Λουκέτα και ανεργία
Εκτός όμως από τα φυσικά πρόσωπα και οι επιχειρήσεις επλήγησαν από τη «φωτιά» των μνημονίων.
Είναι αξιοσημείωτο ότι με βάση τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών το 2015 ο φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων που βεβαιώθηκε ανήλθε στα 3,56 δισ. ευρώ, το 2016 στα 3,95 δισ. ευρώ και το 2017 στα 4,82 δισ. ευρώ.
Τα ανωτέρω ποσά επέτειναν, όπως ήταν φυσικό, την ασφυξία στην αγορά, καθώς δεν ήταν λίγες οι επιχειρήσεις που δεν άντεξαν και εκατοντάδες, λόγω της μείωσης της κατανάλωσης αλλά και από την επιπλέον φορολογική επιβάρυνση, έβαλαν λουκέτο και αύξησαν έτσι τον δείκτη της ανεργίας.
MΗ υπερφορολόγηση των τελευταίων ετών έπληξε φυσικά και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, ενώ έχει δημιουργήσει ισχυρό ανάχωμα για την προσέλκυση επενδύσεων που τόσο ανάγκη έχει την περίοδο αυτή η οικονομία προκειμένου να βγει από το τούνελ της κρίσης και να σταθεί όρθια στο έντονα ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον μετά την έξοδο από τα μνημόνια. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι σημαντικότερες ανατροπές που ήρθαν τα τελευταία χρόνια στη φορολόγηση των επιχειρήσεων, μεταξύ άλλων, είναι οι εξής:
Αυξήθηκε ο φορολογικός συντελεστής των επιχειρηματικών κερδών από το 26% στο 29%.
Αυξήθηκε η προκαταβολή φόρου για όλους τους επαγγελματίες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις από το 55% στο 100%.
Αυξήθηκε ο συντελεστής φορολόγησης των μερισμάτων από το 10% στο 15%.
Αυξήθηκε από 5 τοις χιλίοις σε 5,5 τοις χιλίοις ο συμπληρωματικός ΕΝΦΙΑ για τα νομικά πρόσωπα.
Αυξήθηκε το φορολογούμενο εισόδημα ως παροχή σε είδος για την παροχή εταιρικών Ι.Χ. από τις επιχειρήσεις στους εργαζομένους τους. Το εισόδημα υπολογίζεται σε ποσοστό 80%, αντί για 30% που ίσχυε, επί του κόστους συντήρησης που εγγράφουν ως δαπάνη οι επιχειρήσεις στα βιβλία τους.