήσιους ρυθμούς περίπου 2%. Οι οικονομικέ­ς επιδόσεις της Ευρωζώνης επιβεβαιών­ουν τον κ. Ντράγκι, που είχε επανειλημμ­ένως επιχειρημα­τολογήσει υπέρ του QE και της αποτελεσμα­τικότητάς του στην επανεκκίνη­ση της ανάπτυξης. Η οικονομία βρίσκεται επί 14 διαδοχικά τρίμηνα σε αναπτυξιακ­ή τροχιά, η ανεργία υποχώρησε τον Δεκέμβριο στο 9,6%, στα χαμηλότερα επίπεδα από τον Μάιο του 2009 και ο πληθωρισμό­ς τον Ιανουάριο έκανε άλμα στο 1,8% από 1,1% τον Δεκέμβριο, στα υψηλότερα επίπεδα από τον Φεβρουάριο του 2013. Η ανάκαμψη του πληθωρισμο­ύ κοντά στον στόχο 2% της ΕΚΤ έχει σταθεί αφορμή για εκκλήσεις -κυρίως από την πλευρά της Γερμανίας- για σταδιακή απόσυρση των μη συμβατικών μέτρων νομισματικ­ής στήριξης.

Υποτιμημέν­ο ευρώ

Μπορεί ο Μάριο Ντράγκι να διαμηνύει επανειλημμ­ένως ότι βασική εντολή της ΕΚΤ είναι η αποκατάστα­ση του πληθωρισμο­ύ και ότι η κεντρική τράπεζα δεν στοχεύει σε συγκεκριμέ­νη συναλλαγμα­τική ισοτιμία, τα στοιχεία όμως δείχνουν ότι η εφαρμογή του προγράμματ­ος ποσοτικής χαλάρωσης είχε σημαντικό αντίκτυπο στην ισοτιμία του ευρώ, έχοντας αποδυναμώσ­ει το ενιαίο νόμισμα. Το ευρώ έχει υποστεί απώλειες σχεδόν 25% από τον Μάιο του 2014, υποχωρώντα­ς στις αρχές Ιανουαρίου σε ναδίρ 14 ετών, κάτω από το 1,04 έναντι του δολαρίου. Το ενιαίο νόμισμα έχει απομακρυνθ­εί σχεδόν 35% από το ιστορικό υψηλό, πάνω από το 1,60 που είχε αγγίξει την εποχή της κρίσης του 2008. Σύμφωνα όμως με το Bruegel, ένας παράγοντας που έχει επηρεάσει σημαντικά το ευρώ είναι η ομαλοποίησ­η της νομισματικ­ής πολιτικής στις ΗΠΑ. Η απόκλιση στην πορεία μεταξύ ΕΚΤ και Φέντεραλ Ριζέρβ (που από τον Δεκέμβριο του 2015 έχει αυξήσει δύο φορές τα επιτόκια και έχει προλειάνει το έδαφος για περισσότερ­ες κινήσεις άσκησης αυστηρότερ­ης νομισματικ­ής πολιτικής) οδηγεί σε εκροές κεφαλαίου, που πιέζουν προς τα κάτω το ευρώ. Ένα ασθενέστερ­ο ενιαίο νόμισμα προσφέρει στήριγμα στις εξαγωγές και συμβάλλει στην ανάπτυξη του ΑΕΠ, αλλά και στην άνοδο του πληθωρισμο­ύ, με το να καθιστά τα εγχώρια αγαθά φθηνότερα σε σύγκριση με τα εισαγόμενα προϊόντα. Από το υποτιμημέν­ο ευρώ επωφελούντ­αι κυρίως εκείνες οι οικονομίες που στηρίζοντα­ι στις εξαγωγές, όπως η Γερμανία, που το 2016 εμφάνισε το μεγαλύτερο εμπορικό πλεόνασμα στον κόσμο.

[SID:10822841]

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece