Μήνυμα αποφασιστικότητας από Τραμπ
Πύραυλοι κατά αεροπορικής βάσης της Συρίας, χωρίς να ενημερωθεί καν το Κογκρέσο ή να υπάρξει έστω ψήφισμα του ΟΗΕ
Διπλό μήνυμα, προς το εξωτερικό και το εσωτερικό των ΗΠΑ, στέλνει ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ με την ξαφνική απόφαση να επιτεθεί σε αεροπορική βάση της Συρίας και να αλλάξει άρδην τη μέχρι πρότινος διακηρυγμένη πρόθεσή του να καταστήσει τον Σύρο πρόεδρο Μπασάρ αλ Άσαντ μέρος της λύσης. Στην πρώτη του μεγάλη απόφαση ως πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Τραμπ, εκμεταλλευόμενος τη διεθνή κατακραυγή για την επίθεση με χημικά στο Ιτλίμπ της Συρίας, την οποία σύσσωμη η Δύση απέδωσε στο καθεστώς Άσαντ, διέταξε την εκτόξευση χθες τα ξημερώματα 59 Τόμαχοκ κατά στρατιωτικού αεροδρομίου στη Συρία, κοντά στην πόλη Χομς, από το οποίο υποτίθεται ξεκίνησε η απογείωση του συριακού αεροσκάφους που έριξε τα επίμαχα χημικά. Από την επίθεση, σύμφωνα μα ανακοίνωση του συριακού πρακτορείου ειδήσεων, σκοτώθηκαν 9 άμαχοι, μεταξύ των οποίων και τέσσερα παιδιά. Η σκοπιμότητα της ενέργειας Τραμπ αμφισβητείται, αφού από στρατιωτικής πλευράς είχε στόχο ένα και μόνο στρατιωτικό αεροδρόμιο της Συρίας, αφήνοντας ανέπαφο το σύνολο της συριακής αεροπορίας. Η επίθεση απέφυγε να κτυπήσει για ευνόητους λόγους ρωσικά αεροσκάφη. Η Ρωσία άλλωστε είχε ειδοποιηθεί για την επίθεση και εύλογο είναι να σκεφτεί κάποιος πως είχε ειδοποιήσει την κυβέρνηση της Συρίας.
Προς τι λοιπόν μια επίθεση που θυμίζει τα επιχειρήματα της επέμβασης στο Ιράκ το 2003, επέμβαση που εκτός των άλλων πολλαπλασίασε το χάος, συνέβαλε στη γέννηση του Ισλαμικού Κράτους και είχε μάλιστα επικριθεί από τον ίδιο τον Τραμπ;
Με την κίνηση αυτή, χωρίς να ενημερωθεί καν το αμερικανικό Κογκρέσο ή να υπάρξει έστω ψήφισμα του ΟΗΕ, ο Τραμπ ήθελε πρώτα από όλα να δείξει ότι διαθέτει μεγαλύτερη αποφασιστικότητα από τον προκάτοχό του Μπα- ράκ Ομπάμα, ο οποίος δίσταζε να αντιπαρατεθεί απευθείας στον Άσαντ. Το κυριότερο όμως, έχοντας ξεκινήσει την προεδρική του θητεία με μία επιθετική ρητορική και βασικό σύνθημα να ξανακάνει ισχυρή την Αμερική, ο Τραμπ ήθελε να δείξει πως δεν δειλιάζει... Η επίθεση στον Άσαντ αποσκοπούσε να στείλει, εκτός των άλλων, μήνυμα προς τη Βόρειο Κορέα, το Ιράν, αλλά και την ίδια την Κίνα, η οποία έχει ενισχύσει τη στρατιωτική της παρουσία στην αμφισβητούμενη Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Η απόφαση Τραμπ ελήφθη μάλιστα την ώρα που ο Αμερικανός πρόεδρος υποδεχόταν στην εξοχική του κατοικία στη Φλόριντα τον Κινέζο πρόεδρο Ξι Γινπίγκ, δηλώνοντας: «Όλες οι επί χρόνια προηγούμενες προσπάθειες να αλλάξει η συμπεριφορά του Άσαντ απέτυχαν και απέτυχαν πάρα πολύ δραματικά».
«Ακόμη και όμορφα μωρά δολοφονήθηκαν βάναυσα στη βάρβαρη αυτή επίθεση. Κανένα παιδί του Θεού δεν πρέπει να υποστεί ποτέ ξανά τέτοιο τρόμο», επισήμανε ο Αμερικανός πρόεδρος.
Η πρώτη σημαντική «παράπλευρη απώλεια» της αμερικανικής επίθεσης είναι η επιδείνωση των ήδη τεταμένων αμερικανορωσικών σχέσεων. Ο πρωθυπουργός της Ρωσίας Ντμίτρι Μεντβέντεφ χαρακτήρισε με ανάρτησή του στα κοινωνικά δίκτυα την αμερικανική επίθεση παράνομη, λέγοντας πως «απείχε μόλις ένα βήμα από στρατιωτική σύγκρουση με τη Ρωσία». Ο Μεντβέντεφ δεν διευκρίνισε τι εννοεί, ωστόσο η αεροπορική βάση Σχαγιαράτ που επλήγη από τους αμερικανικούς Τόμαχοκ είναι έδρα των ρωσικών ειδικών δυνάμεων και στρατιωτικών ελικοπτέρων.
Νωρίτερα άλλωστε εκπρόσωπος του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν δήλωσε πως η αμερικανική επιδρομή προκάλεσε σο- βαρή ζημιά στις σχέσεις Ουάσιγκτον - Μόσχας. Ο Πούτιν χαρακτήρισε την αμερικανική ενέργεια «επίθεση κατά κυρίαρχου κράτους», που βασίστηκε «σε κατασκευασμένα προσχήματα».
Οι χώρες της Δύσης πάντως επικρότησαν την κίνηση Τραμπ, θεωρώντας τον Άσαντ «ένοχο» για τα χημικά στο Ιτλίμπ. Η Γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ και ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ συνομίλησαν τηλεφωνικά και όπως ανέφερε ανακοίνωση της γερμανικής κυβέρνησης, συμφώνησαν πως «ο πρόεδρος Άσαντ και μόνο είναι υπεύθυνος για την εξέλιξη αυτή».
«Η Γερμανία και η Γαλλία καλούν τη διεθνή κοινότητα... να συνεργαστούν από κοινού για την πολιτική μετάβαση στη Συρία», επισημαίνει η ανακοίνωση του Βερολίνου.
Τουρκία, Ισραήλ και Σαουδική Αραβία υπερθεμάτισαν υπέρ της απόφασης Τραμπ. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου δήλωσε ότι «στηρίζει πλήρως» την επίθεση, προσθέτοντας πως έστειλε ένα «ισχυρό και ξεκάθαρο μήνυμα» ότι «η χρήση και η διάδοση χημικών όπλων δεν μπορεί να γίνει ανεκτή».
Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν χαρακτήρισε «θετική» την αμερικανική ενέργεια, αλλά «όχι αρκετή», λέγοντας σε προεκλογική του συγκέντρωση πως «είναι καιρός να γίνουν σοβαρά βήματα για την προστασία του αθώου συριακού λαού».
Επίσης η Σαουδική Αραβία ανακοίνωσε πως η ενέργεια του Τραμπ ήταν μία «θαρραλέα πράξη».
[SID:10969820]