Μόλις 2,5% του επιχειρείν δρα με εξωστρέφεια
«Τροχοπέδη» η φορολογία και η γραφειοκρατία για τις εξαγωγές
Παρά τις τακτικές αναφορές ότι η ανάπτυξη της εξωστρέφειας είναι πανάκεια για τις ελληνικές εταιρείες, καθώς η οικονομική κρίση έχει συρρικνώσει δραματικά την εγχώρια αγορά, μόλις το 2,5% των ελληνικών εταιρειών αναπτύσσει εξαγωγική δραστηριότητα. Σύμφωνα με έρευνα της της ΕΥ Ελλάδος, με τίτλο «Made in Greece: Το μεγάλο στοίχημα των ελληνικών εξαγωγών», βασικές αιτίες αποτελούν η υψηλή φορολογία, οι πολύπλοκες γραφειοκρατικές διαδικασίες, αλλά και οι χαμηλές τιμές από τον ανταγωνισμό.
Στην ποσοτική έρευνα της ΕΥ συμμετείχαν 149 μικρές, μεσαίες και μεγάλες εξαγωγικές επιχειρήσεις από όλη την Ελλάδα και τους κλάδους της οικονομίας, ενώ παράλληλα πραγματοποιήθηκαν προσωπικές συνεντεύξεις με επιχειρηματίες και εκπροσώπους φορέων που σχετίζονται με τις εξαγωγές.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ το 2015, από το σύνολο των 700.000 επιχειρήσεων στην Ελλάδα, μόνο οι 17.730 κατέγραψαν εξαγωγική δραστηριότητα, δηλαδή περίπου 2,5%. Την ίδια στιγμή και τα ευρήματα της έρευνας της ΕΥ επιβεβαιώνουν το μικρό σχετικά βάθος της εξωστρέφειας των επιχειρήσεων, χαρακτηριστικό μιας χώρας που βρίσκεται ουσιαστικά στα πρώτα βήματα της εξαγωγικής της προσπάθειας.
Τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας που παρουσίασε χθες ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΥ Παναγιώτης Παπάζογλου ήταν:
Μεταξύ των εξαγωγικών επιχειρήσεων του δείγματος, ο μέσος όρος των εξαγωγών δεν ξεπερνά το 42% του κύκλου εργασιών τους.
Πάνω από τις μισές επιχειρήσεις του δείγματος (53%) εξάγουν σε έως και 20 χώρες, ενώ το 30% σε έως και δέκα και το 16% σε έως και πέντε. Η εικόνα είναι πιο ενθαρρυντική μεταξύ των μεγάλων επιχειρήσεων του δείγματος, όπου το 82% εξάγει σε πάνω από 20 χώρες, έναντι μόλις 10% των μικρών.
Για ένα μεγάλο μέρος του δείγματος, η εξαγωγική προσπάθεια επικεντρώνεται στις σχετικά «προσιτές» αγορές των Βαλκανίων και της Τουρκίας (89%), και της Κύπρου (87%). Η Δυτική (85%) και Ανατολική (76%) Ευρώπη βρίσκονται στην τρίτη και τέταρτη θέση αντίστοιχα, ενώ οι υπόλοιπες γεωγραφικές περιοχές κινούνται μεταξύ 64% (Μέση Ανατολή) και 39% (Νότια Αμερική).
Για την υποστήριξη των εξαγωγών τους, μόλις μία στις πέντε επιχειρήσεις του δείγματος έχει προχωρήσει στη δημιουργία παραγωγικών μονάδων στο εξωτερικό, ενώ το 5% διαθέτει σήμερα πάνω από τέσσερις μονάδες στο εξωτερικό.
Η έρευνα διαπίστωσε, επίσης, ότι, παρά την προσπάθεια των τελευταίων ετών για τόνωση της εξωστρέφειας, λιγότερες από μία στις τρεις εξαγωγικές επιχειρήσεις του δείγματος (28%) ξεκίνησαν την εξαγωγική προσπάθεια τα τελευταία δέκα χρόνια και μόλις 9% τα τελευταία πέντε χρόνια.
Το 83% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα δηλώνει ότι έχει αυξηθεί ο αριθμός των προορισμών των εξαγωγών του, σε σχέση με πριν από 10 χρόνια.
Θετική έκπληξη αποτελεί το γεγονός ότι το 94% των επιχειρήσεων του δείγματος εξάγει και με δικό του brand name.
Με μεγάλη διαφορά, το σοβαρότερο πρόβλημα που ανέφεραν οι επιχειρήσεις του δείγματος είναι οι χαμηλές τιμές του ανταγωνισμού, ή, αντίστροφα, το υψηλό τους κόστος (59%). Σύμφωνα με την έρευνα, οι γραφειοκρατικές διαδικασίες στη χώρα μας αποτελούν το σοβαρότερο εμπόδιο, τόσο κατά τα πρώτα βήματα (51%), όσο και στη συνέχεια (47%). Η υψηλή φορολογία είναι το δεύτερο σημαντικότερο εμπόδιο, ενώ την αρνητική εικόνα της χώρας στο εξωτερικό ανέφεραν ως βασικό εμπόδιο περισσότερες από μία στις τέσσερις επιχειρήσεις.
Συμπεράσματα και προτάσεις
Η ΕΥ κατέληξε σε μια σειρά από συμπεράσματα ως προς τις απαραίτητες διορθωτικές κινήσεις, οι οποίες αφορούν τόσο τις ίδιες τις επιχειρήσεις, όσο και την Πολιτεία. Για να κερδίσουν το στοίχημα της εξωστρέφειας, οι ελληνικές επιχειρήσεις θα πρέπει να εδραιώσουν μια εξαγωγική κουλτούρα, υιοθετώντας δραστικές αλλαγές στη δομή και τη φιλοσοφία τους και εγκαταλείποντας πρακτικές που ενδεχομένως τις βοήθησαν να εδραιωθούν στην εγχώρια αγορά, αλλά δεν θα τους επιτρέψουν να διακριθούν στο εξωτερικό.