Άνοιξε η περίμετρος του επιδόματος
Τρίμηνη αναστολή δανειακών υποχρεώσεων για όσους λάβουν το έκτακτο βοήθημα - Αύξηση του τακτικού
ριλαμβάνονται περίπου 440.000 ιδιωτικές επιχειρήσεις, με 1 εκατομμύριο εργαζομένους, και μηνιαίο τζίρο περίπου 6,5 δισ. ευρώ.
Επίδομα και δώρο Πάσχα Σύμφωνα με τον κ. Σταϊκούρα, το δώρο του Πάσχα θα το λάβουν 108.000 εργαζόμενοι στα νοσοκομεία της χώρας, ιατρικό, νοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό, οι εργαζόμενοι στο ΕΚΑΒ, οι εργαζόμενοι στο ΕΟΔΥ, καθώς και όσοι υπηρετούν στη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, παρά το γεγονός ότι τα δώρα - επιδόματα έχουν καταργηθεί για το Δημόσιο.
Το επίδομα των 800 ευρώ θα το λάβουν και όσοι απολύθηκαν ή εξαναγκάσθηκαν σε παραίτηση από την 1η έως και τις 17 Μαρτίου. Το δώρο Πάσχα θα καταβληθεί στο σύνολό του, από όλες τις επιχειρήσεις, προς όλους τους εργαζόμενους. Ωστόσο, λόγω των έκτακτων συνθηκών, δίδεται η δυνατότητα στους εργοδότες, χωρίς τις ποινικές κυρώσεις, να το καταβάλουν μεταγενέστερα.
Σύμφωνα με τον κ. Σταϊκούρα, αυτό γίνεται για να ανακουφιστούν οι επιχειρήσεις από τις δυσμενείς συνέπειες του φαινομένου του κορονοϊού στη ρευστότητά τους, και να επιτευχθεί η δίκαιη διασπορά του στο σύνολο της οικονομίας και όχι μόνο σε κάποιες λίγες επιχειρήσεις και κλάδους που σήμερα δεν βρίσκονται σε αναγκαστικά περιοριστικά μέτρα λειτουργίας τους.
Επίσης, θα κατατεθεί συμπληρωματικός προϋπολογισμός, με την αύξηση του τακτικού αποθεματικού του υπουργείου Οικονομικών κατά 4 δισ. ευρώ και χωρίς να χρειαστεί, ταμειακά, η οποιαδήποτε παρέμβαση στο «μαξιλάρι ασφαλείας» των περίπου 35 δισ. ευρώ.
Ένταξη στο QE
Τέλος, όπως ανέφερε ο κ. Σταϊκούρας, η χθεσινή απόφαση της ΕΚΤ με την υιοθέτηση ενός νέου προγράμματος αγοράς ομολόγων, συμπεριλαμβανομένων των ελληνικών σε ύψος περίπου 12 δισ. ευρώ, έχει ήδη αποκλιμακώσει το κόστος δανεισμού του Δημοσίου και κατ’ επέκταση των ελληνικών επιχειρήσεων και τραπεζών, με ό, τι θετικό αυτό συνεπάγεται για τη ρευστότητα της πραγματικής οικονομίας.
Σε «συμφωνία κυρίων» ώστε να μην ενοχλούν τους δανειολήπτες που πλήττονται από τον κορονοϊό κατέληξε το οικονομικό επιτελείο με τις εταιρείες διαχείρισης οφειλών και τις εισπρακτικές εταιρείες, σύμφωνα με τα όσα ανακοίνωσε χθες ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Άδωνις Γεωργιάδης. Αυτό σημαίνει ότι μπαίνουν σε ένα καθεστώς περιορισμού, αλλά όχι και αναστολής της λειτουργίας τους. Όπως ανέφερε ο κ. Γεωργιάδης, μετά τις επαφές και τις συνεννοήσεις που έγιναν με την Ελληνική Ένωση Τραπεζών και τις εταιρείες διαχείρισης οφειλών, συμφωνήθηκε ότι όσοι πλήττονται από την πανδημία, δικαιούνται να λάβουν τρίμηνη αναστολή των υποχρεώσεών τους και η ενημέρωση αυτή μπορεί να γίνει μόνο με μία τηλεφωνική κλήση από τους διαχειριστές οφειλών.
Εξαίρεση, για περισσότερες τηλεφωνικές κλήσεις, αποτελούν όσοι επίσης πλήττονται, αλλά επιθυμούν εξατομικευμένες ρυθμίσεις. Ωστόσο, σύμφωνα με τον υπουργό, για να συνεχιστεί η κουλτούρα πληρωμών, όσοι δεν έχουν πληγεί από την κρίση, θα πρέπει να πληρώνουν τις δόσεις τους, ωστόσο προειδοποίησε ότι αν υπάρξουν οχλήσεις σε διαπιστωμένα πληγέντες, η συμφωνία κυβέρνησης και εταιρειών διαχείρισης δεν θα ισχύσει και θα ληφθούν επιπλέον μέτρα. Αναφορικά με τις ανατιμήσεις στα αντισηπτικά και τις μάσκες, επεσήμανε ότι τα ελεγκτικά κλιμάκια του υπουργείου ήδη πραγματοποιούν ελέγχους και την επόμενη εβδομάδα θα πέσουν τα πρώτα πρόστιμα για αισχροκέρδεια. Ο υπουργός αναφέρθηκε και στο θέμα της επάρκειας, τονίζοντας ότι το λιανεμπόριο δεν τηρεί την οδηγία για τρεις συσκευασίες ανά καλάθι. Μάλιστα, όπως είπε, προχθές το πρωί, με βάση τα στοιχεία του υπουργείου Ανάπτυξης, υπήρχε επάρκεια στην αγορά, αλλά το απόγευμα εξανεμίστηκε.
Προφανώς και δεν τηρήθηκε η οδηγία περιορισμού διάθεσης ανά άτομο, σημείωσε, προειδοποιώντας ότι θα ληφθούν αυστηρά μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση καθώς και οι ανάλογες κυρώσεις. Επίσης, ανέφερε ότι σε συνέχεια των ανακοινώσεων της περασμένης Τετάρτης για τη δημιουργία εγγυοδοτικού ταμείου για την παροχή δανείων κεφαλαίου κίνησης και επενδυτικού σκοπού έως 3 δισ. ευρώ για μικρομεσαίες επιχειρήσεις, έπειτα από συνεννόηση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το ποσό αυτό μπορεί να φθάσει έως τα 6 δισ. ευρώ.