Fitch: Κλειδί για νέα αναβάθμιση η ελάφρυνση του χρέους
Σε σημείο-κλειδί για περαιτέρω αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τους ξένους οίκους έχει αναδειχθεί πλέον η διάθεση των επίσημων πιστωτών για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, σύμφωνα και με τα όσα περιγράφει η Fitch στην έκθεση η οποία συνοδεύει την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας κατά μία βαθμίδα στο επίπεδο «Β» από «Β-». Ταυτόχρονα σημειώνει ότι οι προοπτικές (outlook) εξακολουθούν να είναι θετικές. Ο οίκος επί της ουσίας επαναλαμβάνει τα όσα περιέγραφε πρόσφατα και η S&P σχετικά με τις διαπιστώσεις για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας με άνοδο του ΑΕΠ 2,1% φέτος και 2,6% το 2019, την πολιτική αστάθεια και κυρίως την καλή συνεργασία Ελλάδας και πιστωτών, η οποία οδηγεί στην ομαλή ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης.
Η Fitch πιστεύει ότι η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους θα βελτιωθεί, με τη σταθερή αύξηση του ΑΕΠ, τους μειωμένους πολιτικούς κινδύνους, τη διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων της γενικής κυβέρνησης και τα πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα που έχουν θεσπιστεί για να τεθούν σε εφαρμογή μέχρι το 2020. Οι θετικές προοπτικές αντικατοπτρίζουν την προσδοκία της Fitch ότι η τέταρτη αναθεώρηση του προγράμματος προσαρμογής θα ολοκληρωθεί χωρίς να δημιουργηθεί αστάθεια μέχρι τον Αύγουστο του 2018 και ότι το Eurogroup θα χορηγήσει ουσιαστική ελάφρυνση του χρέους στην Ελλάδα το 2018. O οίκος θεωρεί ότι μπορεί το ελληνικό χρέος να είναι ιδιαίτερα υψηλό, όμως ο μέσος χρόνος λήξης των ελληνικών ομολόγων είναι ευνοϊκός στα 18 χρόνια και είναι μεταξύ των μεγαλύτερων σε όλες τις χώρες που παρακολουθεί η Fitch. Εκτιμά ακόμη ότι το σύνολο των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους θα έχει ως στόχο να διατηρήσει τις ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης κάτω του 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα και κάτω από το 20% του ΑΕΠ στη συνέχεια, όπως αναφέρεται στη δήλωση του Eurogroup της 15ης Ιουνίου 2017. Αυτό έχει ως στόχο τη μακροπρόθεσμη βελτίωση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους και θα πρέπει να στηρίξει την εμπιστοσύνη της αγοράς, γεγονός που θα συμβάλει στη στήριξη της πρόσβασης στην αγορά μετά το πρόγραμμα. Η Fitch θεωρεί ότι τόσο η Ελλάδα όσο και οι επίσημοι πιστωτικοί φορείς θα επιδιώξουν την υγιή έξοδο από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό σταθερότητας (ESM) των 86 δισ. ευρώ τον Αύγουστο του 2018, κάτι που πιστεύει ότι δεν θα συνεπάγεται μια προληπτική γραμμή πιστώσεων για τη χώρα μας. Σχετικά με την έξοδο της χώρας στις αγορές, αναφέρει ότι στις 8 Φεβρουαρίου 2018 η Ελλάδα εξέδωσε ένα νέο ομόλογο 7ετούς διάρκειας και ύψους 3 δισ. ευρώ, με απόδοση 3,5%. «Το κόστος χρηματοδότησης υποχώρησε αισθητά από ένα χρόνο πριν, όταν η απόδοση των 10ετών ομολόγων ήταν πάνω από 7,0%. Αναμένει δε από την κυβέρνηση να συνεχίσει να εκδίδει ομόλογα και να χρησιμοποιεί τα έσοδα για να εξομαλύνει περαιτέρω το προφίλ ωρίμανσης, αλλά και να δημιουργήσει ένα σημαντικό ταμειακό απόθεμα πριν από το τέλος του προγράμματος ESM». Τα αποθεματικά θα δημιουργηθούν μέσω των εσόδων από την έκδοση ομολόγων και των εκταμιεύσεων του ESM. Επίσης, θα διατεθούν σημαντικοί πόροι που δεν έχουν χρησιμοποιηθεί από τα κονδύλια μετά την αποδέσμευση από το πρόγραμμα του ESM (27,4 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ESM).
Οι τράπεζες
Για τον τραπεζικό κλάδο η Fitch επαναλαμβάνει ότι βασική πρόκληση αποτελεί η αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs), τα οποία παραμένουν ιδιαίτερα υψηλά, στο 50% επί του συνόλου των ακαθάριστων δανείων, στα τέλη Σεπτεμβρίου του 2017. Αναμένει όμως ότι η ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού θα συνεχίσει να βελτιώνεται, αν και εκτιμά ότι οι κίνδυνοι εκτέλεσης των προγραμμάτων εξακολουθούν να είναι σημαντικοί. Η εμπιστοσύνη των καταθετών βελτιώνεται σταδιακά, με τις καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα να αυξάνονται κατά 5,9 δισ. ευρώ (5%) κατά τους έξι μήνες έως το τέλος Δεκεμβρίου 2017, αντικατοπτρίζοντας τη μειωμένη αβεβαιότητα μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και την έντονη τουριστική περίοδο.
Η αύξηση των καταθέσεων θα συνεχιστεί, καθώς η εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα θα ενισχυθεί, αν και η επιστροφή των καταθέσεων θα εξακολουθήσει να παρεμποδίζεται από τη μεγάλη δημοσιονομική επιβάρυνση, επισημαίνεται.
Οι ελληνικές τράπεζες θα υποβληθούν σε «stress tests» πριν από την ολοκλήρωση του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής της Ελλάδας. Με βάση την εκτίμηση της ΕΚΤ κατά τα προηγούμενα tests το 2015, οι ελληνικές τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί και έχουν σημειώσει πρόοδο.
Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας CET1 ήταν -κατά μέσο όρο4% υψηλότεροι στο τέλος Σεπτεμβρίου 2017, σε σύγκριση με πριν από την τελευταία ανακεφαλαιοποίηση. [SID:11705294]