Έπεσε κάτω από το 4% το ελληνικό 10ετές ομόλογο
Για πρώτη φορά από το 2006 εν μέσω δυναμικού ράλι των τιμών, η απόδοση υποχώρησε στο 3,9% - Σε ιστορικό χαμηλό και το 5ετές
α εύσημα Ευρωπαίων αξιωΤματούχων
και αναλυτών για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και οι προσδοκίες για έξοδο από το μνημόνιο το 2018 εντείνουν το επενδυτικό ενδιαφέρον για τα ελληνικά ομόλογα, με την απόδοση του 10ετούς να υποχωρεί κάτω από το φράγμα του 4%, για πρώτη φορά από το 2006.
Εν μέσω δυναμικού ράλι των τιμών, η απόδοση του 10ετούς (λήξης τον Ιανουάριο του 2028) υποχώρησε στο 3,9% στα χαμηλότερα επίπεδα άνω της δεκαετίας, με το περιθώριο έναντι της απόδοσης του αντίστοιχου γερμανικού τίτλου να περιορίζεται στις 379 μονάδες βάσης. Η απόδοση του ομολόγου λήξης το 2019 υποχώρησε κάτω από το όριο του 2% (στο 1,9%), ενώ η απόδοση του νέου 5ετούς (λήξης το 2023) σημείωσε νέο ιστορικό χαμηλό, στο 3,4%. Ο όγκος των συναλλαγών στην ΗΔΑΤ ανήλθε στα πέντε εκατ. ευρώ.
Η αποκλιμάκωση των αποδόσεων σε επίπεδα προ κρίσης στηρίζει τις προσπάθειες της Ελλάδας για χρηματοδότηση από τις αγορές και έξοδο από το μνημόνιο. Πριν από λίγες ημέρες, ελληνική κυβέρνηση και πιστωτές της Ευρωζώνης κατέληξαν σε προκαταρκτική συμφωνία για τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται να προωθήσει η Αθήνα στο πλαίσιο του προγράμματος διάσωσης. Την ίδια στιγμή, οι επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας αποδεικνύονται καλύτερες του αναμενομένου, όπως δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία. Τον επόμενο λόγο έχουν οι οίκοι αξιολόγησης: Μια προς τα πάνω αναθεώρηση της πιστοληπτικής κατάταξης θα δώσει περαιτέρω ώθηση στο ελληνικό χρέος.
Ανάλυση
Η Ελλάδα αναμένεται να βρεθεί στην κατηγορία «επενδυτικού βαθμού» σε ό,τι αφορά τις αξιολογήσεις των οίκων μέχρι το 2020, σημειώνει σε report της Τράπεζας Πειραιώς ο Ηλίας Λεκκός, επικεφαλής Οικονομικής Ανάλυσης και Επενδυτικής Στρατηγικής της Τράπεζας.
Όπως επισημαίνει, η σημασία των κρατικών πιστοληπτικών αξιολογήσεων είναι μεγάλη, καθώς ορίζουν το κόστος χρηματοδότησης όχι μόνο για τον δημόσιο τομέα αλλά και για τη συντριπτική πλειοψηφία των εγχώριων εταιρικών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων μέσω του αντικτύπου τους στο ανώτατο όριο πιστοληπτικής ικανότητας. Επιπλέον, η ταχεία υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των κρατικών ομολόγων μπορεί -όπως γνωρίζουμε πολύ καλά στην Ελλάδα- να οδηγήσει στον αποκλεισμό της χώρας από τις παγκόσμιες αγορές χρηματοδότησης.
Για όλους αυτούς τους λόγους, η κατανόηση των μηχανισμών και των παραγόντων που επηρεάζουν τις πιστοληπτικές ικανότητες των κυριότερων οίκων αξιολόγησης παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον τόσο για τη μακροοικονομική ανάλυση όσο και για την κατανομή των επενδύσεων.
Σύμφωνα με το μοντέλο των Παγκόσμιων Αξιολογήσεων της Τρ. Πειραιώς, από ένα συνολικό δείγμα 124 χωρών, 78 έχουν τη «σωστή» βαθμολογία (υπό την έννοια ότι η αξιολόγηση του μοντέλου της Πειραιώς ταιριάζει με εκείνη της Moody’s), 13 απολαμβάνουν «premium» αξιολόγησης από την Moody’s και 33 βαθμολογούνται πιο συντηρητικά από αυτό που υποδηλώνουν τα θεμελιώδη του μεγέθη.
Όπως τονίζει ο κ. Λεκκός, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα υπάρχει μεγάλο χάσμα μεταξύ της αξιολόγησης της Πειραιώς έναντι αυτής της Moody’s. Συγκεκριμένα, η Moody’s κατατάσσει την Ελλάδα στην κατηγορία Caa, ενώ σύμφωνα με το μοντέλο της Πειραιώς η Ελλάδα έχει 40% πιθανότητα να είναι στη σειρά Ba και 37% πιθανότητα να έχει βαθμολογία Β. Αυτή η «τεράστια» διαφορά τονίζει το πόσο ποιοτικοί παράγοντες συγκρατούν τις επίσημες αξιολογήσεις της Ελλάδας.
«Αυτός ο βαθμός υπερσυντηρητισμού πιθανόν να συνεχιστεί στο μέλλον, καθώς το μοντέλο μας υποδεικνύει τη συνεχή βελτίωση της “θεωρητικής” αξιολόγησης της Ελλάδας. Για να υπολογισθεί η μελλοντική εξέλιξη της αξιολόγησης της Ελλάδας, η Πειραιώς ενσωματώνει τις προβλέψεις για την ελληνική οικονομία. Υπό την προϋπόθεση ότι το μακροοικονομικό σενάριο της Πειραιώς για την Ελλάδα θα υλοποιηθεί, τότε η Ελλάδα θα πρέπει να βρεθεί στα όρια της επανάκτησης βαθμού investment grade μέχρι το 2020» αναφέρεται χαρακτηριστικά.
To σενάριο της Τρ. Πειραιώς έχει τις εξής προϋποθέσεις: επιτυχή ολοκλήρωση των αξιολογήσεων και διατήρηση της οικονομικής σταθερότητας και αξιοπιστίας, ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας άνω του 2% στα επόμενα τρία χρόνια, θετικοί ρυθμοί πληθωρισμού, 3,5% πλεονάσματα το 2018-2019 και ανάκαμψη των δεικτών οικονομικής δραστηριότητας όπως οι τουριστικές αφίξεις, η ανεργία, οι λιανικές πωλήσεις και η βιομηχανική παραγωγή.
[SID:11553316]