Εμμένει στην περικοπή των συντάξεων το ΔΝΤ
Το μέτρο θα αποτελέσει καθαρό σήμα ότι η Ελλάδα συνεχίζει τις μεταρρυθμίσεις
Ημεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος της Ελλάδας είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρξει ένα φιλικό προς την ανάπτυξη δημοσιονομικό μίγμα, ενώ η εφαρμογή των συμφωνημένων μέτρων θα στείλει ένα καθαρό σήμα στις αγορές ότι η Ελλάδα παραμένει στο μονοπάτι των μεταρρυθμίσεων.
Αυτή είναι η θέση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για τις συντάξεις, όπως διατυπώθηκε επίσημα κατά τη χθεσινή επίσημη ενημέρωση των δημοσιογράφων από τον εκπρόσωπο του Ταμείου Τζέρι Ράις. Ο κ. Ράις ξεκαθάρισε ότι οι θέσεις που έχει διατυπώσει επίσημα το ΔΝΤ από το καλοκαίρι για το ζήτημα των συντάξεων (σ.σ.: σχετικές δηλώσεις είχαν γίνει και τον Ιούνιο στην Αθήνα από τον επικεφαλής του κλιμακίου στην Ελλάδα Π. Ντόλμαν) δεν έχουν αλλάξει.
Ο κ. Ράις προανήγγειλε ότι η έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την πορεία της ελληνικής οικονομίας θα δημοσιευθεί στις αρχές Ιανουαρίου, δηλαδή μετά την πρώτη μεταμνημονιακή έκθεση των ευρωπαϊκών θεσμών η οποία θα δοθεί στη δημοσιότητα στο τέλος Νοεμβρίου. Κληθείς να σχολιάσει την πρόσφατη επίσκεψη των κλιμακίων των θεσμών στην Αθήνα (μεταξύ των οποίων και αυτό του ΔΝΤ), ο κ. Ράις ανέφερε πως συζητήθηκε ο προϋπολογισμός του 2018, ο προϋπολογισμός του 2019, αλλά και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που πρέπει να προχωρήσουν κατά τη μνημονιακή περίοδο.
«Ήταν μια επίσκεψη που αποσκοπούσε στο να ενημερωθούμε για τα νεότερα δημοσιονομικά στοιχεία» είπε ο εκπρόσωπος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, ξεκαθαρίζοντας πως η αξιολόγηση αφορούσε τη μεταπρογραμματική επιτήρηση της Ευρωζώνης και όχι του ΔΝΤ. Ο κ. Ράις τόνισε ότι η Ελλάδα είναι σε σωστό δρόμο. Αποσαφήνισε, πάντως, ότι για το ΔΝΤ το θέμα των συντάξεων είναι ένα διαρθρωτικό μέτρο, προσθέτοντας ότι ένα φιλικό προς την ανάπτυξη δημοσιονομικό μίγμα προϋποθέτει τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού.
Το γερμανικό ΥΠΟΙΚ
Εν τω μεταξύ, επιτυχή ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος διαπιστώνει στη μηνιαία έκθεσή του το υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας. Ο απολογισμός καταλήγει, έπειτα από μια σύντομη ιστορική αναδρομή των τελευταίων δέκα χρόνων, στο συμπέρασμα ότι «η Ελλάδα ολοκλήρωσε με επιτυχία το τρίτο πρόγραμμα προσαρμογής». Η χώρα αξιοποίησε τα τρία προγράμματα «για να εφαρμόσει διαρθρωτικές αλλαγές, όπως και για να μειώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα και το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών». Αναφορικά με την πορεία της ελληνικής οικονομίας διαπιστώνεται «εκ νέου ανάπτυξη», όχι όμως με τους μέσους ευρωπαϊκούς ρυθμούς. Για την Ελλάδα, η Κομισιόν αναμένει για φέτος αύξηση της τάξεως του 1,9%, ενώ ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη θα κυμαίνεται στο 2,1%.
Σε σχέση με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, η έκθεση επικαλείται τις σχετικές εκτιμήσεις της Κομισιόν: Αν η Ελλάδα τηρήσει τους δημοσιονομικούς στόχους και οι οικονομικές επιδόσεις της αυξηθούν, όπως αναμένεται από την Κομισιόν, τότε σε βάθος χρόνου θα μειωθεί και το χρέος. Σε περίπτωση που η Ελλάδα καταφέρει ετήσιο πλεόνασμα στον προϋπολογισμό 3,5% έως το 2022, στη συνέχεια 2% και ετήσια αντικειμενική ανάπτυξη της οικονομίας κατά 1%, τότε το χρέος της θα μειωθεί το 2060 στο 96,8%, αναφέρει, με την επιφύλαξη της μακράς πρόγνωσης.
Στην έκθεση επισημαίνεται πως η τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και η εφαρμογή μεταρρυθμίσεων για την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης θα «ελέγχονται και θα συνοδεύονται» τόσο στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, που ισχύει για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης, όσο και από μια «ειδική παρακολούθηση».