Δεύτερες σκέψεις στο Μαξίμου για ψήφο εμπιστοσύνης
Μετά το «δεν έχω κανένα λόγο», με το οποίο ο πρωθυπουργός απέρριψε προχθές το βράδυ στην ΕΡΤ το ενδεχόμενο να μετατρέψει την πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε χθες η Ν.Δ. εναντίον της κυβέρνησης σε «ψήφο εμπιστοσύνης», στο πρωθυπουργικό επιτελείο επικρατούν δεύτερες σκέψεις.
Στο Μαξίμου αντιλαμβάνονται ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν κατέθεσε την πρόταση δυσπιστίας διότι περιμένει να πέσει η κυβέρνηση, αλλά για να εκθέσει την επόμενη ημέρα των υπογραφών στις Πρέσπες τον Πάνο Καμμένο και τους ΑΝΕΛ, ότι προτίμησε την παραμονή στην κυβέρνηση από το να τηρήσει τη δέσμευσή του ότι δεν πρόκειται να στηρίξει συμφωνία για τα Σκόπια με τη χρήση του ονόματος της Μακεδονίας στη σύνθετη ονομασία.
Ο κ. Τσίπρας καλωσόρισε την κίνηση Μητσοτάκη, έκανε μάλιστα
Mλόγο για «δώρο σε μία κρίσιμη στιγμή», αλλά στο παρασκήνιο προηγήθηκαν και είναι σε εξέλιξη συσκέψεις επί συσκέψεων για το πώς τελικά θα χειριστούν τα πράγματα. Ο πρωθυπουργός δέχεται εισηγήσεις για να μετατρέψει την πρόταση δυσπιστίας σε παροχή ψήφου εμπιστοσύνης, αλλά ο ίδιος εμφανίζεται αρνητικός σε αυτό το ενδεχόμενο. Όχι μόνο επειδή το πρότεινε ο κ. Μητσοτάκης από την έδρα, και αν το δεχόταν θα ήταν σαν να ακολουθούσε τη σύσταση του πολιτικού του αντιπάλου, αλλά επειδή θεωρεί ότι η συνοχή της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας του ΣΥΡΙΖΑ και των Ανεξάρτητων Ελλήνων θα επιβεβαιωθεί με πιο σαφή τρόπο μέσα από τη διαδικασία της πρότασης δυσπιστίας. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι τελική απόφαση δεν είχαμε μέχρι χθες.
Στον ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν ότι το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας στην αυριανή ψηφοφορία για την πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης θα ενισχύσει την κυβέρνηση και πολιτικά και αριθμητικά. Εκτιμούν δηλαδή ότι δεν θα υπάρξει καμία απώλεια από τους 154 βουλευτές που στηρίζουν την κυβέρνηση και την ίδια στιγμή υπολογίζουν ότι κάποιοι από την ομάδα των ανεξαρτήτων βουλευτών ή ακόμα και από το Ποτάμι, ενδέχεται να καταψηφίσουν την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας, ανοίγοντας δίαυλο διαλόγου με την κυβερνητική πλειοψηφία.
Για τη Ν.Δ. λένε ότι ναι μεν εμφανίζεται ως ενιαίο μπλοκ στο Σκοπιανό, αλλά για να συμβεί αυτό ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναγκάστηκε να μετατοπιστεί προς την ακροδεξιά, κάτι που εκτιμούν ότι θα στοιχίσει στη Νέα Δημοκρατία το επόμενο διάστημα. Εξ ου και η στόχευση του κ. Τσίπρα να εμφανίσει τον κ. Μητσοτάκη συρόμενο πίσω από την πολιτική του Αντώνη Σαμαρά και στελεχών όπως ο Άδωνις Γεωργιάδης και ο Μάκης Βορίδης, που θα συνεχιστεί και στη συζήτηση που θα ακολουθήσει.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο κ. Τσίπρας δέχεται επίσης εισηγήσεις να κάνει πράξη τις απειλές που εξαπέλυσε χθες να μιλήσει «με διευθύνσεις και ονόματα» για τους χειρισμούς στο Σκοπιανό από προηγούμενες κυβερνήσεις ακόμα και αν χρειαστεί να πάει αρκετά πίσω σε προηγούμενες δεκαετίες, ο ίδιος όμως δεν έχει αποφασίσει τι ακριβώς θα κάνει. Ο λόγος είναι ότι ναι μεν θέλει, όπως έδειξε, να επιτεθεί με σφοδρότητα κατά του Αντώνη Σαμαρά, δεν επιθυμεί όμως να έρθει σε αντιπαράθεση με τον Κώστα Καραμανλή. Ταυτόχρονα, θεωρούν ότι ένας από τους βασικούς τους στόχους για το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό που είχαν όταν αποφάσισαν να ανοίξουν το Σκοπιανό επιτεύχθηκε και αυτός δεν είναι άλλος από την κρίση που έχει ξεσπάσει στο Κίνημα Αλλαγής. Στο πρωθυπουργικό επιτελείο εκτιμούν ότι αρχής γενομένης από την αυριανή ψηφοφορία, στο Κίνημα Αλλαγής θα επικρατήσουν διαλυτικές τάσεις, ποντάροντας στο σκηνικό που φτιάχτηκε από την πρώτη στιγμή το «πέντε εναντίον μίας» που είναι η εικόνα του Πολιτικού Συμβουλίου, καθώς απέναντι στην αρνητική στάση της Φώφης Γεννηματά για τη συμφωνία με τα Σκόπια, στάθηκαν -για διαφορετικούς λόγους- ο Γ. Παπανδρέου, ο Γ. Καμίνης, ο Στ. Θεοδωράκης και ο Ν. Ανδρουλάκης, ενώ και άλλα στελέχη όπως ο Γ. Ραγκούσης και πολλοί άλλοι δεν συμφωνούν -λένε στον ΣΥΡΙΖΑ- με τη στάση της κ. Γεννηματά στο Σκοπιανό.