Η τεχνητή νοημοσύνη οδηγεί σε πιο ποιοτική ναυτική εκπαίδευση
Εκδήλωση με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ναυτιλίας
Οι νέες τάσεις στη ναυτική εκπαίδευση και κατάρτιση, οι αναγκαίες προσαρμογές που θα πρέπει να κάνει η αγορά λόγω εφαρμογών της τεχνητής νοημοσύνης, αλλά και η λανθασμένη, όπως επισημαίνεται, παραφιλολογία που θέλει τα πλοία να συμμετέχουν με υψηλά ποσοστά στις εκπομπές ρύπων, κυριάρχησαν στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Ίδρυμα Ευγενίδου για τον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας Ναυτιλίας, σε μια χρονιά που ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός κλείνει 70 έτη από την ίδρυσή του.
Ο πρόξενος του ΙΜΟ στην Ελλάδα και πρόεδρος του Ιδρύματος Ευγενίδου, Λεωνίδας Δημητριάδης Ευγενίδης, εστίασε την ομιλία του στη ναυτική εκπαίδευση. Τόνισε χαρακτηριστικά ότι: «Μια σύγχρονη ναυτική εκπαίδευση που θα στοχεύει στην παραγωγή στελεχών ικανών να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις μιας αγοράς εργασίας που επηρεάζεται καθοριστικά από τις τεχνολογικές εξελίξεις, αποτελεί ίσως το βασικότερο συστατικό μιας καλύτερης ναυτιλίας και ενός καλύτερου μέλλοντος». Προσέθεσε δε ότι «για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός πρέπει να επαναπροσδιοριστεί το πλαίσιο της ναυτικής εκπαίδευσης ώστε να εξαλειφθεί η δυσαναλογία μεταξύ των απαιτήσεων της αγοράς εργασίας και των αναγκαίων δεξιοτήτων που χρειάζονται πλέον, ενώ απαιτείται ένας ουσιαστικός διάλογος όλων των εμπλεκόμενων φορέων».
Ο κ. Ευγενίδης στη διάρκεια της ομιλίας του υπογράμμισε ότι οι συνθήκες απαιτούν πλέον τη δημιουργία ενός σύγχρονου και άρτιου περιεχομένου εκπαίδευσης και μαθητείας, που θα προσελκύει νέες και νέους με αυξημένα ποιοτικά χαρακτηριστικά. «Είναι αναγκαίο», είπε, «να επενδύσουμε σε μια ποιοτικότερη ναυτική εκπαίδευση, ενισχυμένη με μαθήματα θετικού προσανατολισμού, με σκοπό την παραγωγή στελεχών με δεξιότητες που θα καλύπτουν τις τεχνολογικές εξελίξεις στον χώρο της ναυτιλίας». Είναι πρόδηλο ότι η πληροφορική, η ψηφιακή επικοινωνία και σταδιακά και η τεχνητή νοημοσύνη γίνονται πλέον καθοριστικά προαπαιτούμενα στην αγορά εργασίας, πολύ περισσότερο δε στη ναυτιλία. Η σχέση πλοίου-γραφείου καθίσταται πλέον σχεδόν υβριδική, σημείωσε ο κ. Ευγενίδης και συμπλήρωσε ότι τεχνολογίες όπως είναι τα μεγάλα δεδομένα, το «e-navigation», ένα καινούργιο πλαίσιο που θα ελέγχει τη λειτουργία του πλοίου αλλά και την επικοινωνία του με την ξηρά, οι βελτιωμένες δορυφορικές επικοινωνίες, η πέμπτη γενιά κινητής τηλεφωνίας, οι νανοτεχνολογίες κ.ά. αναμένεται ότι θα επηρεάσουν σημαντικά τον τρόπο λειτουργίας της εμπορικής ναυτιλίας.
Η πολιτική
Στο πλαίσιο της ίδιας εκδήλωσης χαιρετισμό απηύθυνε ο υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Φώτης Κουβέλης, ο οποίος ανέφερε ότι «η ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, που είναι και το μείζον ζητούμενο, ξεκινά από τις σχολές ναυτικής εκπαίδευσης. Στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριών ετών έχουν γίνει αποφασιστικά βήματα στον τομέα της ναυτικής εκπαίδευσης και της διαρκούς επιμόρφωσης. Σε συνθήκες οικονομικής κρίσης και με περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες προχωρήσαμε στην πρόσληψη 20 μόνιμων εκπαιδευτικών, ενώ στις προσεχείς μέρες θα προσληφθούν άλλοι 12 εκπαιδευτικοί».
Επίσης, ο τομεάρχης Ναυτιλίας της Ν.Δ. Γιάννης Πλακιωτάκης ανέφερε ότι «μια καλή ναυτιλία προϋποθέτει μια καλή ναυτική εκπαίδευση», επισημαίνοντας συνάμα ότι «η Ν.Δ. τάσσεται υπέρ μιας ισχυρής δημόσιας ναυτικής εκπαίδευσης», χωρίς ωστόσο να παραγνωρίζει ότι και η ιδιωτική ναυτική εκπαίδευση έχει να προσφέρει πολλά, λειτουργώντας συμπληρωματικά προς τη δημόσια.
Το περιβάλλον
Στην προστασία του περιβάλλοντος και στους ανορθόδοξους τρόπους με τους οποίους γίνεται προσπάθεια να επιβληθούν «διοικητικά μέτρα» στη ναυτιλία αναφέρθηκε ο πρόεδρος της HELMEPA Γιώργος Γράτσος. «Ως μέτρο για τη μείωση της συμμετοχής της ναυτιλίας στους αέριους ρύπους προτείνεται από γραφειοκράτες η μείωση της ταχύτητας με την οποία κινούνται τα πλοία» ανέφερε μεταξύ άλλων και πρόσθεσε: «Η παραφιλολογία που θέλει τη ναυτιλία να συμμετέχει με υψηλά ποσοστά στη μόλυνση του περιβάλλοντος είναι λανθασμένη. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει στην πραγματικότητα». Τα πιο ρυπογόνα μέσα μεταφοράς είναι τα επίγεια, δηλαδή φορτηγά και τρένα, τα οποία μεταφέρουν συνολικά 9% του όγκου του φορτίου με αξία 2.6 τρισ. δολ., αλλά εκπέμπουν περίπου 72% των ρύπων και ιδιαίτερα τα φορτηγά αυτοκίνητα, σημείωσε ο κ. Γράτσος, και συμπλήρωσε ότι τα τρένα εκπέμπουν ένα ποσοστό της τάξεως του 10-15% των επίγειων ρύπων. «Η απόφαση των γραφειοκρατών να μειώσουν την ταχύτητα των πλοίων θα έχει ως αποτέλεσμα τη μεταφορά ολοένα και περισσότερων φορτίων στα επίγεια μέσα μεταφοράς, όπου στην περίπτωση των τρένων ενδεχομένως θα ανεβάσει τις εκπομπές περίπου 35% περισσότερο από των πλοίων. Εφόσον πάνε στις οδικές μεταφορές, οι εκπομπές ρύπων θα είναι σημαντικά πολλαπλάσιες» ανέφερε χαρακτηριστικά και κατάληξε ο πρόεδρος της HELMEPA: «Ως εκ τούτου το όλο σκεπτικό είναι λανθασμένο. Το μόνο που μπορούν να κάνουν για τους ρύπους της ναυτιλίας είναι να επιμείνουν στον καλύτερο σχεδιασμό της γάστρας του πλοίου με ουσιαστικά κριτήρια και όχι τον νομοθετημένο δείκτη απόδοσης, ο οποίος τείνει να δημιουργήσει σιγανότερα πλοία, που τελικά ρυπαίνουν περισσότερο».