Ανατρέποντας έναν μύθο με χιούμορ αλλά και ειρωνεία
Η ηθοποιός Κίττυ Παϊταζόγλου μιλά για την «Άλκηστη»
την ημέρα που είναι πια γραφτό και γνωστό σε όλους πως η Άλκηστη θα πεθάνει. Πλήθος κόσμου καταφτάνει, αναμένοντας και απορώντας αν έχει συμβεί ή όχι το κακό. Το βασιλικό ζεύγος, εν τέλει, εμφανίζεται και, δημόσια, η Άλκηστη, λίγο πριν ξεψυχήσει, ζητεί από τον Άδμητο να της ορκιστεί πως δεν θα πάρει άλλη γυναίκα. Αυτός δέχεται. Πριν καν το σώμα της μπει στον τάφο, καταφτάνει στο παλάτι ο Ηρακλής, ο γνωστός μας ήρωας. Ο Άδμητος τον φιλοξενεί, κρύβοντάς του πως, εκείνη τη μέρα, θάβει τη γυναίκα του. Ο Ηρακλής τρώει, μεθάει και γλεντάει μέσα στο σπίτι της νεκρής. Όταν μαθαίνει από έναν υπηρέτη το κακό, παίρνει μια παράξενη απόφαση. Να φέρει τη νεκρή πίσω στη Γη, για να ξεπληρώσει το χρέος στον φίλο του».
Σκιαγραφήστε μας την Άλκηστη, την οποία υποδύεστε.
«Η Άλκηστη είναι μια πολύ νέα γυ- ναίκα, βασίλισσα και μάνα δυο μικρών παιδιών, που, στο απόγειο της ευτυχίας της, της αγάπης της, της νιότης της, δηλαδή στην καλύτερη στιγμή της, παίρνει αυτή την απόφαση. Να δώσει τη ζωή της, αντάλλαγμα, για να σωθεί ο άντρας της. Και παίρνει αυτή την απόφαση όχι αιφνίδια ή παρορμητικά, αλλά συνειδητά. Φυσικά, έχει σημασία και το πλαίσιο, στο οποίο τοποθετείται αυτή η προσφορά. Μια ανδροκρατούμενη κοινωνία, όπου ο ρόλος της γυναίκας είναι σαφώς υποβαθμισμένος σε σχέση με του άνδρα. Προσωπικά, πιστεύω πως, γι’ αυτήν τη γυναίκα, δεν έχει νόημα να ζει χωρίς αυτόν. Το δηλώνει ξεκάθαρα: “Δεν θέλησα να ζω χωρίς εσένα” του λέει, και δεν έχω λόγο να μην το θεωρήσω ειλικρινές. Από εκεί και πέρα, φυσικά και υπάρχουν κι άλλα επίπεδα: η σκέψη της υστεροφημίας της, η νίκη πάνω στη φθορά ή μια αίσθηση ηθικής ανωτερότητας και δύναμης που έχει κάθε άνθρωπος, που βαδίζει τόσο τολμηρά και συνειδητά προς τον θάνατο. Ο Ευριπίδης είναι τεχνίτης στην αμφισημία».
Πού τοποθετεί τη δράση του έργου η Κατερίνα Ευαγγελάτου και τι επιχειρεί να αναδείξει μέσα από τη σκηνοθετική της προσέγγιση;
«Η Κατερίνα τοποθετεί το έργο στη δεκαετία του ‘70, όπου η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από τον ζυγό ενός στρατιωτικού καθεστώτος. Πουθενά στο έργο, κανείς δεν αναρωτιέται πώς είναι δυνατόν ο άρχοντας να δέχτηκε τέτοιο πράγμα, να πεθάνει η γυναίκα του στη θέση του. Όλοι το παίρνουν σαν δεδομένο, απολύτως φυσιολογικό, κι αυτό δημιουργεί μια ατμόσφαιρα συνεχώς συνωμοτική, επικίνδυνη, αμήχανη».
[SID:11215378]