Πυρ ομαδόν από υπουργούς της Μέι κατά των Βρυξελλών
Το Brexit κορυφαίο θέμα στο συνέδριο των Τόρις
Ανέβηκαν οι τόνοι κατά της Ε.Ε. στο συνέδριο των Συντηρητικών στο Μπίρμπιγχαμ, με πρωτοκλασάτους υπουργούς της Μέι να στρέφουν τα πυρά για το Brexit στις Βρυξέλλες. Παράλληλα, σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg, η Μέι ετοιμάζεται να προχωρήσει σε νέα πρόταση προς την Ε.Ε. για το κρίσιμο ζήτημα της Βόρειας Ιρλανδίας, προκειμένου να παραμείνουν τα σύνορα ανοικτά και μετά το Brexit.
Ο αρμόδιος για το Brexit υπουργός Ντομινίκ Ράαμπ ζήτησε από την Ε.Ε. να δείξει «ρεαλισμό» και να έρθει σε συμφωνία με τη Βρετανία, κατηγορώντας την ευρωπαϊκή ηγεσία για «χλευασμό» της Βρετανίδας πρωθυπουργού.
«Η πρωθυπουργός μας ήταν εποικοδομητική και γεμάτη σεβασμό. Σε αντάλλαγμα ακούσαμε χλευασμούς από κορυφαίους ηγέτες και είδαμε μία εντελώς μονομερή προσέγγιση στη διαπραγμάτευση» είπε χαρακτηριστικά ο Ράαμπ. «Αυτό το οποίο είναι αδιανόητο είναι αυτή η κυβέρνηση ή οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση της Βρετανίας να εκφοβίζεται με την απειλή κάποιου είδους οικονομικού εμπάργκο για να υπογράψει μία μονομερή συμφωνία αντίθετα με τα συμφέροντα της χώρας» πρόσθεσε.
Ο Ράαμπ ανέφερε ακόμη ότι αν η Ε.Ε. επιμείνει να προσπαθεί «να μας κλειδώσει μέσω της πίσω πόρτας» της τελωνειακής ένωσης και της ενιαίας αγοράς, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα έχει «άλλη επιλογή» παρά να εγκαταλείψει την Ε.Ε. χωρίς συμφωνία. «Ολόκληρος ο κυβερνητικός μηχανισμός ετοιμάζεται πυρετωδώς για μια μη συμφωνία, όχι γιατί θέλουμε να συμβεί ή μας αρέσει, αλλά γιατί ίσως συμβεί» είπε.
Μιλώντας στο περιθώριο του συνεδρίου των Συντηρητικών στο SKY News, ο Ράαμπ αναφέρθηκε και στο επίμαχο ζήτημα των διαπραγματεύσεων για το Brexit της Βόρειας Ιρλανδίας, λέγοντας πως η κυβέρνηση της Τερέζα Μέι δεν θα αποδεχτεί δύο διαφορετικά καθεστώτα τελωνειακής ένωσης στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά την αποχώρηση από την Ε.Ε. «Αυτό το οποίο δεν πρόκειται να πράξουμε είναι να δούμε το Ηνωμένο Βασίλειο να τεμαχίζεται σε δύο διαφορετικά τελωνειακά καθεστώτα - αυτό απλά δεν υπάρχει στο τραπέζι» τόνισε.
«Ιρλανδική δικλίδα»
Σύμφωνα με δημοσίευμα του πρακτορείου Bloomberg, η Βρετανίδα πρωθυπουργός ετοιμάζεται να προχωρήσει σε νέα σημαντική πρόταση όσον αφορά το Brexit, προκειμένου να ανοίξει τον δρόμο για συμφωνία. Η Βρετανία θα προτείνει τη λεγόμενη «ιρλανδική δικλίδα», νομική εγγύηση η οποία θα εξασφαλίζει ότι το σύνορο ανάμεσα στη Βόρεια Ιρλανδία και την Ιρλανδική Δημοκρατία θα παραμείνει ανοικτό για την ελεύθερη διακίνηση και το εμπόριο μετά το Brexit. Θα τεθεί ως ύστατη λύση στην περίπτωση που μία εμπορική συμφωνία δεν αντιμετωπίζει το ζήτημα.
Ο υπουργός Οικονομικών Φίλιπ Χάμοντ προτίμησε να αναφερθεί περισσότερο στην εσωτερική πολιτική ατζέντα, καλώντας το Συντηρητικό Κόμμα να πείσει τους ψηφοφόρους ότι οι πολιτικές του «θα φέρουν ένα καλύτερο αύριο γι’ αυτούς και τις οικογένειές τους» και προειδοποίησε ότι η αργή αύξηση μισθών και η εργασιακή ανασφάλεια σημαίνει ότι πάρα πολύ κόσμος φοβάται ότι θα μείνει εκτός. Ο Χάμοντ ανακοίνωσε ακόμη ότι η Βρετανία θα επιβάλει μονομερώς «ψηφιακό φόρο» αν δεν υπάρξει μία ευρύτερη διεθνής συμφωνία για το πώς θα φορολογηθούν οι μεγαλύτερες εταιρείες Ίντερνετ.
Ψηφιακός φόρος
«Ο καλύτερος τρόπος για τη φορολόγηση των διεθνών επιχειρήσεων είναι μέσω διεθνών συμφωνιών, αλλά ο χρόνος για συζητήσεις πλησιάζει στο τέλος και η κωλυσιεργία πρέπει να σταματήσει» σημείωσε. «Αν δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε συμφωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο θα προχωρήσει μόνο του με το Φόρο για τους Ψηφιακούς Παρόχους». Η Βρετανία είχε παλαιότερα αναφέρει ότι μελετά το ενδεχόμενο να φορολογήσει τα έσοδα των επιχειρήσεων Ίντερνετ, όπως η Facebook και η Google, έως ότου υπάρξουν διεθνείς κανόνες φορολόγησης προκειμένου να αντιμετωπιστεί η δυνατότητα των εταιρειών αυτών να μεταφέρουν τις πωλήσεις και τα κέρδη τους σε διαφορετικές δικαιοδοσίες.
Εν τω μεταξύ σε δηλώσεις που έκανε στο BBC ο Βρετανός υπουργός Εμπορίου Λίαμ Φοξ υποστήριξε ότι στην περίπτωση που δεν υπάρξει εμπορική συμφωνία μεταξύ Βρετανίας και Ε.Ε., οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα βρεθούν αντιμέτωπες με δασμούς έως και 14 δισ. λίρες τον χρόνο. «Κάτι τέτοιο είναι ένας μεγάλος φόρος για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Είναι προς το συμφέρον όλων να φτάσουμε σε μία συμφωνία και να το κάνουμε όσο πιο γρήγορα γίνεται» τόνισε.