Πυρ ομαδόν κατά Βρυξελλών και Ρώμης για τις διασώσεις
Αντιδράσεις από τα κράτη - μέλη και κυρίως τη Γερμανία
Θύελλα αντιδράσεων κατά της Ρώμης, αλλά και των Βρυξελλών, έχει πυροδοτήσει το σχέδιο διάσωσης των ιταλικών τραπεζών ύψους 17 δισ. ευρώ. Η Γερμανία εξαπολύει δριμεία κριτική, υποστηρίζοντας ότι καταργείται η ουσία του bail in, με το βάρος να πέφτει και πάλι στους φορολογούμενους αντί των επενδυτών, ενώ διαμηνύει ότι υπονομεύεται ο στόχος της τραπεζικής ένωσης και ευρύτερα της ολοκλήρωσης. Άλλες χώρες από την πλευρά τους επισημαίνουν πως η Κομισιόν, δίνοντας το «πράσινο φως» στην τρίτη μεγαλύτερη οικονομία του ευρώ για μία κρατική διάσωση, παγιώνει την αίσθηση μιας ένωσης, στην οποία ισχύουν δύο μέτρα και δύο σταθμά. Κάνουν λόγο για ένα πλαίσιο «αλά καρτ», που εφαρμόζεται αυστηρά στις περιπτώσεις των μικρών και «ξεχειλώνει» σε εκείνες των μεγάλων. Είναι ίσως η πρώτη φορά που η ιταλική κυβέρνηση βρίσκει τόσους πολλούς απέναντί της, εγκαλούμενη μάλιστα ότι θέλοντας να αποφύγει η ίδια το πολιτικό κόστος θέτει σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή ενοποίηση.
«Είναι μία κακή ημέρα για την Ευρώπη. Πρόκειται για ακόμη ένα πλήγμα στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Φιλίπ Λαμπέρ, Βέλγος ευρωβουλευτής των Πρασίνων, προσθέτοντας ότι πλήττει τόσο τη συνοχή της Ευρωζώνης όσο και την αξιοπιστία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία έχει αναλάβει την εποπτεία των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Ιδιαίτερα καυστικός απέναντι στην Κομισιόν ήταν ο Γερμανός ευρωβουλευτής, Σβεν Γκίγκολντ, ο οποίος απαίτησε μάλιστα να ανοίξει σχετική έρευνα του Ευρωκοινοβουλίου για πιθανή παράβαση των τραπεζικών κανόνων. Ο συνάδελφός του Μαρκ Φέρμπερ σχολίασε ότι μετά την εξέλιξη αυτή το Βερολίνο θα είναι πολύ διστακτικό στο να επιδιώξει βαθύτερη οικονομική ενοποίηση στη νομισματική ένωση. «Δεν έχει κανένα νόημα να μιλάμε για βαθύτερη ολοκλήρωση, από τη στιγμή που δεν γίνονται σεβαστοί οι ήδη υφιστάμενοι κανόνες» είπε χαρακτηριστικά, συμπληρώνοντας ότι «κανείς δεν θα είναι σοβαρά διατεθειμένος να προσφέρει στην Ιταλία πρόσβαση σε ένα ενιαίο σύ- στημα προστασίας των καταθέσεων». Το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών σε ανακοίνωσή του απέφυγε τα άμεσα πυρά, αλλά δεν έκρυψε τις ανησυχίες του, προειδοποιώντας σε σχετική ανακοίνωση ότι «η χρήση κρατικής βοήθειας θα πρέπει να αποφεύγεται σε περιπτώσεις τραπεζικής κατάρρευσης».
Η Ελλάδα
Από την πλευρά του, ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Κώστας Χρυσόγονος θύμισε τους αυστηρούς όρους που επιβλήθηκαν στην Αθήνα για τη στήριξη του τραπεζικού συστήματος και έκανε λόγο για ευνοϊκή μεταχείριση της Ρώμης. «Δεν είναι ένας δίκαιος κόσμος. Είναι προφανές ότι η Ιταλία είναι μία πολύ διαφορετική περίπτωση από την Ελλάδα» ανέφερε, σχολιάζοντας πως αυτό που έχουμε αυτή τη στιγμή «είναι περισσότερο μία συνεργασία μεταξύ των κρατών, πα- ρά μία γνήσια ένωση».
Ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών Πιερ Κάρλο Πάντοαν απαντά στην παραπάνω κριτική, ότι η διάσωση αφορά δύο μη συστημικές τράπεζες και επομένως η κρατική παρέμβαση είναι δυνατή. Υποστηρίζει επίσης ότι δεν θα επιβαρυνθεί το δημόσιο χρέος και δεν θα ζημιωθεί το δημόσιο (και κατά συνέπεια οι φορολογούμενοι), αλλά θα μπορούσε μάλιστα να ωφεληθεί από την επένδυση στα τραπεζικά ιδρύματα του Βένετο. Το υπουργείο υπολογίζει ότι σε βάθος χρόνου θα μπορούσε να έχει κέρδος ύψους 700 εκατ. ευρώ. Θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι έχουμε και την περίπτωση της κατά πολύ μεγαλύτερης Monte dei Paschi di Siena, στην οποία επίσης κρίθηκε αναγκαίο το κρατικό δεκανίκι, παρά τις διαβεβαιώσεις επί πολλούς μήνες ότι θα αναλάβουν το βάρος οι ιδιώτες επενδυτές.
Είναι σαφές ότι η Ρώμη προσπάθησε να εκμεταλλευθεί κάθε δυνατό παραθυράκι του νέου πλαισίου, ώστε να αποφευχθούν το κούρεμα καταθέσεων, αλλά και οι μεγάλες ζημίες σε ομολογιούχους - ιδιαίτερα νοικοκυριά, που χρησιμοποιούν τα ομόλογα ως αποταμιευτικά οχήματα και όχι ως επένδυση με ρίσκο. Η χώρα ετοιμάζεται για εκλογές το αργότερο έως το φθινόπωρο του 2018, με τις δημοσκοπήσεις να μαρτυρούν δυσφορία τόσο έναντι κυβερνητικών επιλογών όσο και έναντι της Ευρωζώνης. [SID:11156022]