Aύριο αρχίζει το «κρας τεστ» για το φετινό πρωτογενές πλεόνασμα
Τα σημεία - κλειδιά, ενώ εκπνέει η προθεσμία για την πρώτη δόση του φόρου εισοδήματος
Από αύριο αρχίζουν τα δύσκολα για την εκτέλεση του φετινού προϋπολογισμού, καθώς εκπνέει η προθεσμία για την καταβολή της πρώτης δόσης του φόρου εισοδήματος τόσο για τα φυσικά όσο και για τα νομικά πρόσωπα. Τα τελικά στοιχεία εκκαθάρισης των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων αναμένεται να δείξουν σημαντική μείωση του βεβαιωθέντος ποσού σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα, ενώ μένει να φανεί αν θα υπάρξει αναπλήρωση αυτού του «κενού» από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων. Το τελικό ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος θα εξαρτηθεί φέτος όχι μόνο από την πορεία των φορολογικών εσόδων, αλλά και από τις οικονομικές επιδόσεις των ασφαλιστικών ταμείων, στα οποία πέφτει πολύ μεγάλο βάρος για την παραγωγή πλεονάσματος. Επίσης, μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές στην Αττική, το οικονομικό επιτελείο θα πρέπει να λάβει υπ’ όψιν τις επιπτώσεις από το έκτακτο γεγονός τόσο στο σκέλος των δημοσίων δαπανών λόγω των μέτρων ανακούφισης των πληγέντων, αλλά και του κόστους αποκατάστασης των καταστροφώνόσο και στο σκέλος των δημοσίων εσόδων, λόγω της πιθανής αδυναμίας των πολιτών να αντεπεξέλθουν στα φορολογικά βάρη μετά την καταστροφή. Το κλείσιμο του προϋπολογισμού εντός στόχων προϋποθέτει ότι στο β’ εξάμηνο θα εισπραχθούν πάνω από 30 δισ. ευρώ συνολικά, εκ των οποίων τα 28,6 δισ. θα πρέπει να προέλθουν από τους φόρους. Έτσι, ο μηνιαίος πήχης ανεβαίνει στα 4,77 δισ. ευρώ έναντι 3,2 δισ. που εισπράττονταν κατά το πρώτο εξάμηνο της φετινής χρονιάς. Αύριο, τελευταία ημέρα του Ιουλίου, θα πρέπει να καταβληθούν περισσότερα από 1,6 δισ. ευρώ μόνο για την πρώτη δόση του φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων. Τρία είναι τα κρίσιμα στοιχεία: 1. Πρώτον, να αποτυπωθεί το τελικό ποσό της βεβαίωσης, το οποίο -ειδικά όσον αφορά τα φυσικά πρόσωπαεμφανίζεται να είναι σημαντικά μικρότερο σε σχέση με πέρυσι. Μέχρι και την περασμένη Παρασκευή είχαν βεβαιωθεί συνολικά 3 δισ. ευρώ και ενώ είχαν ήδη υποβληθεί περίπου έξι εκατομμύρια φορολογικές δηλώσεις. Σήμερα, με την ολοκλήρωση της διαδικασίας, το βεβαιωθέν ποσό αναμένεται να ανέλθει στα 3,3 με 3,4 δισ. ευρώ, έναντι περίπου 3,9 δισ. ευρώ που είχαν βεβαιωθεί πέρυσι. Αντίστοιχα, με τα πιστωτικά εκκαθαριστικά θα προκύψει ανάγκη επιστροφής φόρου της τάξεως των 370 έως 380 εκατ. ευρώ, δηλαδή περίπου στα ίδια επίπεδα με πέρυσι. Αν επαληθευτούν αυτές οι εκτιμήσεις, το τελικό ποσό της βεβαίωσης θα είναι περίπου 400 με 500 εκατ. ευρώ μικρότερο σε σχέση με πέρυσι. Αυτή η εξέλιξη δεν θα είναι αρνητική για την προσπάθεια παραγωγής υπερπλεονάσματος και φέτος, καθώς στον φετινό προϋπολογισμό έχει εγγραφεί πρόβλεψη για έσοδα 8,7 δισ. ευρώ από τα φυσικά πρόσωπα έναντι 8,3 δισ. ευρώ πέρυσι, ενώ τα επιπλέον έσοδα θα προέλθουν από την αυξημένη παρακράτηση φόρου.
2. Δεύτερον, να φανεί η «παραγωγή» κερδών των νομικών προσώπων. Το υπουργείο Οικονομικών έχει προϋπολογίσει ότι θα εισπραχθούν περίπου τα ίδια με πέρυσι (περίπου 3,5 δισ. ευρώ), κάτι που όμως μπορεί να αποδειχθεί συντηρητικό δεδομένου ότι ειδικά οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν παρουσιάσει αυξημένα κέρδη. 3. Τρίτον, να φανεί η πρόθεση των φορολογουμένων να πληρώσουν τους φόρους εμπρόθεσμα. Είναι πολύ πιθανό αρκετές δεκάδες χιλιάδες να επιδιώξουν να μεταθέσουν για αργότερα τις πληρωμές μέσα και από τη διαδικασία της πάγιας ρύθμισης, η αίτηση για υπαγωγή στην οποία μπορεί να γίνει πλέον και ηλεκτρονικά. Αστάθμητος παράγοντας είναι, επίσης, η ψυχολογία που διαμορφώνεται στην αγορά λόγω των καταστροφικών πυρκαγιών.
Το ύψος των έκτακτων δαπανών στις οποίες θα υποχρεωθεί το YΠΟΙΚ για να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες των καταστροφικών πυρκαγιών θα προσδιοριστεί αφού ολοκληρωθούν οι διαδικασίες της καταγραφής. Αυτό αναμένεται να γίνει σε περίπου 45 ημέρες από σήμερα, όταν και θα έρθει στη Βουλή η επικύρωση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου με την οποία ενεργοποιήθηκαν τα μέτρα ανακούφισης. Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση αναμένεται να υποβάλει αίτημα ώστε οι συγκεκριμένες δαπάνες να μη ληφθούν υπ’ όψιν στον υπολογισμό του πρωτογενούς πλεονάσματος, κάτι άλλωστε που συνέβη και με το προσφυγικό.