Υπό αναθεώρηση οι στόχοι μείωσης κόκκινων δανείων
Υπό αναθεώρηση εξαιτίας των έκτακτων καταστάσεων τελούν όλοι οι τραπεζικοί στόχοι για τα κόκκινα δάνεια, σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ που εκδόθηκε χθες. Είναι φανερό πως οι αρχικές προβλέψεις της ΤτΕ αναπροσαρμόζονται υπό το πρίσμα της πανδημίας.
Είναι προφανές ότι ορισμένες από τις παρεμβάσεις που απαιτούνται δεν μπορούν να υλοποιηθούν υπό τις σημερινές συνθήκες έντονης διόρθωσης των διεθνών αγορών. Η αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού και γενικότερα η προστασία της δημόσιας υγείας, μαζί με την αντιμετώπιση της προσφυγικής-μεταναστευτικής κρίσης, είναι σήμερα προτεραιότητες οι οποίες κινητοποιούν τις δυνάμεις του έθνους. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι παρεμβάσεις που παράγουν μεσοπρόθεσμα αποτελέσματα πρέπει τώρα να αγνοηθούν. Ανάμεσα σε αυτά συγκαταλέγεται και η αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ). Κατά τη διάρκεια του 2019, οι τράπεζες συνέχισαν τις προσπάθειές τους στην κατεύθυνση της αντιμετώπισης του υψηλού αποθέματος των ΜΕΔ. Αν και το πρόβλημα των ΜΕΔ θεωρείται κυρίως απόρροια της ύφεσης, νομοθετικές παρεμβάσεις όπως η αναστολή των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας, η κατάχρηση του πλαισίου προστασίας από κατασχέσεις, καθώς και διάφορα άλλα νομικά και δικαστικά εμπόδια δεν επέτρεψαν την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος.
Στο τέλος Δεκεμβρίου του 2019 τα ΜΕΔ παρέμειναν σε υψηλό επίπεδο και ανήλθαν σε 68,0 δισ. ευρώ (ή 40,3% του συνόλου των δανείων, έναντι 3,4% του ευρωπαϊκού μέσου όρου στο τέλος Σεπτεμβρίου του 2019), μειωμένα κατά 13,8 δισ. ευρώ, συγκριτικά με τοτέλος Δεκεμβρίου του 2018 και κατά 39,2 δισ. ευρώ έναντι του Μαρτίου 2016, οπότε είχε καταγραφεί και το υψηλότερο επίπε
δο ΜΕΔ. Η υποχώρηση του αποθέματος των ΜΕΔ κατά τη διάρκεια του 2019 οφείλεται κυρίως σε πωλήσεις δανείων ύψους 8,1 δισ. ευρώ και σε διαγραφές ύψους 4,3 δισ. ευρώ. Όσον αφορά τους επιχειρησιακούς στόχους για τη μείωση των ΜΕΔ, η στόχευση των τραπεζών είναι ο δείκτης ΜΕΔ να έχει διαμορφωθεί σε επίπεδα κάτω του 20% στο τέλος του 2021. Ο ρυθμός μείωσης των ΜΕΔ μπορεί να επιταχυνθεί περαιτέρω με την εφαρμογή λύσεων όπως του σχεδίου «Ηρακλής» (ν. 4649/2019). Σε επόμενο στάδιο και αφού αξιολογηθούν τα αποτελέσματά του, το σχέδιο «Ηρακλής» αναμένεται να πλαισιωθεί από την εφαρμογή και άλλων μέτρων ολιστικής προσέγγισης, όπως αυτά που έχει προτείνει στο πρόσφατο παρελθόν η Τράπεζα της Ελλάδος, προκειμένου να αντιμετωπιστεί ταυτόχρονα και το ζήτημα που προκύπτει από τη σημερινή κεφαλαιακή διάρθρωση των τραπεζών, με την αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση (DTC) να αποτελεί δυσανάλογα μεγάλο μέρος των συνολικών κεφαλαίων. Σε κάθε περίπτωση, με την υλοποίηση του σχεδίου «Ηρακλής» θα είναι σημαντικό να υπάρξει αξιολόγηση των θεμελιωδών μεγεθών του ελληνικού τραπεζικού τομέα, κυρίως της οργανικής κερδοφορίας, του δείκτη κάλυψης επισφαλών απαιτήσεων και της ποιότητας των εποπτικών κεφαλαίων, ιδιαίτερα μετά την παρέλευση της πανδημίας του κορονοϊού. Όλα αυτά όμως τελούν υπό αναθεώρηση εν όψει των έκτακτων περιστάσεων και των συνθηκών μεγάλης αβεβαιότητας υπό τις οποίες καλείται να λειτουργήσει σήμερα το τραπεζικό σύστημα, όπως και η πραγματική οικονομία. Αναμένεται δηλαδή να επηρεαστεί αρνητικά η πορεία προς την επίτευξη του στόχου της σημαντικής μείωσης του ποσοστού των ΜΕΔ το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, όχι όμως και ο τελικός στόχος.